Εξετάσεις

Εξετάσεις
Αναζήτηση εξετάσεων
Α-Ω | ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ | ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ | ΕΙΔΟΣ ΔΕΙΓΜΑΤΟΣ/ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΑΣΘΕΝΟΥΣ | ΜΕΘΟΔΟΣ | ΤΙΜΕΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ | ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ |
---|---|---|---|---|---|---|
3 | 3α ΓΛΥΚΟΥΡΟΝΙΚΗ ΑΝΔΡΟΣΤΕΝΔΙΟΝΗ (3a – diol-G) | Εντός 2 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | RIA | Άνδρες: 3.4 - 22 ng/ml Γυναίκες: 0.6 - 5.4 ng/ml Παιδιά: 0.1 - 0.6 ng/ml | |
5 | 5-ΝΟΥΚΛΕΟΤΙΔΑΣΗ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 4 ημέρες. Στους -20º C έως 4 μήνες. | Κινητική | < 9.0 IU/l | |
5 | 5-ΥΔΡΟΞΥ-ΙΝΔΟΛΟ-ΟΞΕΙΚΟ ΟΞΥ (5-ΗΙΑΑ) 24/ΩΡΟΥ | Εντός 5 ημερών | 25 ml ούρα 24/ώρου. Συλλογή με 10 ml HCl 6M. Αποφυγή των φαρμάκων: μεθυλντόπα, φαινοθειαζίνης, χλωροπρομαζίνης, προμαζίνης, ρεζερπίνης, ακετοφινετιδίνης, μεθοκαρβαμόλης, καθώς και για 3 ημέρες των τροφών: ντομάτα, μπανάνα, δαμάσκηνο, αβοκάντο, μελιτζάνα, κάστανο, ανανά, καρύδια και σοκολάτα. Συντήρηση του δείγματος κατά τη συλλογή στους 2-8º C. Στους 2-8º C έως 2 εβδομάδες. | HPLC | < 6.0 mg/24h | |
1 | 11-ΔΕΟΞΥΚΟΡΤΙΖΟΛΗ (COMPOUND'S) | Εντός 2 ημερών | 0.5 ml ορός. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Στους 2-8º C έως 24 ώρες. Στους -20º C έως 3 μήνες. | ΕΙΑ | Ενήλικες: < 8 ng/ml Παιδιά: 1 - 10 ετών: < 6 ng/ml | |
1 | 17 ΚΕΤΟΣΤΕΡΟΕΙΔΗ (17-KS) 24/ΩΡΟΥ | Εντός 2 ημερών | 10 ml Ούρα 24/ώρου. Συλλογή με 1g Βορικού οξέος. Αποφυγή stress καθώς και για 2 ημέρες των φαρμάκων: ACTH, αντιβιοτικών και κορτικοστεροειδών. Στους 2-8º C έως 2 εβδομάδες. | Χρωματογραφία στήλης | Άνδρες: 8 - 22 mg/24h Γυναίκες: 5 - 16 mg/24h Παιδιά: 1 - 10 ετών: < 5.0 mg/24h 11 - 14 ετών: < 12.0 mg/24h | |
1 | 17-ΥΔΡΟΞΥΚΟΡΤΙΚΟΣΤΕΡΟΕΙΔΗ (17-OHCS) 24/ΩΡΟΥ | Εντός 2 ημερών | 10 ml Ούρα 24/ώρου. Συλλογή με Βορικό οξύ. Αποφυγή stress καθώς και των φαρμάκων: σπιρολακτόνη, ACTH, κορτικοειδή, οιστρογόνα και quinacrine. Στους 2-8º C έως 2 εβδομάδες. | Χρωματογραφία στήλης | Άνδρες: 3.0 - 11.0 mg/24h Γυναίκες: 2.7 - 7.0 mg/24h Παιδιά: 6 - 9 ετών: 0.9 - 3.3 mg/24h 9 - 12 ετών: 1.0 - 5.6 mg/24h | |
1 | 17-ΥΔΡΟΞΥΠΡΟΓΕΣΤΕΡΟΝΗ (17-ΟΗ PRG) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός . Αιμολυμένα, ικτερικά ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 1 ημέρα. Στους -20º C έως 30 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | Άνδρες: 0.29 - 2.06 ng/ml Γυναίκες: Παραγωγική: < 1.05 ng/ml Ωορρηξία: 0.13 - 1.46 ng/ml Εκκριτική: 0.27 - 2.41 ng/ml Εμμηνόπαυση: < 0.91 ng/ml 3ο τρίμηνο: 2.24 - 9.30 ng/ml Παιδιά: 1ος μηνός -1έτους: 0.79 - 16.7 ng/ml 1;έτους -13 ετών: < 2.28 ng/ml 3 μηνών: 0.1 - 4.0 ng/ml 3 - 14 ετών: 0.07 - 1.70 ng/ml | Η στεροειδής 17-υδροξυπρογεστερόνη (17-OHPG) παράγεται στον φλοιό των επινεφριδίων και στις γονάδες. Παρόλο που η 17-OHPG έχει σχετικά μικρή προγεστερονική δράση, παρουσιάζει έντονο κλινικό ενδιαφέρον επειδή είναι η άμεση πρόδρομη ουσία της 11-δεοξυκορτιζόλης (Cpd-S). Σε περίπτωση συγγενούς ανεπάρκειας της 21-υδροξυλάσης, η οποία είναι ο πιο κοινός τύπος συγγενούς υπερπλασίας των επινεφριδίων (ΣΥΕ), η 17-OHPG εκκρίνεται σε άφθονες περίσσειες ποσότητες. Είναι ηπίως αυξημένη επίσης σε περιπτώσεις ανεπάρκειας της 11-β-υδροξυλάσης. Συνεπώς, η μέτρηση της 17-OHPG πολύτιμη για την αρχική διάγνωση της ΣΥΕ Σε ενήλικες μη έγκυες γυναίκες που βρίσκονται σε ηλικία τεκνοποίησης, οι συγκεντρώσεις της 17-OHPG ποικίλουν κατά τον έμμηνο κύκλο. Οι συγκεντρώσεις της κατά την εκκριτική φάση είναι υψηλότερες απ' ό,τι κατά την ωορηξία. Αυτό συμβαίνει επειδή η 17-OHPG εκκρίνεται παράλληλα με προγεστερόνη από ώριμα ωοθυλάκια ή από το ωχρό σωμάτιο. Υπάρχει, επίσης, ημερήσια διακύμανση στις συγκεντρώσεις της 17-OHPG. Ο ρυθμός είναι παράλληλος με την έκκριση κορτιζόλης από τα επινεφρίδια, έτσι ώστε οι μέγιστες συγκεντρώσεις μετριούνται σε δείγματα που λήφθηκαν ανάμεσα στα μεσάνυχτα και στις 8:00 το πρωί. Η ορμόνη εκκρίνεται σε αφθονία τόσο στο κυκλοφορικό του εμβρύου όσο και της εγκυμονούσας. Επειδή οι συγκεντρώσεις της 17-OHPG είναι αξιοσημείωτα αυξημένες στα νεογέννητα και σε κορίτσια στην εφηβεία με ΣΥΕ, το μόνο που απαιτείται συνήθως για τη διάγνωση είναι μια μέτρηση των συγκεντρώσεων της. |
Α | α-1-ΑΝΤΙΘΡΥΨΙΝΗ | Την επομένη | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Μετά από 12ωρη νηστεία. Αυξημένα επίπεδα οιστρογόνων προκαλούν τη λήψη αυξημένων τιμών. Στους 15- 25º C έως 7 ημέρες. Στους 2- 8º C έως 3 μήνες. | Ανοσοθολοσιμετρική | Ενήλικες: 90 - 200 mg/dl Παιδιά: > 2 ετών: 110 - 250 mg/dl | |
Α | α-1-ΜΙΚΡΟΣΦΑΙΡΙΝΗ | Εντός 2 ημερών | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (ΕDΤΑ). Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Aνοσοθολοσιμετρική | 20 - 42 mg/l | |
Α | α-1-ΜΙΚΡΟΣΦΑΙΡΙΝΗ ΟΥΡΩΝ | Εντός 2 ημερών | 10ml Ούρα 24/ώρου. Στους 15-25º C έως 7 ημέρες. Στους 2-8º C έως 4 εβδομάδες. | Aνοσοθολοσιμετρική | < 30 mg/24h | |
Α | α-1-ΟΞΙΝΗ ΓΛΥΚΟΠΡΩΤΕΙΝΗ | Εντός 2 ημερών | 0.5 ml ορός. Μετά από 12ωρη νηστεία. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. | Aνοσοθολοσιμετρική | Άνδρες: 50 - 130 mg/dl Γυναίκες: 40 - 120 mg/dl | |
Α | α-1-ΦΕΤΟΠΡΩΤΕΙΝΗ (AFP) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C για > από 2 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) (Εσώκλειστο AFP Atellica Siemens) | Ενήλικες: ≤ 8.1 ng/ml Εγκυμοσύνη: 1η - 6η: < 10 ng/ml 6η - 9η: 10 - 15 ng/ml 10η - 12η: 10 - 25 ng/ml 13η - 15η: 10 - 44 ng/ml 16η - 18η: 10 - 71 ng/ml 19η - 21η: 21 - 96 ng/ml 22η - 24η: 51 - 150 ng/ml 25η - 27η: 56 - 170 ng/ml 28η - 30η: 79 - 198 ng/ml 31η - 34η: 84 - 344 ng/ml 34η - 36η: 60 - 335 ng/ml 37η – 40η: 63 - 165 ng/ml | ΠΡΟΣΟΧΗ: Η συγκέντρωση της ΑFP σε ένα δεδομένο δείγμα, όπως καθορίζεται μέσω μεθόδων διαφορετικών κατασκευαστών, μπορεί να διαφέρει λόγω διαφορών στις μεθόδους προσδιορισμού και στην ειδικότητα του αντιδραστηρίου. H εμβρυική σύνθεση της AFP πραγματοποιείται στο ήπαρ ,τον λεκιθικό ασκό και τη γαστρεντερική οδό. Δεν συνιστάται η χρήση του προσδιορισμού της AFP για διαγνωστικό έλεγχο του καρκίνου στο γενικό πληθυσμό. Ιδιαίτερα αυξημένες τιμές στον ορό συνδέονται με πρωτοπαθή καρκίνο του ήπατος, κακοήθεις όγκους των ωοθηκών και των όρχεων από γενετικά κύτταρα και στο τερατοκαρκίνωμα των όρχεων. Μετρίως αυξημένες τιμές παρουσιάζονται σε περιπτώσεις κίρρωσης του ήπατος, σε οξεία ιογενή ηπατίτιδα και σε φορείς του αντιγόνου επιφάνειας της ηπατίτιδας Β. Προγεννητικός έλεγχος: Στη διάρκεια της κύησης ,τα επίπεδα της AFP στον ορό της μητέρας (MSAFP) αυξάνονται έως το τρίτο τρίμηνο. Τα αυξημένα επίπεδα MSAFP στη διάρκεια του δευτέρου τριμήνου της κύησης, ενδέχεται να υποδεικνύον έλλειμμα ανοιχτού νωτιαίου σωλήνα (ΝΤD), αλλά δεν χρησιμοποιούνται για τη διάγνωση του ελλείμματος χωρίς πρόσθετες εξετάσεις. Η τελική διάγνωση του NTD εξαρτάται από τον επιβεβαιωτικό έλεγχο καθώς υπάρχουν κι άλλες παθήσεις, όπως η κίρρωση, η ηπατίτιδα, ορισμένοι τύποι καρκίνου και άλλες εμβρυϊκές δυσπλασίες(ελλείμματα του κοιλιακού τοιχώματος , ανωμαλίες των νεφρών και αλλά) μπορούν να προκαλέσουν αύξηση των επιπέδων της MSAFP.Ο τελικός έλεγχος περιλαμβάνει μέτρηση AFP του αμνιακού υγρού, ακετυλοχολινεστεράση, αμνιογραφία και υπερηχογραφία. |
Α | α-2-ΜΑΚΡΟΣΦΑΙΡΙΝΗ | Εντός 2 ημερών | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (ΕDΤΑ). Μετά από 12h νηστεία. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Aνοσοθολοσιμετρική | Άνδρες: 120 - 270 mg/dl Γυναίκες: 140 - 320 mg/dl | |
Α | ΑΓΓΕΙΟΤΕΝΣΙΝΗ Ι | Εντός 4 ημερών | 2.0 ml πλάσμα (EDTA). Άμεσος διαχωρισμός και κατάψυξη. | EIA | 11 - 88 pg/ml | |
Α | ΑΔΡΕΝΑΛΙΝΗ / ΕΠΙΝΕΦΡΙΝΗ | Εντός 4 ημερών | 2.0 ml πλάσμα EDTA. Μετά από 12ώρη νηστεία. Αποφυγή άσκησης, stress, καφέ, τσάι, μπανάνας και καπνίσματος. Διακοπή αντιυπερτασικών φαρμάκων επί 1 εβδομάδα. Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 10 ώρες. Στους -20º C έως 6 μήνες. | EIA | 0.02 - 0.2 ng/ml | |
Α | ΑΔΡΕΝΑΛΙΝΗ / ΕΠΙΝΕΦΡΙΝΗ ΟΥΡΩΝ 24/ΩΡΟΥ | Εντός 6 ημερών | 10ml Ούρα 24/ώρου. Συλλογή με 10 ml HCL 6M. Αποφυγή άσκησης, stress, ασπιρίνης, καφέ, τσάι, μπανάνας και καπνίσματος. Διακοπή αντιυπερτασικών φαρμάκων επί 1 εβδομάδα. Αποφυγή έκθεσης στο ηλιακό φως (πχ. κάλυψη με αλουμινόχαρτο). Στους 2-8º C κατά τη συλλογή. Στους -20º C έως 6 μήνες. | EIA | < 15 μg/24h | |
Α | ΑΖΩΤΟ ΟΥΡΙΑΣ (BUN) | Αυθημερόν | 1.0 ml ορός ή πλάσμα (ΕDΤΑ). Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | Ενζυμική-Κινητική | 9.0 - 23 mg/dl | |
Α | ΑΖΩΤΟ ΟΥΡΙΑΣ (BUN) ΟΥΡΩΝ 24/ΩΡΟΥ | Αυθημερόν | 2ml Ούρα 24/ώρου. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. | Ενζυμική-Κινητική | 12 - 20 g/24h | |
Α | ΑΘΗΡΩΜΑΤΙΚΟΣ ΔΕΙΚΤΗΣ (CHOL/HDL) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός η πλάσμα(ΕDΤΑ). Μετά από 12ώρη νηστεία. Στους 2-8º C για 7 ημέρες | Υπολογιστική | Επιθυμητό < 5.0 | |
Α | ΑΙΜΑΤΟΚΡΙΤΗΣ | Αυθημερόν | 2.5 ml ολικό αίμα (EDTA). Συνιστάται δείγμα πρόσφατης λήψης. Στους 2-8º C για 2 ημέρες. | Κυτταρομετρία ροής. Έμμεσος προσδιορισμός | Άνδρες: 40 - 52 % Γυναίκες: 36 - 48 % Παιδιά: 8 μηνών - 3 ετών: 35-43% 4 - 5 ετών: 31- 43% 6 - 12 ετών: 33 - 45% | |
Α | ΑΙΜΟΣΦΑΙΡΙΝΗ | Αυθημερόν | 2.5 ml ολικό αίμα (EDTA). Συνιστάται δείγμα πρόσφατης λήψης. Στους 2-8º C για 2 ημέρες. | Κυτταρομετρία ροής Έμμεσος προσδιορισμός | Άνδρες: 13.5 - 17.5 g/dl Γυναίκες: 11.5 - 15.5 g/dl Παιδιά: 1 - 3 ετών: 10.8 - 12.8 g/dl 4 - 5 ετών: 10.7 - 14.7 g/dl 6 - 12 ετών: 10.8 - 15.6 g/dl | |
Α | ΑΛΒΟΥΜΙΝΗ (ALB) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (Ηπαρίνης). Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 15-25º C έως 2,5 μήνες. Στους 2-8º C έως 5 μήνες. | Χρωματομετρική (εσώκλειστο ALB-Atellica -Siemens) | Ενήλικες: 3.2 - 4.8 g/dl Παιδιά: 6μηνών - 1 έτους: 2.2 - 4.7 g/dl 1 - 3 ετών: 3.5 - 4.2 g/dl 4 - 6 ετών: 3.6 - 5.2 g/dl 7 - 15 ετών: 3.8 - 5.6 g/dl | |
Α | ΑΛΔΟΛΑΣΗ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Άμεσος διαχωρισμός. Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 24 ώρες. Στους -20º C έως 10 ημέρες. | Ενζυμική-Κινητική | Ενήλικες: 1.5 - 12.0 U/l Παιδιά: > 2 ετών: 2.3 - 13.5 U/l | |
Α | ΑΛΔΟΣΤΕΡΟΝΗ (ALDO) | Την επομένη | 0.5 ml ορός. Φυσιολογική δίαιτα άλατος. Διακοπή των φαρμάκων επί 2 εβδομάδες. Αποφυγή stress. Η λήψη σε ύπτια θέση γίνεται αφού ο ασθενής μείνει για 30 τουλάχιστον λεπτά ύπτιος. Η λήψη σε όρθια θέση γίνεται αφού παραμείνει όρθιος για τουλάχιστον 30 λεπτά. Σε περιπατητικούς ασθενείς η λήψη σε όρθια θέση γίνεται αμέσως μόλις προσέλθουν στο εργαστήριο. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. Στους -20º C έως 4 εβδομάδες. | Χημειοφωταυγεια | Ενήλικες: Ύπτια: 28 - 239 pg/ml Όρθια: 28 - 376 pg/ml 2-5 φορές μεγαλύτερες τιμές σε χαμηλή δίαιτα άλατος Παιδιά σε ηρεμία: 1 - 4 ετών: 50 - 600 pg/ml 5 - 8 ετών: 40 - 760 pg/ml 9 - 12 ετών: 30 - 280 pg/ml 13 - 16 ετών: 10 - 180 pg/ml | |
Α | ΑΛΔΟΣΤΕΡΟΝΗ (ALDO) ΟΥΡΩΝ 24/ΩΡΟΥ | Εντός 2 ημερών | 2 ml Ούρα 24/ώρου. Φυσιολογική δίαιτα άλατος. Διακοπή των φαρμάκων επί 2 εβδομάδες. Αποφυγή stress. Στους 2-8º C έως 24 ώρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | ΕΙΑ | Eνήλικες: Ολικό Να ούρων 24h < 20mmol/24h: 35 - 80 μg/24h Ολικό Να ούρων 24h 20 - 50 mmol/24h: 13 - 33 μg/24h Ολικό Να ούρων 24h 50 - 100 mmol/24h: 5 - 24 μg/24h Ολικό Να ούρων 24h 100 - 150 mmol/24h: 3 - 19 μg/24h Ολικό Να ούρων 24h > 150 mmol/24h: 1 - 16 μg/24h Παιδιά: 2 - 7 ετών: 0.5 - 5.7 μg/24h 8 - 11 ετών: 0.5 - 10.2 μg/24h 12 - 16 ετών: 0.5 - 15.6 μg/24h | |
Α | ΑΛΚΑΛΙΚΗ ΦΩΣΦΑΤΑΣΗ (ALP) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορού η πλάσμα (Ηπαρίνης). Aιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 15-25º C έως 7 ημέρες. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. Στους -20º C για 2 μήνες. | Ενζυμική-Κινητική AMP (εσώκλειστο ALPAMP- Atellica - Siemens) | Ενήλικες: 46 - 116 IU/L Παιδιά: 6μηνών - 1 έτους:100 - 400 IU/L 1 - 3 ετών: 180 - 380 IU/L 4 - 6 ετών: 190 - 450 IU/L 7 - 9 ετών: 220 - 500 IU/L 10 - 11 ετών: 175 - 620 IU/L 12 - 13 ετών: 250 - 580 IU/L 14 - 15 ετών: 170 - 620 IU/L 16 - 19 ετών: 100 - 320 IU/L | |
Α | ΑΜΕΣΗ COOMBS | Αυθημερόν | 2.5 ml ολικό αίμα (EDTA) | Συγκολλητινοαντίδραση | Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΜΙΝΟΤΕΛΙΚΟ ΠΡΟΠΕΠΤΙΔΙΟ ΠΡΟΚΟΛΛΑΓΟΝΟΥ ΤΥΠΟΥ Ι (P1NP) | Εντός 3 ημερών | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | Ηλεκτροχημειοφωταύγ. (CLIA) | Ενήλικες: 15 - 59 μg/l Μετά εμμηνόπαυση: 16 - 74 μg/l | |
Α | ΑΜΙΝΟ-ΤΕΛΙΚΟ ΤΕΛΟΠΕΠΤΙΔΙΟ ΟΣΤΙΚΟΥ ΚΟΛΛΑΓΟΝΟΥ ΟΡΟΥ (N-Tx) | Εντός 3 ημερών | 0.5 ml ορός. Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 24 ώρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | EIA | Άνδρες: 5 - 24 nM BCE/l Γυναίκες: 6 - 19 nM BCE/l | |
Α | ΑΜΙΝΟ-ΤΕΛΙΚΟ ΤΕΛΟΠΕΠΤΙΔΙΟ ΟΣΤΙΚΟΥ ΚΟΛΛΑΓΟΝΟΥ ΟΥΡΩΝ (N-Tx) | Εντός 3 ημερών | 10 ml Ούρα 24/ώρου ή 10ml Ούρα 2ης πρωινής ούρησης. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | EIA | Άνδρες: 3.0 - 51 nM BCE/mmol κρεατινίνης Γυναίκες: 5.0 - 65 nM BCE/mmol κρεατινίνης | |
Α | ΑΜΙΟΔΑΡΟΝΗ (ANGORON) | Εντός 6 ημερών | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 24 ώρες. Στους -20º C έως 6 μήνες. | FPIA | Θερ.συγκ.: 0.5 - 2.5 mg/l | |
Α | ΑΜΜΩΝΙΑ (ΝΗ3) | Αυθημερόν | 0.5 ml πλάσμα (EDTA). Συλλογή αίματος από νηστικό ασθενή, από φλέβα χωρίς στάση. Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Άμεσος διαχωρισμός και κατάψυξη. Αποφυγή καπνίσματος. | Ενζυμική-Κινητική | Ενήλικες: 15 - 45 μg/dl Παιδιά: 1 - 5 ετών: 28 - 70 μg/dl | |
Α | ΑΜΥΛΑΣΗ (ΔΙΑΣΤΑΣΗ) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 15-25º C έως 7 ημέρες. Στους 2-8º C έως 1μήνα. | Ενζυμική-Κινητική (εσώκλειστο AMYLAS-Atellica -Siemens) | 30 - 120 IU/l | |
Α | ΑΜΥΛΑΣΗ (ΔΙΑΣΤΑΣΗ) ΟΥΡΩΝ | Αυθημερόν | 2 ml Ούρα 24ώρου η τυχαίας ούρησης. Χωρίς συντηρητικό. Στους 2-8º C έως 10 ημέρες. | Ενζυμική-Κινητική | Τυχαίο δείγμα: < 650 IU/l Ούρα 24h: < 410 IU/24h | |
Α | ΑΜΦΕΤΑΜΙΝΕΣ | Αυθημερόν | 3 ml Ούρα τυχαίας ούρησης | Αρνητικό (-) | ||
Α | ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΠΙ ΤΩΝ ΝΚ ΚΥΤΤΑΡΩΝ | Εντός 6 ημερών | 5 ml ολικό αίμα (EDTA). Στους 2-8 º C. | PCR | Ειδικό έντυπο | |
Α | ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΡΥΟΤΥΠΟΥ | Εντός 30 ημερών | 10 ml ολικό αίμα (EDTA). Στους 2-8º C. | Καλλιέργεια κυττάρων | Ειδικό έντυπο | |
Α | ΑΝΑΣΤΑΛΤΙΝΗ (INHIBIN Β) | Εντός 6 ημερών | 2.0 ml ορός. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | EIA | Άνδρες: < 305 pg/ml, Γυναίκες: < 255 pg/ml Mετά εμμηνόπαυση: < 30 pg/ml Παιδιά: 10 - 13 ετών: 42 - 340 pg/ml, 14 - 17 ετών: 68 - 300 pg/ml, | |
Α | ΑΝΑΣΤΟΛΕΑΣ ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΣΗΣ ΠΛΑΣΜΙΝΟΓΟΝΟΥ (PAI) | Εντός 2 ημερών | 0.5 ml πλάσμα (CITRATE ). Άμεσος διαχωρισμός. Στους 2-8º C έως 8 ώρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Χρωματομετρική | 0.3 - 3.5 U/ml | |
Α | ΑΝΤΙΠΗΚΤΙΚΟ ΛΥΚΟΥ | Εντός 2 ημερών | 0.5 ml πλάσμα ( CITRATE ). Άμεσος διαχωρισμός. Στους 2-8º C έως 8 ώρες. Στους -20º C έως 10 ημέρες. | Πηκτική ανάλυση | LA1 : 31 - 44 sec Δοκιμασία ελέγχου LA2 : 30 - 38 sec Δοκιμασία επιβεβαιωτική LA1/LA2 : < 1.5 Προσδιορισμός του LA2 διενεργείται όταν ο χρόνος του LA1 είναι > 44 sec | |
Α | ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΛΛΑΞΗΣ ΤΟΥ ΓΟΝΙΔΙΟΥ ΤΗΣ ΓΛΥΚΟΠΡΩΤΕΙΝΗΣ | Εντός 10 ημερών | 5 ml ολικό αίμα (EDTA). Στους 2-8º C. | PCR | Ειδικό έντυπο | |
Α | ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΛΛΑΞΗΣ ΤΟΥ ΓΟΝΙΔΙΟΥ ΤΗΣ ΟΜΟΚΥΣΤΕΪΝΗΣ Α1298C | Εντός 4 ημερών | 5 ml ολικό αίμα (EDTA). Στους 2-8º C. | PCR | Ειδικό έντυπο | |
Α | ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΛΛΑΞΗΣ ΤΟΥ ΓΟΝΙΔΙΟΥ ΤΗΣ ΟΜΟΚΥΣΤΕΪΝΗΣ C677T | Εντός 4 ημερών | 5 ml ολικό αίμα (EDTA). Στους 2-8º C. | PCR | Ειδικό έντυπο | |
Α | ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΛΛΑΞΗΣ ΤΟΥ ΓΟΝΙΔΙΟΥ ΤΗΣ ΠΡΟΘΡΟΜΒΙΝΗΣ | Εντός 6 ημερών | 5 ml ολικό αίμα (EDTA). Στους 2-8º C. | PCR | Ειδικό έντυπο | |
Α | ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΛΛΑΞΗΣ ΤΟΥ ΓΟΝΙΔΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑ V (FV-LEIDEN) | Εντός 4 ημερών | 5 ml ολικό αίμα (EDTA). Στους 2-8º C. | PCR | Ειδικό έντυπο | |
Α | ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΛΛΑΞΗΣ ΤΟΥ ΓΟΝΙΔΙΟΥ PAI-1 | Εντός 6 ημερών | 5 ml ολικό αίμα (EDTA). Στους 2-8º C. | PCR | Ειδικό έντυπο | |
Α | ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ TOY ΒΑΚΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ ΒΡΟΥΚΕΛΛΑΣ | Εντός 8 ημερών | 5 ml ολικό αίμα (EDTA) ή οποιοδήποτε βιολογικό υγρό. Στους 2-8º C. | PCR | Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ TOY ΒΑΚΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ ΛΕΓΙΟΝΕΛΛΑΣ (L.PNEUMOPHILA) | Εντός 10 ημερών | 5 ml ολικό αίμα (EDTA) ή οποιοδήποτε βιολογικό υγρό. Στους 2-8º C. | PCR | Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΤΟΥ ΙΟΥ ΤΗΣ ΓΡΙΠΗΣ Α | Αυθημερόν | Ρινοφαρυγγικό, φαρυγγικό επίχρισμα. Στους 2-8º C έως 24 ώρες. | Ανοσοχρωματογραφία | Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΤΟΥ ΙΟΥ ΤΗΣ ΗΠΑΤΙΤΙΔΑΣ Β HBV-DNA (Ποιοτικός & ποσοτικός προσδιορισμός) | Εντός 6 ημερών | 2.0 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | PCR | Ειδικό έντυπο | |
Α | ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΤΟΥ ΙΟΥ ΤΗΣ ΗΠΑΤΙΤΙΔΑΣ C HCV-RNA (Ποιοτικός & ποσοτικός προσδιορισμός) | Εντός 7 ημερών | 2.0 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Μεταφορά δείγματος στους 2-8º C Στους 2-8º C έως 8 ώρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | PCR | Ειδικό έντυπο | |
A | ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΤΟΥ ΙΟΥ SARS CoV-2 | Αυθημερόν | Ρινοφαρυγγικό ή φαρυγγικό επίχρισμα. Στυλεός με άκρο από συνθετικό υλικό που τοποθετείται σε ειδικό σωληνάριο με υγρό μεταφοράς ιών ή 0.5ml φυσιολογικό ορό. | PCR | Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΤΟΥ ΙΟΥ ΤΗΣ ΛΟΙΜΩΔΟΥΣ ΜΟΝΟΠΥΡΗΝΩΣΗΣ (EBV-DNA) | Εντός 10 ημερών | 5.0 ml ολικό αίμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 24 ώρες | PCR | Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΤΟΥ ΜΥΚΟΒΑΚΤΗΡΙΔΙΟΥ ΤΗΣ ΦΥΜΑΤΙΩΣΗΣ (MYCOBACTERIUM TUBERCULOSIS) | Εντός 10 ημερών | Βιολογικά υγρά σε στείρα σωληνάρια EDTA, πτύελα και ούρα σε αποστειρωμένα δοχεία. Στους 2-8º C. | PCR | Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΤΟΥ ΤΟΞΟΠΛΑΣΜΑΤΟΣ | Εντός 8 ημερών | 5 ml ολικό αίμα (EDTA) ή οποιοδήποτε βιολογικό υγρό. Στους 2-8º C. | PCR | Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ / ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΙΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΘΗΛΩΜΑΤΟΣ (PAPILOMA VIRUS/ HPV-DNA) | Εντός 7 ημερών | Κολποτραχηλικό ή ουριθρικό επίχρισμα. Λήψη δείγματος με αποστειρωμένη ψήκτρα και ρυθμιστικό διάλυμα. Στους 2-8º C. | PCR | Ειδικό έντυπο | |
Α | ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ TΩΝ ΙΩΝ ΕΡΠΗΤΑ I ΚΑΙ II | Εντός 6 ημερών | 5 ml ολικό αίμα (EDTA) ή οποιοδήποτε βιολογικό υγρό. Στους 2-8º C. | PCR | Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΧΛΑΜΥΔΙΩΝ (PNEUMONIA / PSITTACI) | Εντός 8 ημερών | 5 ml ολικό αίμα (EDTA) ή οποιοδήποτε βιολογικό υγρό. Στους 2-8º C. | PCR | Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΟΣΟΗΛΕΚΤΡΟΦΟΡΗΣΗ ΠΡΩΤΕΙΝΩΝ ΕΝΥ | Εντός 3 ημερών | 1 ml ΕΝΥ. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | Αγαρόζη | Μη ανίχνευση παραπρωτεϊνών | |
Α | ΑΝΟΣΟΗΛΕΚΤΡΟΦΟΡΗΣΗ ΠΡΩΤΕΙΝΩΝ ΟΡΟΥ | Την επομένη ημέρα | 1 ml ορός. Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 2 εβδομάδες. | Αγαρόζη | Μη ανίχνευση παραπρωτεϊνών | |
Α | ΑΝΟΣΟΗΛΕΚΤΡΟΦΟΡΗΣΗ ΠΡΩΤΕΙΝΩΝ ΟΥΡΩΝ | Εντός 3 ημερών | 10 ml ούρα 24/ώρου. Στους 2-8º C έως 4 ημέρες. | Αγαρόζη | Μη ανίχνευση κ, λ αλυσίδων | |
Α | ΑΝΟΣΟΣΦΑΙΡΙΝΗ IgA | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα Ηπαρίνης λιθίου. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. Στους -20º C έως 6 μήνες. | Θολοσιμετρική | Ενήλικες: 40 - 350 mg/dl Παιδιά: < 1 μηνών: 2 - 50 mg/dl 2 - 5 μηνών: 4 - 80 mg/dl 6 - 12 μηνών: 8 - 90 mg/dl 1 - 2 ετών: 15 - 110 mg/dl 2 - 5 ετών: 18 - 160 mg/dl 6 - 8 ετών: 35 - 200 mg/dl 9 - 12 ετών: 45 - 250 mg/dl | Οι ανοσοσφαιρίνες συνθέτουν μια ομάδα πρωτεϊνών που είναι γενικά υπεύθυνες για την απομάκρυνση ξένων ουσιών (όπως βακτήρια, ιούς και τοξίνες) από τον οργανισμό. Έχουν προσδιοριστεί πέντε κύριες κατηγορίες ανοσοσφαιρινών, που διαφέρουν κατά κάποιο τρόπο στη δομή και τη λειτουργία, και αναφέρονται ως IgA, IgG, IgM, IgE, και IgD. Βασικά συστατικά του ορού είναι οι IgA, IgG, και IgM. Η ανοσοσφαιρίνη IgA αποτελεί περίπου το 10% των ολικών ανοσοσφαιρινών στον ορό. Διμερείς και τριμερείς μορφές της IgA παρατηρούνται στις εξωκρινείς εκκρίσεις, καθώς και στις βλεννογονικές στιβάδες του εντέρου και του ουρογεννητικού σωλήνα. Διαδραματίζει σημαντικό ρόλο ως πρώτη γραμμή άμυνας έναντι μικροβιακής λοίμωξης, μέσω σύνδεσης σε βακτήρια κατά τρόπο που αναστέλλει την είσοδό τους στον οργανισμό. Μειωμένες επίπεδα IgA παρατηρούνται σε: Επίκτητη αγαμμασφαιριναιμία (πρωτοπαθής και δευτεροπαθής), Κληρονομική θυμική απλασία, Μακροσφαιριναιμία, Νεφρωσικό συνδρομο, Μυέλωμα μη IgA. Αυξημένα επίπεδα IgA παρατηρούνται σε: Μονοκλωνική γαμμασφαιρινοπάθεια IgA, Κίρρωση του ήπατος, Χρόνιες λοιμώξεις, Ρευματοειδής αρθρίτιδα με υψηλούς τίτλους RF, Σαρκοείδωση. |
Α | ΑΝΟΣΟΣΦΑΙΡΙΝΗ IgD | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα Ηπαρίνης λιθίου. Στους 2-8º C έως 1 μήνα. | Θολοσιμετρική | Ενήλικες: 0 - 8 mg/dl Νεογέννητα: < 1.0 mg/dl | Η ανοσοσφαιρίνη IgD αποτελεί λιγότερο από 1% των ανοσοσφαιρινών του ορού. Η δομή της είναι παρόμοια με την IgG. Η IgD, όπως και η IgΜ, αποτελεί υποδοχέα επιφανείας για αντιγόνα στα β-λεμφοκύτταρα.Το 75% της IgDβρίσκεται στον ενδοαγγειακό χώρο. Μειωμένες επίπεδα IgD παρατηρούνται σε: Επίκτητη ανοσοανεπάρκεια, Μυέλωμα μη IgD, Κληρονομική έλλειψη. Αυξημένα επίπεδα IgD παρατηρούνται σε: Χρονιες λοιμώξεις, Μυέλωμα IgD, Χρονιες ηπατοκές νόσοι. |
Α | ΑΝΟΣΟΣΦΑΙΡΙΝΗ IgE | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C για > από 2 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) (Εσώκλειστο IgE Atellica Siemens) | Ενήλικες: < 158 IU/ml Παιδιά: < 1 έτους: < 52 IU/ml 1 - 4 ετών: < 352 IU/ml 5 - 10 ετών: < 393 IU/ml 11 - 15 ετών: 1.9 - 170 IU/ml | Η ανοσοσφαιρίνη Ε (IgE) είναι μια πρωτεΐνη που βρίσκεται σε ίχνη (trace protein) στον ορό και φυσιολογικά αντιστοιχεί σε λιγότερο από 0,001% του συνόλου των ανοσοσφαιρινών του ορού. Επειδή η IgE είναι ένα διαμεσολαβητής της αλλεργικής απόκρισης, η ποσοτική μέτρηση της IgE ορού, όταν συνεκτιμηθεί με άλλους κλινικούς δείκτες, παρέχει χρήσιμες πληροφορίες για τη κλινική διαφορική διάγνωση των ατοπικών νόσων από τις μη ατοπικές. Οι ασθενείς με ατοπική νόσο, συμπεριλαμβανομένων του αλλεργικού άσθματος, της αλλεργικής ρινίτιδας και της ατοπικής δερματίτιδας, έχουν συχνά μέτρια αύξηση των επιπέδων IgE ορού. Ωστόσο, εάν το επίπεδο της IgE ορού βρίσκεται εντός των ορίων των φυσιολογικά αναμενόμενων τιμών, αυτό δεν αποκλείει μια περιορισμένη ομάδα αλλεργιών που εξαρτώνται από την IgE. Οι μετρήσεις της ολικής IgE ορού ενδέχεται να έχουν μεγαλύτερη αξία για τα παιδιά ως βοήθημα για τη διαφορική διάγνωση μεταξύ ατοπικών ατόμων από μη ατοπικά και για την πρόβλεψη της πιθανότητας εμφάνισης αλλεργικών νόσων. Η αυξημένη IgE ορού σε νεογνά και παιδιά ηλικίας μικρότερης των 2 ετών σχετίζεται συχνά με ανάπτυξη κλινικά σημαντικών ατοπικών αλλεργικών αντιδράσεων. Δεν υπάρχει, ωστόσο, στενή συσχέτιση μεταξύ της σοβαρότητας της αλλεργικής αντίδρασης και της συγκέντρωσης των αντισωμάτων IgE του ορού. Τα επίπεδα της ολικής IgE ορού ενδέχεται επίσης να είναι αυξημένα παρουσία ορισμένων κλινικών παθήσεων που δεν σχετίζονται με αλλεργία. Σε αυτές τις κλινικές παθήσεις περιλαμβάνονται παρασιτικές λοιμώξεις, καταστάσεις ανοσοανεπάρκειας, αυτοάνοσες νόσοι, η νόσος του Hodgkin, η βρογχοπνευμονική ασπεργίλλωση, το IgE μυέλωμα και σύνδρομο Sezary.4 |
Α | ΑΝΟΣΟΣΦΑΙΡΙΝΗ IgG | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα Ηπαρίνης λιθίου. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. Στους -20º C έως 3 μήνες. | Θολοσιμετρική | Ενήλικες: 650 - 1600 mg/dl Παιδιά: < 1 μηνών: 250 - 900 mg/dl 2 - 5 μηνών: 200 - 700 mg/dl 6 - 12 μηνών: 250 - 1000 mg/dl 1 - 2 ετών: 340 - 1200 mg/dl 2 - 3 ετών: 420 - 1200 mg/dl 4 - 6 ετών: 460 - 1240 mg/dl 7 - 12 ετών: 650 - 1400 mg/dl | Η κύρια ανοσοσφαιρίνη που παράγεται από τα πλασματοκύτταρα είναι η IgG. Αποτελεί το 70-75% των ανοσοσφαιρινών. Υπάρχουν τέσσερις διακριτοί επιμέρους τύποι: IgG1, IgG2, IgG3 και IgG4. Διαφοροποιούνται σύμφωνα με τη δομή, την ικανότητα δημιουργίας συμπληρώματος, την ικανότητα μεταφοράς διαμέσου του πλακούντα και τις ημιζωές. Συνήθως, τα ανοσοεπαρκή άτομα παρουσιάζουν αυξήσεις στα πολυκλωνικά αντισώματα της IgG, ενώ αποκρίνονται σε λοιμώδεις ή φλεγμονώδεις διαδικασίες. Αντιθέτως, τα άτομα που παρουσιάζουν αυξημένη ευαισθησία σε λοιμώξεις πρέπει να ελέγχονται ως προς τα επίπεδα ανοσοσφαιρινών, και ειδικά της IgG. Η παρουσία μονοκλωνικής παραπρωτεΐνης IgG αποτελεί διαγνωστικό παράγοντα μυελώματος σε συνδυασμό με αυξημένα κύτταρα πλάσματος στο μυελό των οστών ή με στοιχεία οστεολυτικών αλλοιώσεων. Μειωμένες επίπεδα IgG παρατηρούνται σε: Αγαμασφαιριναιμία, Νεφρωσικό σύνδρομο, Χρόνια λεμφοβλαστική λευχαιμία, Μυέλωμα μη IgG, Εγκαύματα, Ανοσοκατασταλτική θεραπεία. Αυξημένα επίπεδα IgG παρατηρούνται σε: Μονοκλωνική γαμμασφαιρινοπάθεια IgG, Χρόνια ενεργή Ηπατίτιδα, Ρευματοειδής αρθρίτιδα, Σαρκοείδωση, Χρόνιες λοιμώξεις. |
Α | ΑΝΟΣΟΣΦΑΙΡΙΝΗ IgG ΥΠΟΤΑΞΕΙΣ | Εντός 6 ημερών | 2 ml ορός. Στους 2-8º C για 7 ημέρες. | Θολοσιμετρική | Ενήλικες: IgG1: 490 - 1140 mg/dl IgG2: 150 - 640 mg/dl IgG3: 20 - 110 mg/dl IgG4: 8 - 140 mg/dl Παιδιά: 2 - 4 ετών IgG1: 320 - 940 mg/dl IgG2: 60 - 300 mg/dl IgG3: 13 - 126 mg/dl IgG4: 1.0 - 150 mg/dl 4 - 9 ετών IgG1: 370 - 1080 mg/dl IgG2: 75 - 410 mg/dl IgG3: 13 - 142 mg/dl IgG4: 1.0 - 210 mg/dl 9 - 12 ετών IgG1: 400 - 1150 mg/dl IgG2: 98 - 480 mg/dl IgG3: 15 - 149 mg/dl IgG4: 4.0 - 230 mg/dl | |
Α | ΑΝΟΣΟΣΦΑΙΡΙΝΗ IgM | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 4 μήνες. | Θολοσιμετρική | Ενήλικες: 50 - 300 mg/dl Παιδιά: < 1 μηνών: 20 - 80 mg/dl 2 - 5 μηνών: 25 - 100 mg/dl 6 - 12 μηνών: 35 - 140 mg/dl 1 - 8 χρονών: 45 - 200 mg/dl 9 - 12 χρονών: 50 - 250 mg/dl | Οι ανοσοσφαιρίνες συνθέτουν μια ομάδα πρωτεϊνών που είναι γενικά υπεύθυνες για την απομάκρυνση ξένων ουσιών (όπως βακτήρια, ιοί και τοξίνες) από τον οργανισμό. Η IgM αποτελεί περίπου το 6% της ολικής συγκέντρωσης ανοσοσφαιρινών στον ορό. Οι λειτουργίες της IgM είναι παρόμοιες με αυτές της IgG. Το μεγάλο της μέγεθος δεν επιτρέπει τη δίοδο της σε εξωαγγειακούς χώρους. Η IgM είναι η πρώτη ανοσοσφαιρίνη που εμφανίζεται κατά την απάντηση σε διέγερση από αντιγόνο λοιμογόνο παράγοντα. Τα επίπεδα της στη συνέχεια πέφτουν, ενώ αυξάνονται σημαντικά τα επίπεδα της IgG. Αυξημένα επίπεδα σε αίμα ομφάλιου λώρου ή κατά τη διάρκεια της πρώτης εβδομάδας της ζωής υποδηλώνον ενδομήτρια λοίμωξη(π.χ. Ερυθρά,Τοξόπλασμα και CMV. Μειωμένα επίπεδα IgM παρατηρούνται σε: Αγαμμασφαιριναιμία, Μυέλωμα IgG και IgA, Εγκαύματα, Ανοσοκατασταλτική θεραπεία, Χρόνια λεμφοβλαστική λευχαιμία. Αυξημένα επίπεδα IgM παρατηρούνται σε: Χρόνιες λοιμώξεις, Μακροσφαιριναιμία Waldenstrom, Ηπατίτιδα, Ρευματοειδής αρθρίτιδα, Νεφρωσικό σύνδρομο. |
Α | ΑΝΤΙΓΟΝΑ ΙΣΤΟΣΥΜΒΑΤΟΤΗΤΑΣ HLA A | Εντός 10 ημερών | 10 ml ολικό αίμα (EDTA). Στους 2-8º C. | PCR | Ειδικό έντυπο | |
Α | ΑΝΤΙΓΟΝΟ ΙΣΤΟΣΥΜΒΑΤΟΤΗΤΑΣ HLA A - B - C (ΤΑΞΗΣ Ι ) | Εντός 10 ημερών | 10 ml ολικό αίμα (EDTA). Στους 2-8º C. | PCR | Ειδικό έντυπο | |
Α | ΑΝΤΙΓΟΝΑ ΙΣΤΟΣΥΜΒΑΤΟΤΗΤΑΣ HLA B | Εντός 10 ημερών | 10 ml ολικό αίμα (EDTA). Στους 2-8º C. | PCR | Ειδικό έντυπο | |
Α | ΑΝΤΙΓΟΝΟ ΙΣΤΟΣΥΜΒΑΤΟΤΗΤΑΣ HLA B-27 | Εντός 4 ημερών | 5 ml ολικό αίμα (EDTA). Στους 2-8º C. | PCR ή Κυτταρομετρία Ροής | Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΤΙΓΟΝΑ ΙΣΤΟΣΥΜΒΑΤΟΤΗΤΑΣ HLA C | Εντός 10 ημερών | 10 ml ολικό αίμα (EDTA). Στους 2-8º C. | PCR | Ειδικό έντυπο | |
Α | ΑΝΤΙΓΟΝΑ ΙΣΤΟΣΥΜΒΑΤΟΤΗΤΑΣ HLA DQ | Εντός 10 ημερών | 10 ml ολικό αίμα (EDTA). Στους 2-8º C. | PCR | Ειδικό έντυπο | |
Α | ΑΝΤΙΓΟΝΑ ΙΣΤΟΣΥΜΒΑΤΟΤΗΤΑΣ HLA DR | Εντός 10 ημερών | 10 ml ολικό αίμα (EDTA). Στους 2-8º C. | PCR | Ειδικό έντυπο | |
Α | ΑΝΤΙΓΟΝΟ ΙΣΤΟΣΥΜΒΑΤΟΤΗΤΑΣ HLA DR - DQ - DP (ΤΑΞΗΣ ΙΙ ) | Εντός 10 ημερών | 10 ml ολικό αίμα (EDTA). Στους 2-8º C. | PCR | Ειδικό έντυπο | |
Α | ΑΝΤΙΓΟΝΟ e (HbeAg) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Ηλεκτροχημειοφωταύγ. (ECLIA) | Index : < 1.0 Αρνητικό (-) ≥ 1.0 Θετικό | Η ανίχνευση του αντιγόνου HBe είναι δείκτης οξείας λοίμωξης και αντιγραφής ιού. Η εξαφάνιση του HBeAg και η εμφάνιση του αντισώματος κατά του HBe μαζί με άλλους δείκτες HBV επιτρέπουν στον κλινικό ιατρό να καθορίσει μια πρόγνωση και να παρακολουθήσει την εξέλιξη της νόσου από οξεία σε χρόνια ή σε κατάσταση ανάκαμψης, καθώς και να παρακολουθεί την αντιιική θεραπεία. |
Α | ΑΝΤΙΔΙΟΥΡΙΤΙΚΗ (hADH-VASOPRESSIN) | Εντός 3 ημερών | 2.0 ml παγωμένο πλάσμα (EDTA ). Άμεσος διαχωρισμός και διατήρηση στους -20º C σε πλαστικό σωληνάριο. Μετά από 12ωρη νηστεία και 6 ώρες χωρίς υγρά συμπεριλαμβανομένου και του νερού. | EIA | < 8 pg/ml > 60 ετών: < 12 pg/ml | |
Α | ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ WIDAL | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός η πλάσμα. Αποφυγή αιμόλυσης. Στους 2-8º C για 7 ημέρες | Συγκολλητινοαντίδραση | < 1/40 Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ WRIGHT | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός η πλάσμα. Αποφυγή αιμόλυσης. Στους 2-8º C για 7 ημέρες | Συγκολλητινοαντίδραση | < 1/40 Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝTΙΘΡΟΜΒΙΝΗ ΙΙΙ | Αυθημερόν | 0.5 ml πλάσμα (CITRATE ). Άμεση φυγοκέντρηση στις 4000 στροφές για τουλάχιστον 15' και διαχωρισμός. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Χρωματομετρική | 79 - 112 % | Η αντιθρομβίνη ιιι είναι ένας αναστολέας πλάσματος της θρομβίνης και του ενεργοποιημένου παράγοντα Χ και σχηματίζει ένα μη αναστρέψιμο αδρανές σύμπλοκο με αυτά τα ένζυμα. Οι επίκτητες ανεπάρκειες αντιθρομβίνης ιιι συχνά παρουσιάζονται ως αποτέλεσμα κατανάλωσης μετά από σοβαρές επεμβάσεις ή διάχυτη ενδαγγειακή πήξη (DIC) συνδεόμενη με σήψη, νέφρωση, παρεγχυματική ηπατική βλάβη (ηπατίτιδα, τοξίκωση από ουσίες, αλκοολισμός) και αντισυλληπτικά που περιέχουν οιστρογόνα. Η εξέταση καθιστά δυνατή την πρώιμη ανίχνευση ασθενών με αυξημένο κίνδυνο θρόμβωσης. |
Α | ΑΝΤΙΘΥΡΕΟΕΙΔΙΚΑ ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ 1.ΑΝΤΙΘΥΡΕΟΣΦΑΙΡΙΝΙΚΑ (ANTI-TG) 2.ΘΥΡΕΟΕΙΔΙΚΗΣ ΥΠΕΡΟΞΕΙΔΑΣΗΣ (ANTI-TPO) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα(EDTA). Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -200º C έως 1 μήνα. | Χημειοφωταύγ. (CLIA) (Εσώκλειστο A-TG,TPO Atellica Siemens) | ANTI-TG: < 4.5 U/ml ANTI-TPO: < 60 U/ml | 1.Η θυρεοσφαιρίνη (Tg) είναι μια μεγάλη ετερογενής γλυκοπρωτεΐνη (MW 660.000) που απαντάται στα θυλακιώδη κύτταρα του θυρεοειδούς. Η θυρεοσφαιρίνη διαδραματίζει έναν σημαντικό ρόλο στη βιοσύνθεση των θυρεοειδικών ορμονών (T3 και T4). Όταν διεγείρεται ο θυρεοειδής, η θυρεοσφαιρίνη διασπάται και οι θυρεοειδικές ορμόνες (T3 και T4) απελευθερώνονται στην κυκλοφορία του αίματος. Η μέτρηση των αυτοαντισωμάτων έναντι της θυρεοσφαιρίνης (Anti-TG) είναι χρήσιμη στην αναγνώριση ασθενών με αυτοάνοση θυρεοειδοπάθεια. Τα επίπεδα των Anti-TG αυξάνουν σε 80%–100% των ασθενών με θυρεοειδίτιδα του Hashimoto ή χρόνια θυρεοειδίτιδα, σε 60%–70% των ασθενών με νόσο του Graves και σε 10%–20% των ασθενών με υποξεία θυρεοειδίτιδα. Λόγω της ετερογένειας της θυρεοσφαιρίνης, τα αντισώματα έχουν ανιχνευτεί και σε άλλες νόσους, σε ηλικιωμένους ασθενείς, καθώς και σε κλινικά φυσιολογικά, ευθυρεοειδικά άτομα. Έχουν ανιχνευτεί, επίσης, σε ασθενείς με ιδιοπαθή νόσο του Addison και σε ορισμένους ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου Ι. 2.Η θυρεοειδική υπεροξειδάση (ΤPO) είναι μια μεμβρανική γλυκοζυλιωμένη πρωτεΐνη που περιέχει αίμη και η οποία απαντάται στην κορυφαία κυτταρική μεμβράνη των θυρεοειδικών θυλακιωδών κυττάρων. Η TPO καταλύει την ιωδίωση των καταλοίπων τυροσίνης της θυρεοσφαιρίνης με αποτέλεσμα τη σύνθεση των θυρεοειδικών ορμονών (T3 και T4). Τα επίπεδα των αντισωμάτων έναντι της TPO αυξάνουν περισσότερο από 90% σε ασθενείς με ενεργό αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα. Τα Anti-TPO ενεργοποιούν το συμπλήρωμα και θεωρείται ότι έχουν σημαντική εμπλοκή στη δυσλειτουργία του θυρεοειδούς και στην παθογένεια του υποθυρεοειδισμού. Απαντώνται σχεδόν σε όλους τους ασθενείς με θυρεοειδίτιδα του Hashimoto και σε μεγαλύτερο από 70% των ασθενών με νόσο του Graves. Aπαντώνται, επίσης, σε ασθενείς με ατροφική θυρεοειδίτιδα και πρωτοπαθές μυξοίδημα. Χαμηλά επίπεδα Anti-TPO ενδέχεται να ανιχνευτούν σε υγιή άτομα με φυσιολογική θυρεοειδική λειτουργία. Η κλινική σημασία αυτού του ευρήματος δεν έχει προσδιοριστεί. Τα επίπεδα των Anti-TPO είναι αυξημένα σε γυναίκες με θυρεοειδίτιδα μετά τον τοκετό. Η πάθηση αυτή εμφανίζεται σε 5% – 9% των γυναικών μετά τον τοκετό. Παρόλο που η θυρεοειδίτιδα μετά τον τοκετό σχετίζεται με θετικά Anti-TPO ένα 50% των γυναικών δεν αναπτύσσουν θυρεοειδική δυσλειτουργία. |
Α | ΑΝΤΙΘΥΡΕΟΕΙΔΙΚΑ ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΑΝΤΙΜΙΚΡΟΣΩΜΙΑΚΑ (ΑΝΤΙ-Μ) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | EIA | < 72 U/ml | |
Α | ΑΝΤΙ-ΙΣΤΟΝΙΚΑ ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ | Εντός 3 ημερών | 0.5 ml ορός ή πλάσμα. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | ΕΙΑ | Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΤΙΚΕΝΤΡΟΜΕΡΙΔΙΑΚΑ ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ | Εντός 2 ημερών | 0.5 ml ορός ή πλάσμα. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | ΕΙΑ | Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΤΙΜΙΤΟΧΟΝΔΡΙΑΚΑ ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ (ΑΜΑ) | Εντός 2 ημερών | 0.5 ml ορός ή πλάσμα. Στους 2-8º C έως 4 ημέρες. Στους -20º C έως 3 μήνες. | ΕΙΑ | < 12 AU/ml Αρνητικό (-) > 18 AU/ml Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΠΑΤΡΙΚΑ ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ | Εντός 6 ημερών | 5.0 ml ολικό αίμα (EDTA) άνδρα & 1.0 ml ορός γυναίκας. Ολικό αίμα σε θερμοκρασία δωματίου και ορός στους 2-8º C έως 24 ώρες. | ΕΙΑ | Ειδικό έντυπο > 2.5 index | |
Α | ΑΝΤΙΠΥΡΗΝΙΚΑ ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ (ΑΝΑμε ανοσοφθορισμό) | Την επομένη | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 6 μήνες. | IFA | < 1/160 Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΤΙΣΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗ ΠΡΩΤΕΙΝΗ C (APC-R) | Εντός 2 ημερών | 1.0 ml πλάσμα (CITRATE). Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Αιμόλυση ή λιπαιμία επηρεάζουν τα αποτελέσματα. Στους 2-8º C έως 8 ώρες. Στους - 20º C έως 6 μήνες. μετά από διπλή φυγοκέντριση. | Πηκτική | > 0.8 Αρνητικό (-) < 0.8 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΤΡΕΠΤΟΛΥΣΙΝΗ (ASTO ποιοτικό) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 6 μήνες. | Συγκολλητινοαντίδραση | < 200 ΙU/ml Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΤΙΣΤΡΕΠΤΟΛΥΣΙΝΗ (ASTO ποσοτικό) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 6 μήνες. | Θολοσιμετρική | < 200 ΙU/ml | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΑΔΕΝΟΪΟΥ IgG | Εντός 10 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | EIA | < 9.0 NTU/ml Αρνητικό (-) > 11.0 NTU/ml Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΑΔΕΝΟΪΟΥ IgM | Εντός 10 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | EIA | < 9.0 NTU/ml Αρνητικό (-) > 11.0 NTU/ml Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΑΙΘΑΝΟΛΑΜΙΝΗΣ IgG | Εντός 6 ημερών | 1.0 ml ορός. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | EIA | < 15 IU/ml Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΑΙΘΑΝΟΛΑΜΙΝΗΣ IgM | Εντός 6 ημερών | 1.0 ml ορός. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | EIA | < 15 IU/ml Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ASPERGILUS FUMIGATUS | Προσυνεννόηση | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Συγκολλητινοαντίδραση | Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ β2-ΓΛΥΚΟΠΡΩΤΕΪΝΗΣ-1 IgA (AB2GP1 IgA) | Την επομένη | 1.0 ml ορός. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | EIA | < 12 AU/ml Αρνητικό (-) > 18 AU/ml Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ β2-ΓΛΥΚΟΠΡΩΤΕΪΝΗΣ-1 IgG (AB2GP1 IgG) | Την επομένη | 1.0 ml ορός. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | EIA | < 12 AU/ml Αρνητικό (-) > 18 AU/ml Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ β2-ΓΛΥΚΟΠΡΩΤΕΪΝΗΣ-1 IgM (AB2GP1 IgM) | Την επομένη | 1.0 ml ορός. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | EIA | < 12 AU/ml Αρνητικό (-) > 18 AU/ml Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΒΡΟΥΚΕΛΛΑΣ IgG | Την επομένη | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. Στους -20º C για περισσότερο. | EIA | index: < 0.80 Αρνητικό (-) 1.20 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΒΡΟΥΚΕΛΛΑΣ IgM | Την επομένη | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. Στους -20º C για περισσότερο. | EIA | index: < 0.80 Αρνητικό (-) 1.20 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ BARTONELLA HENSELAE IgG | Εντός 8 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | IFA | < 1/32 Αρνητικό (-) > 1/128 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ BARTONELLA HENSELAE IgM | Εντός 8 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | IFA | < 1/10 Αρνητικό (-) > 1/20 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ BARTONELLA QUINTANA IgG | Εντός 8 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | IFA | < 1/32 Αρνητικό (-) > 1/128 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ BARTONELLA QUINTANA IgM | Εντός 8 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8ω έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | IFA | < 1/32 Αρνητικό (-) > 1/128 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ BORDETELLA PERTUSSIS IgG | Εντός 8 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | EIA | < 9 NTU Αρνητικό (-) 9 - 11 NTU Ασθενώς θετικό (+/-) > 11 NTU Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ BORDETELLA PERTUSSIS IgM | Εντός 8 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | EIA | < 9 NTU Αρνητικό (-) 9 - 11 NTU Ασθενώς θετικό (+/-) > 11 NTU Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ BORRELIA BURGDOFERI IgG - IgM (LYME) | Την επομένη | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | EIA | index:< 0.80 Αρνητικό (-) > 1.20 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΓΛΟΙΑΔΙΝΗΣ IgA | Την επομένη | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 14 ημέρες. | EIA | < 12 AU/ml Αρνητικό (-) ≥ 18 AU/ml Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΓΛΟΙΑΔΙΝΗΣ IgG | Την επομένη | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 14 ημέρες. | EIA | < 12 AU/ml Αρνητικό (-) ≥ 18 AU/ml Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΓΛΟΙΑΔΙΝΗΣ IgM | Την επομένη | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 14 ημέρες. | EIA | < 12 AU/ml Αρνητικό (-) > 18 AU/ml Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ CANDIDA ALBICANS IgG | Παρασκευή | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (CITRATE). Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | EIA | < 10 NTU Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ CANDIDA ALBICANS IgM | Παρασκευή | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (CITRATE). Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | EIA | Index: < 0.40 Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ CANDIDA ALBICANS IgΑ | Παρασκευή | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (CITRATE). Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | EIA | Index: < 0.40 Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ COXIELLA BURNETI IgG | Εντός 10 ημερών | 0.5 ml ορός. Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | IFA | < 1/16 Αρνητικό (-) > 1/16 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ COXIELLA BURNETI IgM | Εντός 10 ημερών | 0.5 ml ορός. Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | IFA | < 1/16 Αρνητικό (-) > 1/16 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ COXSACKIE ΤΥΠΟΥ Β | Εντός 10 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | Αντίδραση εξουδετερωτικών αντισωμάτων | Coxsackie B1 – B2 – B3 – B4 – B5 < 1/256 Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΕΛΙΚΟΒΑΚΤΗΡΙΔΙΟΥ ΤΟΥ ΠΥΛΩΡΟΥ (ΟΛΙΚΑ) (HELICOBACTER PYLORI) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. | EIA | Index: < 0.9 Αρνητικό (-) 0.9 - 1.8 Ασθενώς θετικό (+/-) > 1.8 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΕΛΙΚΟΒΑΚΤΗΡΙΔΙΟΥ ΤΟΥ ΠΥΛΩΡΟΥ IgA (HELICOBACTER PYLORI IgA) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | < 1.0 U/ml Αρνητικό (-) ≥1.0 U/ml Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΕΛΙΚΟΒΑΚΤΗΡΙΔΙΟΥ ΤΟΥ ΠΥΛΩΡΟΥ IgG (HELICOBACTER PYLORI IgG) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | < 0.9 U/ml Αρνητικό (-) 0.9 - 1.1 U/ml Ασθενώς θετικό (+/-) > 1.1 U/ml Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΕΛΙΚΟΒΑΚΤΗΡΙΔΙΟΥ ΤΟΥ ΠΥΛΩΡΟΥ IgΜ (HELICOBACTER PYLORI IgΜ) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | < 1.0 U/ml Αρνητικό (-) ≥1.0 U/ml Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΕΛΟΝΟΣΙΑΣ (ΜΑΛΑΡΙΑ) | Προσυνεννόηση | 1.0 ml ορός. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | IFA | < 1/20 Αρνητικό (-) > 1/ 80 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΕΝΔΟΓΕΝΟΥΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑ (ANTI-IF) | Εντός 2 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | EIA | < 10 U/ml Αρνητικό (-) > 15 U/ml Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΕΝΔΟΜΥΪΟΥ IgA | Την επομένη | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 14 ημέρες. | EIA | < 9 AU/ml Αρνητικό (-) ≥ 16 AU/ml Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΕΝΔΟΜΥΪΟΥ IgG | Την επομένη | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 14 ημέρες. | EIA | < 20 AU/ml Αρνητικό (-) ≥ 20 AU/ml Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΕΡΠΗΤΟΣ Ι IgG (HSV I IgG) | Την επομένη | 0.5 ml ορός ή πλάσμα. Στους 2-8º C έως 14 ημέρες. | EIA | Index: < 0.9 Αρνητικό (-) ≥ 1.1 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΕΡΠΗΤΟΣ Ι IgM (HSV I IgM) | Την επομένη | 0.5 ml ορός ή πλάσμα. Στους 2-8º C έως 14 ημέρες. | EIA | Index: < 0.8 Αρνητικό (-) ≥ 1.1 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΕΡΠΗΤΟΣ ΙI IgG (HSV II IgG) | Την επομένη | 0.5 ml ορός ή πλάσμα. Στους 2-8º C έως 14 ημέρες. | EIA | Index: < 0.9 Αρνητικό (-) ≥ 1.1 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΕΡΠΗΤΟΣ (ΙI) IgM (HSV II IgM) | Την επομένη | 0.5 ml ορός ή πλάσμα. Στους 2-8º C έως 14 ημέρες. | EIA | Index: < 0.8 Αρνητικό (-) ≥ 1.1 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΕΡΥΘΡΑΣ IgG | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Ηλεκτροχημειοφωταύγεια (ECLIA) | < 5.0 IU/ml Αρνηρικό (-) ≥ 10 IU/ml Θετικό (+) | ΠΡΟΣΟΧΗ: Οι τιμές των IgG αντισωμάτων της Ερυθράς σε ένα δεδομένο δείγμα, όπως καθορίζεται από μεθόδους διαφορετικών κατασκευαστών, μπορεί να ποικίλει λόγω διαφορών στις μεθόδους ανάλυσης και στην ειδικότητα των αντιδραστηρίων. Οι τιμές που λαμβάνονται με διαφορετικές μεθόδους ανάλυσης δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναλλακτικά. Οι πρωτοπαθείς λοιμώξεις από τον ιό είναι γενικά ήπιες, με συμπτώματα, όπως το ήπιο εξάνθημα, ο χαμηλός πυρετός και η λεμφαδενοπάθεια. Αντίθετα, οι πρωτοπαθείς λοιμώξεις στη διάρκεια της κύησης μπορούν να διαπεράσουν τον πλακούντα και να φθάσουν στο έμβρυο προκαλώντας θάνατο του εμβρύου ή σύνδρομο συγγενούς ερυθράς (CRS). Ο κίνδυνος για λοίμωξη του εμβρύου είναι υψηλότερος κατά το πρώτο τρίμηνο της κύησης. Τα μωρά που γεννιούνται με CRS συνήθως εμφανίζουν χαμηλό βάρος γέννησης, κωφότητα, οφθαλμική πάθηση, νοητική καθυστέρηση και καρδιακές ανωμαλίες. Στη πρωτοπαθή λοίμωξη αυξάνονται τόσο τα IgM όσο και τα IgG αντισώματα. Μέσα σε 4–6 μήνες, τα επίπεδα των IgM αντισωμάτων είναι μη ανιχνεύσιμα ή πολύ χαμηλά. Τα IgG αντισώματα διαρκούν επ' αόριστον και παρέχουν ισόβια ανοσία. Μετά την εισαγωγή του εμβολίου της ερυθράς στο τέλος της δεκαετίας του 1960, το σύνδρομο CRS έχει μειωθεί σημαντικά. Ωστόσο, εξακολουθούν να εκδηλώνονται εξάρσεις της ερυθράς και να εγκυμονούν δυνητικούς κινδύνους σε γυναίκες που βρίσκονται σε ηλικία τεκνοποίησης. Η ανοσία που προσφέρει ο εμβολιασμός φαίνεται να διαρκεί για περισσότερο από 16 έτη. |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΕΡΥΘΡΑΣ IgM | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Ηλεκτροχημειοφωταύγεια (ECLIA) | < 0.8 Αρνητικό (-) ≥ 1.0 Θετικό (+) | ΠΡΟΣΟΧΗ: Οι τιμές των IGM αντισωμάτων της Ερυθράς σε ένα δεδομένο δείγμα, όπως καθορίζεται από μεθόδους διαφορετικών κατασκευαστών, μπορεί να ποικίλει λόγω διαφορών στις μεθόδους ανάλυσης και στην ειδικότητα των αντιδραστηρίων. Οι τιμές που λαμβάνονται με διαφορετικές μεθόδους ανάλυσης δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναλλακτικά. |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΕΧΙΝΟΚΟΚΚΟΥ | Εντός 2 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | EIA | Index :< 0.9 Αρνητικό (-) ≥ 1.1 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ECHO IgG | Προσυνεννόηση | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | IFA | < 1/40 Αρνητικό(-) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ECHO IgM | Προσυνεννόηση | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | IFA | < 1/10 Αρνητικό(-) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ EPSTEIN BARR(VCA)IgG (EBV - IgG) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | < 20 U/ml Αρνητικό (-) ≥ 25 U/ml Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ EPSTEIN BARR(VCA)IgM (EBV - IgM ) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | < 20 U/ml Αρνητικό (-) ≥ 40 U/ml Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΗΠΑΤΙΤΙΔΑΣ Α IgM | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Ηλεκτροχημειοφωταύγ. (ECLIA) | Index: < 1.0 Αρνητικό (-) ≥ 1.0 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΗΠΑΤΙΤΙΔΑΣ Α ΟΛΙΚΑ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Ηλεκτροχημειοφωταύγ. (ECLIA) | Index: > 1.0 Αρνητικό (-) ≤ 1.0 Θετικό (+) | Η ηπατίτιδα A είναι η πιο κοινή μορφή οξείας ιογενούς ηπατίτιδας . Η μετάδοση της ηπατίτιδας A γίνεται μέσω κοπρανοστοματικής οδού και η λοίμωξη προκύπτει κυρίως ως αποτέλεσμα επιμολυσμένων τροφίμων ή ανεπαρκών συνθηκών υγιεινής. Η μέση περίοδος επώασης της λοίμωξης με HAV είναι 30 ημέρες με εύρος 15–40 ημερών. Δεν έχει αναφερθεί χρόνια λοίμωξη της νόσου και ο ιός δεν παραμένει στον οργανισμό. Τα συμπτώματα διαρκούν περίπου 2 εβδομάδες και περιλαμβάνουν ηπατομεγαλία, ίκτερο, σκουρόχρωμα ούρα, κόπωση και γαστρεντερική ενόχληση όπως ανορεξία, ναυτία, έμετος και κοιλιακό άλγος. Με την εμφάνιση των συμπτωμάτων, μπορούν να ανιχνευτούν τα αντίσωμα κατά του HAV. Τα IgM κατά του HAV είναι ανιχνεύσιμα για 3–6 μήνες μετά την εμφάνιση της ασθένειας, ενώ τα IgG κατά του HAV μπορούν να μείνουν επ' αόριστον. Ο ειδικός καθορισμός των IgM αντισωμάτων είναι ο χρησιμότερος ορολογικός δείκτης για τη διάγνωση οξείας λοίμωξης με HAV. Επί του παρόντος, οι εμπορικές διαγνωστικές ανοσοδοκιμασίες είναι διαθέσιμες για την ανίχνευση μόνο αντι-HAV IgM και αντι- HAV ολικά, και όχι αντι- HAV IgG . Τα ολικά αντίσωματα κατά του HAV χρησιμοποιούτναι κυρίως για τον καθορισμό της προηγούμενης έκθεσης στον ιό της ηπατίτιδας A και της απόκτησης ανοσίας μετά από εμβολιασμό. |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΗΠΑΤΙΤΙΔΑΣ C (HCV) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA, Ηπαρινης Li, Na). Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 25º C έως 2 ημέρες. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. Στους -20º C φύλαξη για μεγαλύτερη διάρκεια. | Xημειοφωταύγεια (CLIA) (Εσώκλειστο aHCV Atellica Siemens) | Index: < 0.8 Αρνητικό(-) ≥ 1.0 Θετικό(+) | Τουλάχιστον 170 εκατομμύρια άτομα παγκοσμίως έχουν χρόνια λόιμωξη από τον ιό της ηπατιτιδας C. Η λοίμωξη από HCV είναι συχνά ασυμπτωματική. Ωστόσο, η πλειοψηφία (πάνω από το 80%) των ατόμων που εκτίθενται στον ιό προσβάλλονται χρόνια. Στο 20% αυτών των χρόνια προσβεβλημένων ατόμων, η νόσος εξελίσσεται σε κίρρωση, ηπατική ανεπάρκεια και πιθανόν ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα ή χολαγγειοκαρκίνωμα. Συνήθεις τρόποι μετάδοσης του ιού HCV περιλαμβάνουν τη μετάγγιση αίματος, την ενδοφλέβια χορήγηση φαρμακευτικών ουσιών, το πίρσινγκ ή τα τατουάζ, η έκθεση σε νοσοκομειακό περιβάλλον, η σεξουαλική επαφή, η καθημερινή επαφή με είδη οικιακής φροντίδας, στη διάρκεια υποβοηθούμενων τεχνικών αναπαραγωγής και από τη μητέρα στο βρέφος στη διάρκεια της κύησης, ο τοκετός ή η επιλόχεια περίοδος. |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΗΠΑΤΙΤΙΔΑΣ D ΟΛΙΚΑ | Την Επομένη | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | EIA | Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ HIV I & II (HIV Ag 1/ Ab 1&2 Combo) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα EDTA. Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 14ημέρες. | Χημειοφωταύγεια. (CLIA) | Index: < 1.0 Αρνητικό (-) ≥ 1.0 Θετικό (+) | Η μέθοδος HIV Ag/Ab Combo (CHIV) προορίζεται για in vitro διαγνωστική χρήση κατά την ταυτόχρονη ποιοτική ανίχνευση αντιγόνου p24 του ιού ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας και αντισωμάτων κατά των ιών ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας τύπου 1 (συμπεριλαμβανομένης της ομάδας «O») και τύπου 2 σε ανθρώπινο ορό ή πλάσμα EDTA. Ο ιός ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας είναι ο αιτιολογικός παράγοντας του συνδρόμου επίκτητης ανοσοανεπάρκειας (AIDS). Το AIDS περιγράφηκε για πρώτη φορά στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής το 1981 και έχει καταστεί μία από τις κύριες αιτίες θανάτου παγκοσμίως. Παρά τις προσπάθειες εκπαίδευσης με στόχο τον περιορισμό της μετάδοσης του AIDS και τις αυξημένες εξελίξεις στη θεραπεία, ο αριθμός των περιστατικών AIDS συνεχίζει να αυξάνεται. Ο ιός ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας τύπου 1 (HIV-1) έχει αναγνωριστεί ως η κύρια αιτία του συνδρόμου επίκτητης ανοσοανεπάρκειας. Αυτός ο ρετροϊός, εξαπλώνεται μέσω σεξουαλικής επαφής, έκθεσης σε μολυσμένο αίμα ή προϊόντα αίματος και περιγεννητικής μετάδοσης. Το 1986, ο ιός ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας τύπου 2 (HIV‑2) απομονώθηκε από ασθενείς με AIDS στη Δυτική Αφρική. Οι οδοί μετάδοσης του HIV‑1 και του HIV‑2 είναι οι ίδιες. Ωστόσο, στις λοιμώξεις με HIV‑2, η μετάδοση και ο ρυθμός αντιγραφής του ιού είναι πολύ χαμηλότερα. Σύμφωνα με κλινικές μελέτες, στις λοιμώξεις με HIV‑2 υπάρχει βραδύτερη εξέλιξη της νόσου σε σχέση με τις λοιμώξεις με HIV‑1. Στις λοιμώξεις με HIV‑2, υπάρχει βραδύτερος ρυθμός στη μείωση των T κυττάρων CD4 και μειωμένη ιαιμία. Τα άτομα που μολύνονται με HIV‑2 γενικά έχουν καλύτερη κλινική έκβαση. Ο κύριος σκοπός της μεθόδου CHIV είναι η υποβοήθηση στη διάγνωση της λοίμωξης με HIV. Τα δείγματα που είναι αρχικά αντιδραστικά θα πρέπει να επανεξετάζονται εις διπλούν και θα πρέπει να παρακολουθούνται με κατάλληλες συμπληρωματικές εξετάσεις για αντίσωμα κατά του HIV‑1 και του HIV‑2 ή/και για το αντιγόνο p24 πριν από τη διάγνωση της λοίμωξης με HIV. |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ HTLV 1 & 2 | Εντός 2 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | EIA | Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΙΛΑΡΑΣ IgG | Την επομένη | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | EIA | Index:< 0.8 Αρνητικό (-) > 1.2 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΙΛΑΡΑΣ IgM | Την επομένη | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | EIA | Index: < 0.9 Αρνητικό (-) > 1.1 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΙΝΣΟΥΛΙΝΗΣ (ΙΑΑ) | Την επομένη | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια | <20 IU/ml Αρνητικό (-) ≥20 IU/ml Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΙΣΤΙΚΗΣ ΤΡΑΝΣΓΛΟΥΤΑΜΙΝΑΣΗΣ IgA | Την επομένη | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 14 ημέρες. | EIA | < 12 AU/ml Αρνητικό (-) > 18 AU/ml Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΙΣΤΙΚΗΣ ΤΡΑΝΣΓΛΟΥΤΑΜΙΝΑΣΗΣ IgG | Την επομένη | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 14 ημέρες. | EIA | < 12 AU/ml Αρνητικό (-) > 18 AU/ml Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ INFLUENZA A & B IgG | Προσυνεννόηση | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | EIA | < 9 NTU Αρνητικό (-) >11 NTU Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ INFLUENZA A & B IgM | Προσυνεννόηση | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | EIA | < 9 NTU Αρνητικό (-) >11 NTU Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΚΑΡΔΙΟΛΙΠΙΝΗΣ IgA | Την επομένη | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 4 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | EIA | <12.0 U/ml Αρνητικό (-) > 18.0 U/ml Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΚΑΡΔΙΟΛΙΠΙΝΗΣ IgG | Την επομένη | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 4 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | ΕΙΑ | < 12.0 U/ml Αρνητικό (-) > 18.0 U/ml Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΚΑΡΔΙΟΛΙΠΙΝΗΣ IgM | Την επομένη | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 4 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | ΕΙΑ | < 12.0 U/ml Αρνητικό (-) > 18.0 U/ml Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΥΠΟΔΟΧΕΩΝ TSH (TSI-TRAB) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 3ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Ηλεκτροχημειοφωταύγ. (ECLIA) | < 1.75 IU/l | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΚΥΤΤΑΡΟΜΕΓΑΛΟΪΟΥ IgG (CMV IgG) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός η πλάσμα. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Xημειοφωταύγεια. (CLIA) (Εσώκλειστο CMV IgG Liaison Diasorin) | < 12.0 U/ml Αρνητικό (-) ≥ 14.0 U/ml Θετικό (+) | ΠΡΟΣΟΧΗ: Οι τιμές των IGG αντισωμάτων του CMV σε ένα δεδομένο δείγμα, όπως καθορίζεται από μεθόδους διαφορετικών κατασκευαστών, μπορεί να ποικίλει λόγω διαφορών στις μεθόδους ανάλυσης και στην ειδικότητα των αντιδραστηρίων. Οι τιμές που λαμβάνονται με διαφορετικές μεθόδους ανάλυσης δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναλλακτικά. Ο ανθρώπινος μεγαλοκυτταροϊός (CMV) είναι ένας εγκαψιδιωμένος ιός του DNA, μέλος της ομάδας ερπητοϊών. Όπως ισχύει με άλλα μέλη της οικογένειας των ερπητοϊών, ο CMV βρίσκεται ισόβια σε λανθάνουσα κατάσταση μετά την αρχική λοίμωξη. Μερικές φορές παρατηρείται επανενεργοποίηση του ιού ή επαναλοίμωξη με διαφορετικό στέλεχος του CMV, γεγονός που αναφέρεται ως υποτροπιάζουσα λοίμωξη. Ο CMV μεταδίδεται μέσω της επαφής με μολυσμένα σωματικά υγρά (τα ούρα, τα κόπρανα, το σάλιο, το σπέρμα, οι τραχηλικές εκκρίσεις, το μητρικό γάλα), μολυσμένα προϊόντα αίματος και, σε ορισμένες περιπτώσεις, μέσω μεταμοσχεύσεων οργάνων. Μέχρι την ηλικία των 40 ετών, ένα ποσοστό ενηλίκων μεταξύ 50%–85% έχει μολυνθεί από CMV. Η πλειοψηφία των λοιμώξεων από CMV είναι ασυμπτωματικές, αλλά η λοίμωξη μπορεί να προκαλέσει και σοβαρή νόσο σε ανοσοκατεσταλμένα άτομα, όπως είναι τα άτομα με λοίμωξη από HIV, τα άτομα που έχουν υποβληθεί σε μεταμόσχευση οργάνου και λαμβάνουν ανοσοκατασταλτική θεραπεία και τα έμβρυα. Ο CMV είναι ένας από τους πιο κοινούς παράγοντες που μεταδίδονται ενδομήτρια, οδηγώντας σε συγγενή λοίμωξη από CMV στο 0,3%–2,4% των ζώντων γεννήσεων στις ανεπτυγμένες χώρες. Περίπου το 10% των βρεφών που έχουν προβληθεί από τη μητέρα εκδηλώνουν συμπτώματα της λοίμωξης όταν γεννιούνται, όπως ίκτερο, πνευμονία και διαταραχή του κεντρικού νευρικού συστήματος. Η επανενεργοποίηση λανθάνουσας λοίμωξης από CMV ή η πρωτοπαθής λοίμωξη από CMV σε ανοσοκατεσταλμένα άτομα μπορεί να επιφέρει συμπτώματα όπως εγκεφαλίτιδα, πνευμονίτιδα, ηπατίτιδα, ραγοειδίτιδα, αμφιβληστροειδοπάθεια, κολίτιδα και απόρριψη μοσχεύματος. Αντίθετα, σε ασθενείς με επαρκές ανοσοποιητικό σύστημα, η πρωτοπαθής λοίμωξη από CMV μπορεί να εμφανίσει γριππώδη συμπτώματα όπως αδιαθεσία, πυρετό και εφίδρωση. Η αποτελεσματική διαχείριση παιδιατρικών και ενήλικων ασθενών με λοίμωξη από CMV επιτυγχάνεται με καθορισμό του σταδίου της λοίμωξης από CMV με επακριβή παρακολούθηση της χυμικής απόκρισης. |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΚΥΤΤΑΡΟΜΕΓΑΛΟΪΟΥ IgM (CMV IgM) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός η πλάσμα. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) (Εσώκλειστο CMV IgM Liaison Diasorin) | < 18.0 U/ml Αρνητικό (-) ≥ 22.0 U/ml Θετικό (+) | ΠΡΟΣΟΧΗ: Οι τιμές των IGM αντισωμάτων του CMV σε ένα δεδομένο δείγμα, όπως καθορίζεται από μεθόδους διαφορετικών κατασκευαστών, μπορεί να ποικίλει λόγω διαφορών στις μεθόδους ανάλυσης και στην ειδικότητα των αντιδραστηρίων. Οι τιμές που λαμβάνονται με διαφορετικές μεθόδους ανάλυσης δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναλλακτικά. Η ανοσολογική απόκριση στον ιό CMV περιλαμβάνει τη σύνθεση αντισωμάτων της κατηγορίας IgM μερικές εβδομάδες μετά τη λοίμωξη από τον ιό CMV και, μία εβδομάδα αργότερα, αντισωμάτων της κατηγορίας IgG. Τα επίπεδα των IgM αντισωμάτων είναι αυξημένα συνήθως για μερικές εβδομάδες και, στη συνέχεια, μειώνονται αργά, σε διάστημα τεσσάρων έως έξι μηνών. Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα αντισώματα IgM ενδέχεται να παραμένουν στην κυκλοφορία για χρόνια. Η μέτρηση των IgM είναι ιδιαίτερα σημαντική στη διάγνωση οξείας λοίμωξης. Ωστόσο, δεν είναι πάντα δυνατή η διάκριση της πρωτοπαθούς από τη δευτεροπαθή λοίμωξη, καθώς η επανενεργοποίηση ενδέχεται να προκαλέσει σύνθεση αντισωμάτων IgM σε ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς. Ο προσδιορισμός της ανοσολογικής κατάστασης έναντι του CMV είναι ιδιαίτερα σημαντικός (α) σε ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς, στους οποίους η νόσος ενδέχεται να έχει σοβαρές συνέπειες, (β) σε νεαρές γόνιμες ή έγκυες γυναίκες, ώστε να αποφευχθεί η μετάδοση του ιού στο έμβρυο, (γ) σε λήπτες και δωρητές οργάνων μεταμόσχευσης, καθώς και (δ) σε αιμοδότες. Τα λευκά αιμοσφαίρια, δηλ. τα πολυμορφοπύρηνα λευκοκύτταρα, μπορεί να μεταφέρουν τον ιό CMV, ο οποίος ενδέχεται να προσβάλλει λήπτες αίματος ή οργάνων. |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΛΕΓΙΟΝΕΛΛΑΣ (LEGIONELLA PNEUMOPHILA) | Εντός 10 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | IFA | < 1/ 16 Αρνητικό (-) > 1/32 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΛΕΙΣΜΑΝΙΑΣ (LEISMANIA DONOVANI) | Εντός 10 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | IFΑ | < 1/200 Αρνητικό (-) > 1/400 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΛΕΙΩΝ ΜΥΪΚΩΝ ΙΝΩΝ (ASMA) | Εντός 2 ημερών | 0.5 ml ορός ή πλάσμα. Στους 2-8º C έως 14 ημέρες. | IFΑ | < 1/40 Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΛΕΠΤΟΣΠΕΙΡΩΣΗΣ IgG | Εντός 10 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. | IFA | < 1/64 Αρνητικό (-) > 1/128 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΛΕΠΤΟΣΠΕΙΡΩΣΗΣ IgM | Εντός 10 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. | EΙΑ | < 15 AU Αρνητικό (-) > 20 AU Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΛΙΣΤΕΡΙΑΣ (1+4b) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | LATEX | Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΜΥΕΛΟΠΕΡΟΞΕΙΔΑΣΗΣ (P-ANCA) | Tην επομένη | 0.5 ml ορός ή πλάσμα. Στους 2-8º C έως 14 ημέρες. | EIA | < 16 AU/ml Αρνητικό (-) ≥ 24 AU/ml Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΜΥΚΟΠΛΑΣΜΑΤΟΣ PNEYMON. IgG | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 14 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια | < 10 IU/ml Αρνητικό (-) > 12 IU/ml Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΜΥΚΟΠΛΑΣΜΑΤΟΣ PNEYMON. IgM | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 14 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια | < 10 IU/ml Αρνητικό (-) > 12 IU/ml Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ MUSK (Anti-MUSK) | Εντός 8 ημερών | 1.0 ml ορός. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Ανοσοχημική | < 0.015 nmol/L Aρνητικό(-) > 0.03 nmol/L Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΝΗΣΙΔΙΑΚΩΝ ΚΥΤΤΑΡΩΝ ΠΑΓΚΡΕΑΤΟΣ (ICA) | Εντός 3 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | EIA | Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΠΑΡΩΤΙΤΙΔΑΣ IgG | Την επομένη | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | EIA | Index: < 0.8 Αρνητικό (-) > 1.2 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΠΑΡΩΤΙΤΙΔΑΣ IgM | Την επομένη | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | EIA | Index: < 0.8 Αρνητικό (-) > 1.2 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΠΡΩΤΕΪΝΑΣΗΣ-3 (C-ANCA) | Την επομένη | 0.5 ml ορός ή πλάσμα. Στους 2-8º C έως 14 ημέρες. | EIA | < 16 AU/ml Αρνητικό (-) ≥ 24 AU/ml Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ PARAINFLUENZA 1&2&3 (IgG & IgA) | Εντός 6 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | EIA | < 9 NTU Αρνητικό (-) > 11 NTU Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ PARVOVIRUS Β19 IgG | Την επομένη | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | Index: < 0.9 Αρνητικό (-) 0.9 - 1.1 Ασθενώς θετικό (+/-) > 1.1 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ PARVOVIRUS Β19 IgM | Την επομένη | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | Index: < 0.9 Αρνητικό (-) 0.9 - 1.1 Ασθενώς θετικό (+/-) > 1.1 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΡΙΚΕΤΣΙΑΣ IgG (RICKETTSIA MOOSERI - Τυφοειδής πυρετός) | Εντός 10 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | IFA | < 1/40 Aρνητικό (-) >1/80 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΡΙΚΕΤΣΙΑΣ IgM (RICKETTSIA MOOSERI - Τυφοειδής πυρετός) | Εντός 10 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | IFA | < 1/10 Aρνητικό (-) >1/20 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΣΠΕΡΜΑΤΟΣ ΟΛΙΚΑ | Εντός 3 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | EIA | Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ TETANOY | Προσυνεννόηση | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Αιμολυμένα, ικτερικά ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | IFA | < 1 / 200 Αρνητικό (-) > 1 / 400 Θετικό (+) Τίτλος αντισωμάτων ίσος η μεγαλύτερος του 1/400 θεωρείται προστατευτικός | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΤΟΙΧΩΜΑΤΙΚΩΝ ΚΥΤΤΑΡΩΝ ΣΤΟΜΑΧΟΥ (Antigastric Parietal Cell Antibodies /AGPA) | Εντός 2 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | EIA | Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΤΟΞΟΠΛΑΣΜΑΤΟΣ IgA | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | EIA | Index: < 0.9 Αρνητικό (-) ≥ 1.1 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΤΟΞΟΠΛΑΣΜΑΤΟΣ IgG | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA, Ηπαρινη). Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Χημειοφωταύγ. (CLIA) (Εσώκλειστο Toxo IgG Atellica Siemens) | < 6.4 IU/ml Αρνηρικό (-) ≥ 10 IU/ml Θετικό (+) | ΠΡΟΣΟΧΗ: Οι τιμές των IGG αντισωμάτων του Τοξοπλάσματος σε ένα δεδομένο δείγμα, όπως καθορίζεται από μεθόδους διαφορετικών κατασκευαστών, μπορεί να ποικίλει λόγω διαφορών στις μεθόδους ανάλυσης και στην ειδικότητα των αντιδραστηρίων. Οι τιμές που λαμβάνονται με διαφορετικές μεθόδους ανάλυσης δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναλλακτικά. Το T. gondii είναι ένα ενδοκυτταρικό παρασιτικό πρωτόζωο που προσβάλλει τα πουλιά και τα θηλαστικά, με κυριότερο ξενιστή τις γάτες. Η λοίμωξη μεταδίδεται συνήθως με κατανάλωση ωμού ή μισοψημένου κρέατος που περιέχει τοξοπλασμικές κύστες ή μέσω της επαφής με κόπρανα γάτας μιασμένα με ωοκύστες. Σε υγιή ανοσοεπαρκή άτομα οι λοιμώξεις είναι συνήθως ασυμπτωματικές ή υποκλινικές. Εάν η τοξοπλάσμωση διαγνωστεί στα πρώιμα στάδια της λοίμωξης, η νόσος μπορεί να θεραπευτεί αποτελεσματικά με αντιβιοτική αγωγή. Σε εγκύους γυναίκες, η λοίμωξη από T. gondii εγκυμονεί κίνδυνο για το έμβρυο. Ο κίνδυνος μετάδοσης της λοίμωξης από την έγκυο γυναίκα στο έμβρυο είναι περίπου 25% στο πρώτο τρίμηνο και αυξάνεται περίπου στο 65% στο τρίτο τρίμηνο. Όσο νωρίτερα κατά την κύηση προσβληθεί από τη λοίμωξη η μητέρα, τόσο υψηλότερη είναι η δυνητική σοβαρότητα της εγγενούς τοξοπλάσμωσης. Εάν το έμβρυο μολυνθεί, το νεογνό μπορεί να εμφανίσει συμπτώματα όπως λεμφαδενοπάθεια, χοριοαμφιβληστροειδίτιδα, μικροκεφαλία και εγκεφαλικές ασβεστώσεις. Σε ανοσοκατεσταλμένους πληθυσμούς, όπως οι καρκινοπαθείς που υποβάλλονται σε χημειοθεραπεία, οι λήπτες μοσχευμάτων και οι ασθενείς με AIDS, το T. gondii έχει εμφανιστεί ως σημαντικό ευκαιριακό παθογόνο που οδηγεί σε σοβαρές ή θανατηφόρους λοιμώξεις. Η παρουσία αντισωμάτων IgG υποδεικνύει ότι το άτομο είχε μολυνθεί με τοξόπλασμα στο παρελθόν, αλλά το επίπεδο αντιδραστικότητας δεν υποδεικνύει πόσο πρόσφατα εμφανίστηκε η λοίμωξη. |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΤΟΞΟΠΛΑΣΜΑΤΟΣ IgM | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA, Ηπαρίνη). Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Χημειοφωταύγ. (CLIA) (Εσώκλειστο Toxo IgM Atellica Siemens) | Index: < 0.9 Αρνητικό (-) ≥ 1.0 Θετικό (+) | ΠΡΟΣΟΧΗ: Οι τιμές των IGM αντισωμάτων του Τοξοπλάσματος σε ένα δεδομένο δείγμα, όπως καθορίζεται από μεθόδους διαφορετικών κατασκευαστών, μπορεί να ποικίλει λόγω διαφορών στις μεθόδους ανάλυσης και στην ειδικότητα των αντιδραστηρίων. Οι τιμές που λαμβάνονται με διαφορετικές μεθόδους ανάλυσης δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναλλακτικά. Επειδή είναι δύσκολο να απομονωθεί το παράσιτο, οι μέθοδοι ανάλυσης των IgM αντισωμάτων του τοξοπλάσματος έχουν χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με κλινικές πληροφορίες για τη διάγνωση της λοίμωξης από T. gondii. Σε ασθενείς που έχουν προσβληθεί από τοξόπλασμα, τα αντίσωμα IgM έναντι του T. gondii αυξάνονται στη διάρκεια της οξείας λοίμωξης και μπορεί να είναι ανιχνεύσιμα για πολλούς μήνες. Ένα επιβεβαιωμένο θετικό αποτέλεσμα της εξέτασης IgM έναντι του T. gondii υποδεικνύει υφιστάμενη ή πρόσφατη λοίμωξη. Σε επανενεργοποιημένη λοίμωξη σε ανοσοκατεσταλμένα άτομα, δεν έχει καταδειχθεί ανοσοαπόκριση IgM. Η παρουσία αντισωμάτων IgG έναντι του T. gondii υποδεικνύει ότι το άτομο είχε λοίμωξη στο παρελθόν, αλλά το επίπεδο αντιδραστικότητας δεν υποδεικνύει πόσο πρόσφατα εμφανίστηκε η λοίμωξη. |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΤΡΕΠΟΝΗΜΑΤΟΣ (TPHA) | Την επομένη | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Αιμοσυγκόλληση | Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΤΡΕΠΟΝΗΜΑΤΟΣ IgG (FTA – Αbs IgG) | Εντός 4 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | IFA | Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΤΡΕΠΟΝΗΜΑΤΟΣ IgM (FTA – Αbs IgM) | Εντός 4 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | IFA | Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΥΠΟΔΟΧΕΩΝ ΑΚΕΤΥΛΟΧΟΛΙΝΗΣ (AChRA) | Εντός 10 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Ανοσοχημική | Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΦΩΣΦΑΤΙΔΙΚΟΥ ΟΞΕΟΣ IgG | Εντός 6 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | EIA | Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΦΩΣΦΑΤΙΔΙΚΟΥ ΟΞΕΟΣ IgM | Εντός 6 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | EIA | Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΦΩΣΦΑΤΙΔΥΛΣΕΡΙΝΗΣ IgA | Εντός 6 ημερών | 0.5 ml ορός. Αιμολυμένα, ικτερικά ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | EIA | < 20 U/ml Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΦΩΣΦΑΤΙΔΥΛΣΕΡΙΝΗΣ IgG | Εντός 6 ημερών | 0.5 ml ορός. Αιμολυμένα, ικτερικά ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | EIA | < 15 U/ml Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΦΩΣΦΑΤΙΔΥΛΣΕΡΙΝΗΣ IgM | Εντός 6 ημερών | 0.5 ml ορός. Αιμολυμένα, ικτερικά ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | EIA | < 20 U/ml Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΧΛΑΜΥΔΙΩΝ IgA (TRACHOMATIS) | Εντός 2 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | EIA | Index: < 0.9 Αρνητικό (-) 0.9 - 1.1 Ασθενώς θετικό (+/-) > 1.1 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΧΛΑΜΥΔΙΩΝ IgG (TRACHOMATIS) | Εντός 2 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | EIA | Index: < 0.9 Αρνητικό (-) 0.9 - 1.1 Ασθενώς θετικό (+/-) > 1.1 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΧΛΑΜΥΔΙΩΝ IgM (TRACHOMATIS) | Εντός 2 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | EIA | Index: < 0.9 Αρνητικό (-) 0.9 - 1.1 Ασθενώς θετικό (+/-) > 1.1 Θετικό (+) | |
Α | ΑΝΤΙΦΩΣΦΟΛΙΠΙΔΙΚΑ ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ | Εντός 2 ημερών | 0.5 ml ορός. Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | EIA | Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΠΟΛΙΠΟΠΡΩΤΕΙΝΗ Α-1 (APO A1) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Μετά από 12ωρη νηστεία. Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Αποφυγή οιστογόνων, ανδρογόνων, αντισυλληπτικών, διουριτικών. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. Στους -20º C έως 3 μήνες. | Ανοσοθολοσιμετρική | Άνδρες: 80 - 170 mg/dl Γυναίκες: 76 - 214 mg/dl Παιδιά: 1 - 4 ετών: 60 - 148 mg/dl 5 - 7 ετών: 70 - 151 mg/dl 8 - 9 ετών: 74 - 151 mg/dl | Η Απολιποπρωτεΐνη Α-1 είναι μια διακριτή, συνδεόμενη με λιπίδια πρωτεΐνη που αποτελεί περίπου 65% της ολικής πρωτεΐνης της λιποπρωτεΐνης υψηλής πυκνότητας (HDL). Η μέτρηση της APO A1 χρησιμοποιείται ως βοήθημα στην αξιολόγηση του κινδύνου για αρτηριοσκλήρυνση και νόσο των στεφανιαίων αρτηριών. Τα επίπεδα της APO A1 στον ορό ασθενών με σημαντικές αρτηριοσκληρωτικές αλλοιώσεις είναι σημαντικά χαμηλότερα συγκριτικά με φυσιολογικό πληθυσμό ασθενών. Τα μειωμένα επίπεδα μπορεί να υποδεικνύουν παράγοντα κινδύνου, ακόμη και απουσία άλλων ενδείξεων, όπως φυσιολογικά επίπεδα της APO B. Οι μειωμένες τιμές της APO A1 προκύπτουν επίσης σε περιπτώσεις δυσλιποπρωτεϊναιμίας, ινσουλινοεξαρτώμενου διαβήτη και ηπατοπαθειών, μεταξύ των οποίων η οξεία ηπατίτιδα και η κίρρωση του ήπατος. Πολυάριθμες μελέτες υποδεικνύουν ότι τα επίπεδα της APO A1 και της APO B στον ορό υποδεικνύουν καλύτερα τη σοβαρότητα και την έκταση της στένωσης των στεφανιαίων αρτηριών, συγκριτικά με τα ολικά επίπεδα χοληστερόλης και τριγλυκεριδίων στον ορό. Επιπλέον, μελέτες υποδεικνύουν ότι οι ασθενείς με αρτηριοσκλήρωση διακρίνονται καλύτερα από τους μη πάσχοντες από το εύρημα των αυξημένων επιπέδων ΑPO B στον ορό παρά από τα ευρήματα μειωμένων επιπέδων HDL και αυξημένων επιπέδων LDL. |
Π | ΠΡΟΚΑΛΣΙΤΟΝΙΝΗ (PCT) | Την επομένη | 0.5 ml ορός η πλάσμα Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C για περισσότερο. | Χημειοφωταύγ. (CLIA) | Φυσιολογικό: < 0.05 ng/ml Ένδειξη πιθανής λοίμωξης: 0.05 - 0.50 ng/ml Ένδειξη λοίμωξης: 0.50 - 2.00 ng/ml Ένδειξη σοβαρής λοίμωξης: > 2.00 ng/ml | Η προκαλσιτονίνη (PCT) είναι ένα πεπτίδιο με 116 αμινοξέα που έχει κοινή δομή με την προορμόνη της καλσιτονίνης. Σε φυσιολογικές μεταβολικές συνθήκες, η προορμόνη της καλσιτονίνης παράγεται από C-κύτταρα του θυρεοειδούς όπου υποβάλλεται σε πρωτεόλυση ώστε να σχηματιστεί η ορμόνη καλσιτονίνη. Η καλσιτονίνη στη συνέχεια εμπλέκεται στην ομοιόσταση του ασβεστίου. Σε φυσιολογικές συνθήκες, τα επίπεδα της PCT στο πλάσμα εμφανίζονται να είναι κάτω από 0,05 ng/mL. Ωστόσο, στη διάρκεια επεισοδίων σοβαρής βακτηριακής λοίμωξης και σήψης, η PCT που κυκλοφορεί στο αίμα αυξάνεται σε επίπεδα που φθάνουν πάνω από 2 ng/mL, και μερικές φορές αρκετά πάνω από 500 ng/mL. Ως απόκριση σε προ-φλεγμονώδη ερεθίσματα, όπως μια βακτηριακή λοίμωξη, μια χειρουργική επέμβαση ή ένα τραύμα, η PCT μπορεί να παραχθεί σχεδόν από κάθε ιστό του σώματος. Έχει παρατηρηθεί επίσης ότι τα επίπεδα της PCT συσχετίζονταν με τη σοβαρότητα της λοίμωξης. |
Α | ΑΠΟΛΙΠΟΠΡΩΤΕΙΝΗ Β (APO Β) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Μετά από 12ωρη νηστεία. Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Αποφυγή ανδρογόνων, αντισυλληπτικών, αλκοόλ. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. Στους -20º C έως 3 μήνες. | Ανοσοθολοσιμετρική | Άνδρες: 46 - 174 mg/dl Γυναίκες: 46 - 142 mg/dl Παιδιά: 1 - 4 ετών: 25 - 75 mg/dl 5 - 7 ετών: 38 - 110 mg/dl 8 - 9 ετών: 41 - 132 mg/dl | Η απολιποπρωτεΐνη B (APO B) είναι μια διακριτή, συνδεόμενη με λιπίδια πρωτεΐνη που αποτελεί την κυρίαρχη πρωτεϊνική μονάδα όλων των λιποπρωτεϊνών, εκτός της λιποπρωτεΐνης υψηλής πυκνότητας (HDL). Η ΑPO B είναι απαραίτητη για τον σχηματισμό και την απελευθέρωση των λιποπρωτεϊνών στο πλάσμα και αλληλεπιδρά με τους υποδοχείς της LDL των περιφερικών κυττάρων. Η επίπεδα της APO B στον ορό ασθενών με σημαντικές αρτηριοσκληρωτικές αλλοιώσεις είναι σημαντικά υψηλότερα συγκριτικά με φυσιολογικό πληθυσμό ασθενών. Μη φυσιολογικές τιμές APO B προκύπτουν επίσης στην περίπτωση δυσλιποπρωτεϊναιμίας. Ο διαβήτης ενηλίκων και οι ηπατοπάθειες, μεταξύ των οποίων η οξεία ηπατίτιδα και το λιπώδες ήπαρ, έχουν ως αποτέλεσμα αυξημένες τιμές APO B. Πολυάριθμες μελέτες υποδεικνύουν ότι τα επίπεδα της APO A‑1 και της APO B στον ορό υποδεικνύουν καλύτερα τη σοβαρότητα και την έκταση της στένωσης των στεφανιαίων αρτηριών, συγκριτικά με τα ολικά επίπεδα χοληστερόλης και τριγλυκεριδίων στον ορό. Επιπλέον, μελέτες υποδεικνύουν ότι οι ασθενείς με αρτηριοσκλήρωση διακρίνονται καλύτερα από τους μη πάσχοντες από το εύρημα των αυξημένων επιπέδων APO B στον ορό παρά από τα ευρήματα μειωμένων επιπέδων HDL και αυξημένων επιπέδων LDL. |
Α | ΑΠΟΛΙΠΟΠΡΩΤΕΙΝΗ Ε (APO E) | Την επομένη | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Μετά από 12ωρη νηστεία. Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. Στους -20º C έως 3 μήνες. | Θολοσιμετρική | Ενήλικες: 2.3 - 6.3 mg/dl Παιδιά: 2 - 10 ετών: 1.9 - 5.6 mg/dl | |
Α | ΑΠΤΟΣΦΑΙΡΙΝΕΣ (HAPTOGLOBIN) | Την επομένη | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 8 μήνες. | Aνοσοθολοσιμετρική | 50 - 320 mg/dl | |
Α | ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΙΜΟΠΕΤΑΛΙΩΝ | Αυθημερόν | 2.5 ml ολικό αίμα. Στους 2-8º C. | Κυτταρομετρία ροής | Ενήλικες: 150 - 400 x 109/l Παιδιά: 1 - 3 ετών: 170 - 510 x 109/l 4 - 5 ετών: 180 - 460 x 109/l 6 - 12 ετών: 140 - 420 x 109/l | |
Α | ΑΡΙΘΜΟΣ ΕΡΥΘΡΩΝ ΑΙΜΟΣΦΑΙΡΙΩΝ | Αυθημερόν | 2.5 ml ολικό αίμα. Στους 2-8º C. | Κυτταρομετρία ροής | Άνδρες: 4.5 - 6.5 x 106/μl Γυναίκες: 3.9 - 5.6 x 106/μl Παιδιά: 3.7 - 5.7 x 106/μl | |
Α | ΑΡΙΘΜΟΣ ΛΕΥΚΩΝ ΑΙΜΟΣΦΑΙΡΙΩΝ | Αυθημερόν | 2.5 ml ολικό αίμα. Στους 2-8º C. | Κυτταρομετρία ροής | Ενήλικες: 4.0 - 11.0 x 103/μl Παιδιά: Νεογέννητα: 13.0 - 38.0 x 103/μl 2 - 12 μηνών: 6.0 - 17.5 x 103/μl 2 - 6 ετών: 5.0 - 17.5 x 103/μl 8 - 16 ετών: 4.5 - 13.0 x 103 /μl | |
Α | ΑΣΒΕΣΤΙΟ ΟΡΟΥ (Ca) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Μετά από νηστεία. Πρωινή αιμοληψία χωρίς περίδεση. Άμεσος διαχωρισμός από το πήγμα. Στους 15-25º C έως 7 ημέρες. Στους 2-8º C έως 3 εβδομάδες. Στους -20º C έως 8 μήνες. | Χρωματομετρική (εσώκλειστο CA2-Atellica -Siemens) | Ενήλικες: 8.3 - 10.6 mg/dl Παιδιά: 2μηνών - 1 έτους: 8.3 - 10.8 mg/dl 1 - 4 ετών: 8.3 - 10.4 mg/dl 5 - 15 ετών: 8.6 - 11.0 mg/dl | |
Α | ΑΣΒΕΣΤΙΟ ΟΥΡΩΝ | Αυθημερόν | 2 ml Ούρα 24ώρου η τυχαίας ούρησης. Μετά από νηστεία. Συλλογή δείγματος σε δοχείο με 10 ml HCl 6M. Στους 2-8º C έως 3 εβδομάδες. | Χρωματομετρική | Ενήλικες: 24ωρου: 100 - 300 mg/24h Τυχαίο δείγμα: 2.0 - 38.0 mg/dl Παιδιά: Ούρα 24 ώρου: < 6.0 mg/kg/24h | |
Α | ΑΣΒΕΣΤΙΟ ΙΟΝΙΣΜΕΝΟ (Ca++) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Μετά από νηστεία. Άμεσος διαχωρισμός από το πήγμα. | ISE | Άνδρες - Γυναίκες: 2.1 - 2.7 meq/l Παιδιά: > 1 ετών: 2.2 - 2.8 meq/l | |
Α | ΑΣΒΕΣΤΙΟ/ΚΡΕΑΤΙΝΙΝΗ ΟΥΡΩΝ 2/ΩΡΟΥ | Αυθημερόν | 2 ml Ούρα 2/ώρου. Στους 2-8º C έως 3 εβδομάδες. | Χρωματομετρική/Ενζυμ ική | 0.02 - 0.16 | |
Α | ΑΥΞΗΤΙΚΗ (hGH-SOMATOTROPIN) | Αυθημερόν | 1.0 ml ορός. Μετά από νηστεία και 30 λεπτά ηρεμία. Αιμολυμένα, λιπαιμικά ή ικτερικά δείγματα ακατάλληλα. Αποφυγή stress. Στους 2-8º C έως 8 ώρες. Στους -20º C έως 2 μήνες. | Χχημειοφωταύγεια (CLIA) | Άνδρες: < 5 ng/ml Γυναίκες: < 10 ng/ml Παιδιά: Αγόρια: 1 - 3 ετών: 0.43 - 2.4 ng/ml 4 - 6 ετών: 0.09 - 2.5 ng/ml 7 - 8 ετών: 0.15 - 3.2 ng/ml 9 - 10 ετών: 0.09 - 1.95 ng/ml 11 ετών: 0.08 - 4.7 ng/ml 12 - 13 ετών: 0.10 - 8.9 ng/ml 14 - 15 ετών: 0.10 - 7.8 ng/ml 16 - 17 ετών: 0.10 - 12.2 ng/ml Κορίτσια: 1 - 3 ετών: 0.50 - 3.5 ng/ml 4 - 6 ετών: 0.10 - 2.2 ng/ml 7 - 8 ετών: 0.16 - 5.4 ng/ml 9 - 10 ετών: 0.08 - 3.1 ng/ml 11 ετών: 0.12 - 6.9 ng/ml 12 - 13 ετών: 0.14 - 17.8 ng/ml 14 - 15 ετών: 0.14 - 10.0 ng/ml 16 - 17 ετών: 0.26 - 11.7 ng/ml | |
Α | ΑΥΣΤΡΑΛΙΑΝΟ ΑΝΤΙΓΟΝΟ (HbsAg) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA, Citrate, Ηπαρίνης). Επίπεδα Βιοτίνης <40 ng/ml Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. Στους -20º C έως 3 μήνες. | Hλεκτροχημειοφωταύγ. (ECLIA) (Εσώκλειστο HbsAg Cobas Roche) | Index: < 0.9 Αρνητικό (-) ≥ 1.0 Θετικό (+) | Ο ιός της ηπατίτιδας Β (HBV) ενδημεί σε ολόκληρο τον κόσμο και είναι η κύρια αιτία της ηπατοπάθειας. Ο HBV μεταδίδεται μέσω της άμεσης επαφής με το αίμα και τα σωματικά υγρά. Κοινοί τρόποι μετάδοσης είναι η μετάγγιση αίματος, η παρακέντηση με βελόνα, η άμεση επαφή με ανοιχτές πληγές, η σεξουαλική επαφή και η επαφή της μητέρας με το νεογνό στη διάρκεια του τοκετού. Η μέση περίοδος επώασης για τη λοίμωξη του HBV είναι 6–8 εβδομάδες (εύρος 1–6 μήνες). Τα κοινά κλινικά συμπτώματα είναι η αδιαθεσία, ο πυρετός, η γαστρεντερίτιδα και ο ίκτερος. Η λοίμωξη από HBV μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την τυπική ικτερική ηπατίτιδα, την υποκλινική μη ικτερική ηπατίτιδα, την κεραυνοβόλο ηπατίτιδα ή τη χρόνια ή εμμένουσα ηπατίτιδα. Στους ενήλικες, το 90%–95% των ασθενών με λοίμωξη από HBV αναρρώνει πλήρως από την οξεία νόσο και απαλλάσσεται από τον ιό. Περίπου 5%–10% των ασθενών με HBV γίνονται χρόνιοι φορείς. Σε νεογνά που έχουν μολυνθεί με HBV, περίπου 90% αναπτύσσουν χρόνια λοίμωξη από ηπατίτιδα Β. |
Α | ΑΦΥΔΡΟΓΟΝΑΣΗ-6-ΦΩΣΦ. ΓΛΥΚΟΖΗΣ (G-6-PD) | Αυθημερόν | 0.5 ml ολικό αίμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Ενζυμική-Κινητική | 7.0 - 20.5 IU/gHb | |
A | ALPHA-TEST (β-HGB-E3-αFP) | Την επομένη | 1.0 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 12 μήνες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) – Στατιστική ανάλυση | Γυναίκες: Ειδικό έντυπο: Μέτρηση: β-hCG / E3 / a-FP 2ο τρίμηνο (14 - 21 εβδομ.) | |
A | Anti-c/ολικά (HbcAb/total)) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | Ηλεκτροχημειοφωταύγ. (ECLIA) | index: > 1.0 Αρνητικό (-) ≤ 1.0 Θετικό (+) | |
A | Anti-c/IgM (HbcAb/IgM) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 6 ημέρες. | Ηλεκτροχημειοφωταύγ. (ECLIA) | Index: <1.0 Αρνητικό (-) > 1.0 Θετικό (+) | |
A | ΑΝΤΙΣΩΜΤΑ ΚΥΚΛΙΚΟΥ ΚΙΤΡΟΥΛΛΙΝΙΩΜΕΝΟΥ ΠΕΠΤΙΔΙΟΥ (Anti-CCP) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | < 5.0 U/ml | |
A | Anti-DNA ds | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα EDTA Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | < 30 IU/ml Αρνητικό (-) ≥ 30 IU/ml Θετικό (+) | |
A | Anti-DNase | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 14 ημέρες. | Θολοσομετρική | < 200 U/ml | |
A | Anti-DNA ss | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | Αρνητικό (-) | |
A | Anti-e (HbeAb) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | Ηλεκτροχημειοφωταύγ. (ECLIA) | index: >1.0 Αρνητικό (-) < 1.0 Θετικό (+) | |
A | Anti-ENA | Την επομένη | 0.5 ml ορός ή πλάσμα. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | < 20 IU/ml Αρνητικό (-) ≥ 20 IU/ml Θετικό (+) | |
A | Anti-Jo-1 | Την επομένη | 0.5 ml ορός ή πλάσμα. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | < 20 AU/ml Αρνητικό(-) ≥ 20 AU/ml Θετικό(+) | |
A | ANTI-MULLERIAN HORMONE (AMH) | Αυθημερόν | 2.0 ml ορός. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 6 μήνες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | Άνδρες: 0.83 - 13.25 ng/ml Γυναίκες: 20 - 24 ετών: 1.13 - 11.46 ng/mL 25 - 29 ετών: 0.77 - 9.75 ng/mL 30 - 34 ετών: 0.33 - 7.83 ng/mL 35 - 39 ετών: 0.13 - 6.65 ng/mL 40 - 44 ετων: 0.03 - 5.27 ng/mL 45 - 50 ετων: 0.04 - 2.82 ng/mL Γυναίκες με PCOS: 2.34 - 18.0 ng/mL < 0.32 ng/mL πολύ χαμηλή γονιμότητα 0.32 - 2.20ng/mL χαμηλή γονιμότητα 2.21 - 4.0 ng/mL καλή γονιμότητα 4.1 - 6.8 ng/mL βέλτιστη γονιμότητα | |
A | Anti-n-DNA | Την επομένη | 0.5 ml ορός ή πλάσμα. Στους 2-8º C έως 14 ημέρες. | EIA | Αρνητικό (-) | |
A | Anti-RNP | Την επομένη | 0.5 ml ορός ή πλάσμα. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | < 20 AU/ml Αρνητικό(-) ≥ 20 AU/ml Θετικό(+) | |
A | Anti-s (HbsAb) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Επίπεδα Βιοτίνης <1200 ng/ml Στους 2-8º C έως 6 ημέρες. | Ηλεκτροχημειοφωταύγ. (ECLIA) (Εσώκλειστο Anti-Hbs Cobas Roche) | < 10 IU/l Αρνητικό (-) ≥ 10 IU/l Θετικό (+) | Η παρουσία του αντισώματος έναντι του αντιγόνου επιφανείας του ιού της ηπατίτιδας Β (αντι‑HBs) χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό της κατάστασης ανοσίας έναντι του ή την εξέλιξη της νόσου σε άτομα που έχουν προσβληθεί με HBV. Μια αύξηση των επιπέδων του αντι-HBs, σε συνδυασμό με απώλεια του ανιχνεύσιμου στην κυκλοφορία αντιγόνου επιφανείας της ηπατίτιδας Β (HBsAg), δηλώνει ανάρρωση από λοιμώξη της ηπατίτιδας Β. Επιπλέον, τα επίπεδα του αντι-HBs μπορεί να μετρηθούν ώστε να προσδιοριστεί εάν απαιτείται εμβολιασμός ή, ύστερα από τη χορήγηση σχήματος εμβολιασμού, να προσδιοριστεί εάν έχει επιτευχθεί προστατευτική ανοσία. |
A | Anti-SCL-70 | Την επομένη | 0.5 ml ορός ή πλάσμα. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | < 20 AU/ml Αρνητικό(-) ≥ 20 AU/ml Θετικό(+) | |
A | Anti-Sm | Την επομένη | 0.5 ml ορός ή πλάσμα. Στους 2-8º C έως 14 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | < 20 AU/ml Αρνητικό(-) ≥ 20 AU/ml Θετικό(+) | |
A | Anti-SS-A (Ro) | Την επομένη | 0.5 ml ορός ή πλάσμα. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | < 20 AU/ml Αρνητικό(-) ≥ 20 AU/ml Θετικό(+) | |
A | Anti-SS-B (La) | Την επομένη | 0.5 ml ορός ή πλάσμα. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | < 20 AU/ml Αρνητικό(-) ≥ 20 AU/ml Θετικό(+) | |
A | ANTI-Xa | Εντός 3 ημερών | 1.0 ml πλάσμα από CITRATE. Aιμοληψία 4ώρες μετά τη χορήγηση ηπαρίνης. Ιστορικό ασθενούς: το είδοςτης ηπαρίνης, τη δόση και κάθε πότε. | Χρωμογενής | I) U.F.H. 0.3 - 0.6 IU/ml II) L.M.W.H. Πρόληψη: 0.1 - 0.4 IU/ml Θεραπεία 12ωρη: 0.6- 1.0 IU/ml Θεραπεία 24ωρη: 1.0 - 2.0 IU/ml Οι Τ.Α. αφορούν μετρήσεις σε δείγμα που έχει ληφθεί 4 ώρες μετά τη χορήγηση του φαρμάκου | |
A | AVIDITY CMV IgG | Εντός 3 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (ECLIA) | ≥ 60%: ένδειξη παλαιάς λοίμωξης, προγενέστερης του τελευταίου 3μήνου 40 - 59.9: αμφίβολο αποτέλεσμα < 40%: ένδειξη πρόσφατης λοίμωξης, πιθανόν εντός του τελευταίου 3μήνου | |
A | AVIDITY TOXO IgG | Εντός 3 ημερών | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | Ηλεκτοχημειοφωταύγεια (ECLIA) | ≥ 60%: ένδειξη παλαιάς λοίμωξης, προγενέστερης του τελευταίου 4μήνου 40 - 59.9%: οριακό αποτέλεσμα <40%: ένδειξη πρόσφατης λοίμωξης, πιθανόν εντός του τελευταίου 4Μήνου | |
Β | β-2 ΜΙΚΡΟΣΦΑΙΡΙΝΗ | Την επομένη | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. Στους -20º C έως 2 μήνες. | Θολοσιμετρική | 0.97 - 2.64 mg/l | Η β2-μικροσφαιρίνη απελευθερώνεται συνεχώς στο αίμα σε μικρές ποσότητες, διηθείται ελεύθερα στους νεφρούς όπου απορροφάται εκ νέου και αποδομείται στα νεφρικά σωληνάρια. Αύξηση στις συγκεντρώσεις ορού προκύπτει ως αποτέλεσμα μεγαλύτερης απελευθέρωσης της β2-μικροσφαιρίνης, λόγω της αυξημένης δραστηριότητας του ανοσοποιητικού συστήματος, όπως στις λοιμώξεις ή τις ρευματοειδείς παθήσεις, τον κυτταρικό θάνατο ή τη μειωμένη εξάλειψη λόγω νεφρικής βλάβης. Η συγκέντρωση της β2-μικροσφαιρίνης στον ορό είναι συνεπώς ένας ευαίσθητος δείκτης της ικανότητας σπειραματικής διήθησης των νεφρών. Αυξημένες συγκεντρώσεις β2-μικροσφαιρίνης ανευρίσκονται επίσης σε ασθενείς με πολλαπλό μυέλωμα και χρόνια λεμφική λευχαιμία. Σε περιπτώσεις αυξημένου κυτταρικού πολλαπλασιασμού, η ειδικότητα της μπορεί να ενισχυθεί καθορίζοντας το λόγο β2-μικροσφαιρίνης προς κυστατίνη C. |
Β | ΒΑΛΠΡΟΪΚΟ ΟΞΥ (DEPAKINE) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | Θεραπευτ. συγκέντρ.: 50 - 100 μg/ml Τοξική συγκέντρ.: >100 μg/ml | |
Β | ΒΑΝIΛΟΜΑΝΔΕΛΙΚΟ ΟΞΥ (VMA) | Την επομένη | 10 ml Ούρα 24/ώρου. Συλλογή δείγματος σε δοχείο με 10 ml HCl 6M. Αποφυγή για 2 εβδομάδες: καφές, τσάι, μπανάνα, εσπεριδοειδή, κακάο, ξηροί καρποί και βανίλια. Διακοπή φαρμακευτικής αγωγής για 2 εβδομάδες από: Μεθυλ- ντόπα, Levodopa, Carbidopa, Ρεζερπίνη, Πυριδοξίνη, Ασπιρίνη και Amoxil. Στους 2-8º C έως 14 ημέρες. | Χρωματογραφία στήλης HPLC | Ενήλικες: 1.0 - 11 mg/24h Παιδιά: 1 - 18 ετών: < 6.0 mg/24h | |
Β | ΒΑΡΒΙΤΟΥΡΙΚΑ | Αυθημερόν | 3 ml Ούρα τυχαίας ούρησης. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Ανοσοπροσδιορισμός | Αρνητικό (-) | |
Β | ΒΕΝΖΟΔΙΑΖΕΠΙΝΗ | Αυθημερόν | 3 ml Ούρα τυχαίας ούρησης. Στους 2-8º C έως 24 ώρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Ανοσοπροσδιορισμός | Αρνητικό (-) | |
Β | ΒΙΤΑΜΙΝΗ 1,25(ΟΗ)2D3 | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA, Ηπαρίνη). Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 4 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | 19.9 - 79.3 pg/ml | |
Β | ΒΙΤΑΜΙΝΗ 25(ΟΗ)D | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA,Ηπαρίνης). Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 4 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) (Εσώκλειστο 25(OH)D3 Atellica Siemens) | Ενήλικες: Έλλειψη: <10 ng/ml Ανεπάρκεια: 10 - 29 ng/ml Επάρκεια: 30 - 100 ng/ml Τοξικότητα: > 100 ng/ml Παιδιά: < 1 έτους: 15 - 68 ng/ml 1 - 3 ετών: 12 - 51 ng/ml 4 - 14 ετών: 11 - 47 ng/ml | Η βιταμίνη D είναι μια στεροειδής ορμόνη που συμμετέχει στην εντερική απορρόφηση του ασβεστίου και στη ρύθμιση της ομοιόστασης του ασβεστίου. Η βιταμίνη D είναι απαραίτητη για τον σχηματισμό και τη διατήρηση ισχυρών, υγιών οστών. Η έλλειψη της βιταμίνης D μπορεί να προκληθεί από ανεπαρκή έκθεση στον ήλιο, από ανεπαρκή διατροφική πρόσληψη, από μειωμένη απορρόφηση, από παθολογικό μεταβολισμό ή από αντίσταση στη βιταμίνη D. Πρόσφατα, έχει γίνει συσχέτιση πολλών χρόνιων νόσων, όπως ο καρκίνος, η υψηλή πίεση του αίματος, η οστεοπόρωση, και αρκετές αυτοάνοσες νόσοι, με την έλλειψη της βιταμίνης D. Και οι δύο μορφές της βιταμίνης D (D2 και D3) που προέρχονται είτε από πρόσληψη είτε από παραγωγή, μεταβολίζονται στο ήπαρ σε 25(OH) βιταμίνη D και στη συνέχεια μετατρέπονται στο ήπαρ ή στον νεφρό σε 1,25-διυδροξυβιταμίνη D. Οι μεταβολίτες της βιταμίνης D προσδένονται σε μια πρωτεΐνη φορέα στο πλάσμα και διανέμονται σε ολόκληρο το σώμα. Ο πιο αξιόπιστος κλινικός δείκτης της κατάστασης της βιταμίνης D είναι η 25(OH)βιταμίνης D, γιατί τα επίπεδα της στον ορό και στο πλάσμα αντικατοπτρίζουν τα επίπεδα της αποθηκευμένης βιταμίνης D του σώματος και είναι αυτή που συσχετίζεται με τα κλινικά συμπτώματα της έλλειψης . Η Υπηρεσία Συμπληρωμάτων Διατροφής(ODS) των ΗΠΑ, ηγείται μιας συνεργατικής προσπάθειας για την τυποποίηση της εργαστηριακής μέτρησης της κατάστασης της βιταμίνης D σε εθνικές έρευνες για την υγεία σε παγκόσμιο επίπεδο, στην οποία συμμετέχουν τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) και το Εθνικό Ινστιτούτο Προτύπων και Τεχνολογίας (NIST) . Οι στόχοι είναι: • Η προτυποποίηση της μέτρησης της ολικής 25(OH) βιταμίνης D του ορού σε εθνικές έρευνες για την υγεία μέσω σύνδεσής τους με τη διαδικασία μέτρησης αναφοράς του NIST. • Η μελέτη των ομοιοτήτων και των διαφορών στην ολική 25(OH) βιταμίνη D μεταξύ των εθνικών ερευνών για την υγεία. • Η διεύρυνση των υπηρεσιών τυποποίησης πέρα από τις εθνικές έρευνες προκειμένου να συμπεριληφθούν κατασκευαστές μεθόδων, και κλινικά και ερευνητικά εργαστήρια. • Η εφαρμογή της χρήσης των προτυποποιημένων δεδομένων σε δραστηριότητες για τη δημόσια υγεία και στην περίθαλψη των ασθενών. Με το πρόγραμμα αυτό αξιολογείται η απόδοση των μεθόδων (απόκλιση και ανακρίβεια) του εργαστηρίου ή του κατασκευαστή μεθόδων καθ’ όλη τη διάρκεια μιας περιόδου ενός έτους. |
Β | ΒΙΤΑΜΙΝΗ Β1 | Εντός 6 ημερών | 2.5 ml ολικό αίμα (EDTA). Προαιρετικά ο εξεταζόμενος να είναι νηστικός. Η δειγματοληψία να προηγείται της όποιας φαρμακευτικής αγωγής και να γίνεται με ελαφρά περίδεση. Το δείγμα φυλάσσεται προστατευμένο από το φώς (π.χ. κάλυψη με αλουμινόχαρτο). Στους 2-8º C έως 4 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | HPLC | 28 – 85 μg/l | |
Β | ΒΙΤΑΜΙΝΗ Β12 | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA, Ηπαρίνη). Ο εξεταζόμενος πρέπει να είναι νηστικός. Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 18-24º C έως 8 ώρες. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C για > από 2 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) (Εσώκλειστο Β12 Atellica Siemens) | Ενήλικες: 211 - 910 pg/ml Παιδία: Αγόρια: < 1 ετών: 290 - 1210 pg/ml 2 - 3 ετών: 260 - 1215 pg/ml 4 - 6 ετών: 245 - 1075 pg/ml 7 - 9 ετών: 270 - 1170 pg/ml 10 - 12 ετών: 180 - 1090 pg/ml 13 - 18 ετών: 210 - 865 pg/ml Κορίτσια: < 1 ετών: 225 - 1515 pg/ml 2 - 3 ετών: 415 - 1210 pg/ml 4 - 6 ετών: 310 - 1410 pg/ml 7 - 9 ετών: 245 - 1175 pg/ml 10 - 12 ετών: 195 - 1020 pg/ml 13 - 18 ετών: 180 - 865 pg/ml | Η βιταμίνη Β12 και το φυλλικό οξύ είναι πολύ σημαντικά για τη σύνθεση ενός φυσιολογικού DNA, που με τη σειρά του επηρεάζει την ωρίμανση των ερυθροκυττάρων. Η βιταμίνη Β12 είναι επίσης αναγκαία για το σχηματισμό και τη συντήρηση του περιβλήματος της μυελίνης. Ο οργανισμός χρησιμοποιεί τα αποθέματα της Β12 που διαθέτει με μεγάλη οικονομία, απορροφώντας εκ νέου βιταμίνη Β12 από τον ειλεό και επιστρέφοντάς την στο ήπαρ. Κλινικά και εργαστηριακά ευρήματα για την ανεπάρκεια της Β12 περιλαμβάνουν νευρολογικές ανωμαλίες, μειωμένα επίπεδα της Β12 ορού και αυξημένη έκκριση μεθυλμαλονικού οξέος. Η προβληματική σύνθεση του DNA σχετιζόμενη με ανεπάρκεια της B12 προκαλεί τύπους μακροκυτταρικής αναιμίας. Αυτοί οι τύποι αναιμίας χαρακτηρίζονται από παθολογική ωρίμανση των πρόδρομων ερυθροκυττάρων στον μυελό των οστών, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα την παρουσία μεγαλοβλαστών και τη μειωμένη επιβίωση των ερυθροκυττάρων. Η κακοήθης αναιμία είναι μια μακροκυτταρική αναιμία που οφείλεται στην ανεπάρκεια της Β12 η οποία προέρχεται από την έλλειψη του ενδογενούς παράγοντα. Η χαμηλή λήψη της βιταμίνης B12, η γαστρεκτομή, οι νόσοι του λεπτού εντέρου, η δυσαπορρόφηση και η ανεπάρκεια της διαβιβαστικής κοβαλαμίνης μπορούν επίσης να προκαλέσουν ανεπάρκεια της βιταμίνης Β12. |
Β | β-ΧΟΡΙΑΚΗ ΓΟΝΑΔΟΤΡΟΠΙΝΗ (β-HCG) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C για > από 2 ημέρες. | Χημειοφωταύγ. (CLIA) (Εσώκλειστο HCG Atellica Siemens) | Άνδρες: ≤ 2.6 mIU/ml Γυναίκες: ≤ 5.0 mIU/ml Εγκυμοσύνη: 1η: 5.0 - 50 mIU/ml 1η - 2η: 50 - 500 mIU/ml 2η - 3η: 100 - 5000 mIU/ml 3η - 4η: 500 - 10000 mIU/ml 4η - 5η: 1000 - 50000 mIU/ml 5η - 6η: 10000 - 100000 mIU/ml 6η - 8η: 15000 - 200000 mIU/ml 2 - 3 μήνες: 10000 - 100000 mIU/ml | |
Γ | ΓΑΛΑΚΤΙΚΗ ΑΦΥΔΡΟΓΟΝΑΣΗ (L-LDH) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Άμεση φυγοκέντρηση και διαχωρισμός. Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 15-25º C έως 7 ημέρες. Στους 2-8º C έως 4 ημέρες. Στους -20º C έως 6 έβδομάδες.. | Ενζυμική-Φωτομετρική (εσώκλειστο LDPL-Atellica -Siemens) | Ενήλικες: 120 - 246 U/l Παιδιά: 1 - 3 ετών: < 395 U/l 4 - 6 ετών: < 345 U/l 7 - 12 ετών: < 325 U/l | |
Γ | ΓΑΛΑΚΤΙΚΟ ΟΞΥ | Αυθημερόν | 0.5 ml πλάσμα (Φθοριούχο, οξαλικό και ηπαρίνη ). Αιμοληψία πρωινή, από φλέβα χωρίς στάση, μετά από νηστεία. Ο εξεταζόμενος πρέπει να βρίσκεται σε κατάσταση ηρεμίας. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 24 ώρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Χρωματομετρική | 4.5 - 19.8 mg/dl | |
Γ | ΓΑΣΤΡΙΝΗ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Μετά από 12ωρη νηστεία. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Στους 2-8º C έως 24 ώρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | Ενήλικες: < 115 pg/ml Παιδιά: 10 - 125 pg/ml | |
Γ | γ-ΓΛΟΥΤΑΜΥΛΟΤΡΑΝΣΦΕΡΑΣΗ (γ-GT) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (Ηπαρίνης). Μετά από 8ωρη νηστεία. Λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 15-25º C έως 7 ημέρες. Στους 2-8 0C έως 7 ημέρες. Στους -20º C έως 1 έτος. | Ενζυμική-Χρωματομετρική (εσώκλειστο GGT-Atellica -Siemens) | Άνδρες: < 73 U/l Γυναίκες: < 38 U/l Παιδιά: 6μηνών - 1 έτους: <34 U/l 1 - 3 ετών: < 18 U/l 4 - 6 ετών: < 23 U/l 7 - 12 ετών: < 17 U/l 13 - 17 ετών: < 45 U/l | |
Γ | ΓΕΝΙΚΗ ΑΙΜΑΤΟΣ | Αυθημερόν | 2.5 ml ολικό αίμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 1 ημέρα. Συνιστάται δείγμα πρόσφατης λήψης. | Κυτταρομετρία ροής | Ειδικό έντυπο | |
Γ | ΓΛΥΚΑΓΟΝΗ | Εντός 5 ημερών | 2.0 ml πλάσμα (EDTA) παγωμένο. Μετά από 12ωρη νηστεία. Προπαγωμένα EDTA σωληνάρια, φυγοκέντριση στους 2-8 º C, μεταφορά σε παγόλουτρο, αποστολή μαζί με παγοκύστη. Στους -20º C έως 2 μήνες. | RIA | Ενήλικες: 25 - 250 pg/ml Παιδιά: 4 - 14 ετών: < 148 pg/ml | |
Γ | ΓΛΥΚΟΖΗ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (Ηπαρίνης). Μετά από νηστεία. Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Άμεσος διαχωρισμός εντός μισής ώρας. Στους 15 - 25º C έως 8 ώρες. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. | Ενζυμική-Φωτομετρική (εσώκλειστο GLUO-Atellica -Siemens) | Ενήλικες: 74 - 106 mg/dl Παιδιά: < 12 ετών: 60 - 100 mg/dl | |
Γ | ΓΛΥΚΟΖΗ ΟΥΡΩΝ | Αυθημερόν | 2 ml Ούρα 24ώρου η τυχαίας ούρησης. Για ούρα 24ώρου, κατά τη διάρκεια της συλλογής, προσθήκη 5 ml οξικού οξέος. | Ενζυμική-Φωτομετρική | 24ωρου: < 0.5 g /24h Τυχαίο δείγμα: < 1 - 15 mg/dl | |
Γ | ΓΛΥΚΟΖΥΛΙΩΜΕΝΗ ΑΙΜΟΣΦΑΙΡΙΝΗ (HbA1C) | Αυθημερόν | 2.5 ml ολικό αίμα (EDTA). Συνιστάται δείγμα πρόσφατης λήψης. | HPLC (Εσώκλειστο G7Variant HSi Tosoh) | Άριστη ρύθμιση: 4.0 - 6.0 % Καλή ρύθμιση: 6.0 - 7.0 % | |
C | C-ΑΝΤΙΔΡΩΣΑ ΠΡΩΤΕΙΝΗ (CRP ποιοτικό) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 14 μήνες. | Συγκολλητινοαντίδραση | Αρνητικό (-) | |
C | C-ΑΝΤΙΔΡΩΣΑ ΠΡΩΤΕΙΝΗ (CRP ποσοτικό) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 2 μήνες. | Aνοσοθολοσιμετρική (Εσώκλειστο wr CRP-Atellica –Siemens) | ≤ 0.33 mg/dl | Η CRP ανήκει στις πρωτεΐνες οξείας φάσης . Οι συγκεντρώσεις της CRP στον ορό αυξάνονται ως απόκριση σε πολλές παθολογικές καταστάσεις, μεταξύ των οποίων είναι η λοίμωξη, ο τραυματισμός ιστού, οι φλεγμονώδεις διαταραχές ,όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα ,η καρδιαγγειακή νόσος και η περιφερική αγγειοπάθεια. Οι αυξήσεις στις τιμές της C‑αντιδρώσας πρωτεΐνης (CRP) είναι μη ειδικές για πολλές διεργασίες νοσημάτων και δεν θα πρέπει να ερμηνεύονται χωρίς πλήρη κλινική αξιολόγηση. Παρότι τα αυξημένα επίπεδα της CRP στον ορό αποτελούν μη ειδική απόκριση, η διαδοχική μέτρηση των επιπέδων CRP μπορεί να αποτελέσει πολύτιμο βοήθημα στη διάγνωση και τη διαχείριση της ειδικής κατάστασης που προκάλεσε την αύξηση. |
C | C-ΑΝΤΙΔΡΩΣΑ ΠΡΩΤΕΙΝΗ ΥΨΗΛΗΣ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑΣ (HIGH SENSITIVITY CRP) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός . Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 2 μήνες. | Νεφελομετρική | Ενήλικες: < 3 mg/l Παιδιά: < 2.5 mg/l | |
C | C-ΠΕΠΤΙΔΙΟ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Πρωινή αιμοληψία μετά από 10ωρη νηστεία. Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 24 ώρες. Στους -20º C έως 30 ημέρες. | Ηλεκτροχημειοφωταύγ. (ECLIA) | 1.0 - 4.4 ng/ml | Στα β-κύτταρα του παγκρέατος, το μόριο προϊνσουλίνης διασπάται, με αποτέλεσμα να σχηματίζεται ινσουλίνη και C-πεπτίδιο. Το C-πεπτίδιο, ένα πολυπεπτίδιο που αποτελείται από 31 αμινοξέα (Μ.Β. ~3000), αποθηκεύεται στα εκκριτικά κοκκία των β-κυττάρων και απελευθερώνεται στην κυκλοφορία σε ισομοριακές ποσότητες με την ινσουλίνη. Ο προσδιορισμός της ινσουλίνης σε διαβητικούς που λαμβάνουν θεραπεία με ινσουλίνη παρουσιάζουν ειδικά προβλήματα λόγω παρεμποδίσεων από την εξωγενή ινσουλίνη και τα κυκλοφορούντα αντισώματα κατά της ινσουλίνης. Ο προσδιορισμός του C-πεπτιδίου δεν επηρεάζεται σημαντικά από τα αντισώματα ινσουλίνης τα οποία ανιχνεύονται σε ασθενείς που λαμβάνουν ινσουλινοθεραπεία, γι’αυτό παρέχει μια αξιολόγηση των ενδογενών εκκριτικών αποθηκών ινσουλίνης σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη και θεωρείται πιο αξιόπιστος δείκτης έκκρισης της ινσουλίνης σε σύγκριση με την ίδια την ινσουλίνη. |
C | COLLAGEN CROSSLINKS-DEOXYPYRIDINOLINE (DPD) | Εντός 2 ημερών | 10 ml Ούρα 1ης ή 2ης πρωινής ούρησης, πριν από τις 10 πμ. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια | Άνδρες: 2.3 - 5.4 nM DPD/mmol κρεατινίνης Γυναίκες: 3. 0 - 7.4 nM DPD/mmol κρεατινίνης | |
C | COLLAGEN CROSSLINKS-PYRIDINOLINE (PYD) | Εντός 2 ημερών | 10 ml Ούρα 1ης ή 2ης πρωινής ούρησης, πριν από τις 10 πμ. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια | Άνδρες: 14 - 23 nM PYD/mmol κρεατινίνης Γυναίκες: 16 - 32 nM PYD/mmol κρεατινίνης | |
Δ | Δ4 ΑΝΔΡΟΣΤΕΝΔΙΟΝΗ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Δείγματα αιμολυμένα, λιπαιμικά ή ικτερικά ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 2 μήνες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | Άνδρες: 0.6 - 3.1 ng/ml Γυναίκες: 0.3 - 3.3 ng/ml Παιδιά: Αγόρια: 1 - 6 μηνών: 0.05 - 0.45 ng/ml 6 - 12 μηνών: 0.05 - 0.30 ng/ml 1 - 2 ετών: 0.04 - 0.45 ng/ml 3 - 9 ετών: 0.05 - 0.55 ng/ml 10 - 11 ετών: 0.10 - 0.60 ng/ml 12 - 14 ετών: 0.20 - 1.00 ng/ml Κορίτσια: 1 - 6 μηνών: 0.05 - 0.35 ng/ml 6 - 12 μηνών: 0.05 - 0.25 ng/ml 1 - 2 ετών: 0.10 - 0.20 ng/ml 3 - 9 ετών: 0.05 - 0.45 ng/ml 10 - 11 ετών: 0.25 - 0.80 ng/ml 12 - 14 ετών: 0.15 - 1.75 ng/ml | |
Δ | Δ –ΔΙΜΕΡΗ (D-DIMER) | Την επομένη | 0.5 ml πλάσμα (CITRATE). Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 2 εβδομάδες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | < 500 ng/ml | |
Δ | ΔΕΙΚΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΘΥΡΟΞΙΝΗΣ (FTI) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Υπολογιστική | 1.2 - 4.5 | |
Δ | ΔΕΙΚΤΗΣ ΚΑΡΚΙΝΩΜΑΤΟΣ ΠΛΑΚΩΔΟΥΣ ΤΥΠΟΥ (SCC) | Την επομένη | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 2 μήνες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | < 1.5 ng/ml | |
Δ | ΔΕΣΜΕΥΤΙΚΗ ΠΡΩΤΕΪΝΗ ΤΗΣ ΣΩΜΑΤΟΜΕΔΙΝΗΣ C (IGF1 - BP3) | Αυθημερόν | 1.0 ml ορός. Μετά από νηστεία. Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8 0C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 12 μήνες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | 1 - 2 ετών: 0.7 -3.9 μg/ml 3 - 4 ετών: 0.9 -4.7 μg/ml 5 - 6 ετών: 1.1 -5.6 μg/ml 7 - 8 ετών: 1.4 -6.5 μg/ml 9 - 10 ετών: 1.8 -7.7 μg/ml 11 -12 ετών: 2.4 -3.9 μg/ml 13 -16 ετών: 3.1 -10 μg/ml 17 -18 ετών: 3.1 -8.7 μg/ml 19 -20 ετών: 2.9 -7.3 μg/ml 21 - 30 ετών: 3.4 - 7.8 μg/ml 31 - 35 ετών: 3.5 - 7.0 μg/ml 36 - 55 ετών: 3.3 - 6.8 μg/ml 56 - 60 ετών: 3.4 - 6.9 μg/ml 61 - 65 ετών: 3.2 - 6.6 μg/ml 66 - 70 ετών: 3.0 - 6.2 μg/ml 71 - 75 ετών: 2.8 - 5.7 μg/ml 76 - 80 ετών: 2.5 - 5.1 μg/ml | |
Δ | ΔΕΥΔΡΟΕΠΙΑΝΔΡΟΣΤΕΡΟΝΗ (DHEA) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Δείγματα αιμολυμένα, λιπαιμικά, ικτερικά ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 12 μήνες. | EIA | Άνδρες: 1.0 - 6.0 ng/ml Γυναίκες: 1.5 - 7.0 ng/ml Αγόρια: < 6 ετών: 0.20 - 0.70 ng/ml 7 - 8 ετών: 0.30 - 1.20 ng/ml 9 - 11 ετών: 0.60 - 4.00 ng/ml 12 - 14 ετών: 1.00 - 5.00 ng/ml Κορίτσια: < 6 ετών: 0.10 - 0.50 ng/ml 7 - 8 ετών: 0.50 - 2.00 ng/ml 9 - 11 ετών: 1.00 - 4.40 ng/ml 12 - 14 ετών: 1.00 - 6.00 ng/ml | |
Δ | ΔΕΥΔΡΟΕΠΙΑΝΔΡΟΣΤΕΡΟΝΗ ΘΕΙΙΚΗ (DHEA'S) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA, Ηπαρίνη). Επίπεδα Βιοτίνης <19 ng/ml Δείγματα αιμολυμένα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 6 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) (Εσώκλειστο DHEA’S Atellica Siemens) | Άνδρες: 0.35 - 5.69 μg/ml Γυναίκες: 0.26 - 4.60 μg/ml Παιδιά: Αγόρια: 1 - 12 μηνών:< 0.03 - 1.60 μg/ml 2 - 3 ετών: < 0.03 - 0.217 μg/ml 4 - 9 ετών: <0.03 - 0.886 μg/ml 10 - 14 ετών: 0.37 - 2.70 μg/ml 15 - 21 ετών: 1.02 - 5.23 μg/ml Κορίτσια: 1 - 12 μηνών: < 0.03 - 1.60 μg/ml 2 - 3 ετών: < 0.03 - 0.237 μg/ml 4 - 9 ετών: <0.03 - 1.08 μg/ml 10 - 15 ετών: 0.334 - 2.45 μg/ml 16 - 21 ετών: 0.98 - 4.13 μg/ml | Η μέτρηση των επιπέδων DHEAS (ενός επινεφριδιακού στεροειδούς) είναι σημαντική για τις διερευνήσεις της παθολογικής ανάπτυξης τριχών (δασυτριχισμός) και της τριχόπτωσης (αλωπεκία) σε γυναίκες. Είναι, επίσης, πολύτιμη στην αξιολόγηση της αδρεναρχής και της καθυστερημένης ήβης. Η κυκλοφορούσα DHEAS προέρχεται σχεδόν όλη από τα επινεφρίδια, παρόλο που στους άνδρες ένα μέρος μπορεί να προέρχεται επίσης από τους όρχεις. Τα επίπεδα της DHEAS στο πλάσμα αυξάνουν σταθερά από περίπου το έβδομο έτος της ζωής και στη συνέχεια μειώνονται μετά την τρίτη δεκαετία. Σε αντίθεση με την κορτιζόλη, η DHEAS δεν εμφανίζει σημαντική ημερήσια διακύμανση. Επίσης, σε αντίθεση με την τεστοστερόνη, δεν κυκλοφορεί δεσμευμένη στη φυλοδεσμευτική σφαιρίνη. Η αφθονία της, σε συνδυασμό με τη σταθερότητά της κατά τη διάρκεια της ημέρας και από ημέρα σε ημέρα, καθιστά την DHEAS έναν εξαιρετικό δείκτη της έκλυσης ανδρογόνων από τα επινεφρίδια. Η DHEAS προσδιορίζεται συχνά σε συνδυασμό με την ελεύθερη τεστοστερόνη ως αρχικός έλεγχος για υπερανδρογονισμό σε δασυτριχισμό. Υψηλά επίπεδα DHEAS απαντώνται συχνά σε σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών (PCOS). Επίπεδα της DHEAS > 7.0–8.0 µg/mL σε γυναίκες είναι ενδεικτικά ορμονοεκκριτικού όγκου των επινεφριδίων. |
Δ | ΔΙΓΟΞΙΝΗ (LANOXIN) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Συλλογή δείγματος 6-8 ώρες μετά από τη χορήγηση του φαρμάκου. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 6 μήνες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | Θεραπευτ. συγκέντρ.: 0.90 - 2.0 ng/ml Τοξική συγκέντρ.: > 2.0 ng/ml | |
Δ | ΔΙΚΤΥΟΕΡΥΘΡΟΚΥΤΤΑΡΑ (ΔΕΚ) | Αυθημερόν | 2.5 ml ολικό αίμα (EDTA). Συνιστάται δείγμα πρόσφατης λήψης. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. | Χρώση | Ενήλικες: 0.5 - 2 % Παιδιά: Νεογέννητα: 3.0 - 7.0 % έως 3 μηνών: 3.0 % 1 - 10 ετών: 2.8 % | |
Δ | ΔΙΥΔΡΟΤΕΣΤΟΣΤΕΡΟΝΗ (DHT) | Την Επομένη | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 24 ώρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | EIA | Άνδρες: 0.3 - 0.9 ng/ml Γυναίκες: 0.04 - 0.2 ng/ml Προηβικά: < 0.05 ng/ml | |
Δ | ΔΥΣΑΝΕΞΙΑ ΣΤΗ ΛΑΚΤΟΖΗ | Εντός 6 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | ΕΙΑ | < 100 U/ml Αρνητικό (-) > 100 U/ml Θετικό (+) | Η λακτόζη είναι ο κύριος υδατάνθρακας που εμπεριέχεται στο γάλα των θηλαστικών.Η δυσανεξία στη λακτόζη προκαλείται από ανεπάρκεια του ενζύμου λακτάση, ένα ένζυμο απαραίτητο για την πέψη της λακτόζης. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν: κοιλιακό άλγος, διάρροια, ναυτία, μετεωρισμό και/ή φούσκωμα, μετά από κατανάλωση τροφών που περιέχουν λακτόζη. Η αφαίρεση του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων από τη διατροφή μπορεί να οδηγήσει σε θεραπεία. Μετά τη βρεφική ηλικία, περίπου το 75% του πληθυσμού παγκοσμίως χάνει την ικανότητα πέψης της λακτόζης, λόγω έλλειψης παραγωγής του ενζύμου λακτάση και αποτελεί μια φυσική εξέλιξη του οργανισμού μετά τα πρώτα έτη. Η κατάσταση αυτή αναφέρεται ως πρωτογενής δυσανεξία στη λακτόζη. Η δυσανεξία στη λακτόζη μπορεί να είναι πρωτογενής ή δευτερογενής. Στην πρωτογενή δυσανεξία στη λακτόζη, λείπει η γενετική παραλλαγή που προάγει την παραγωγή λακτάσης και μπορεί να εμφανιστούν κοιλιακά συμπτώματα μετά την κατάποση γάλακτος ή γαλακτοκομικών προϊόντων. Η δευτερογενής δυσανεξία στη λακτόζη μπορεί να προκύψει σε συνδυασμό με άλλες διαταραχές του εντέρου όπως γαστρεντερίτιδες, φλεγμονώδεις νόσοι του εντέρου και κοιλιοκάκη. Μπορεί, για παράδειγμα, η δυσανεξία να εμφανιστεί σε ένα παιδί μετά από γαστρεντερίτιδα όπου η ικανότητα μεταβολισμού της λακτόζης χάνεται προσωρινά λόγω της βλάβης στο έντερο και η εισαγωγή του γάλακτος στη διατροφή σε σύντομο χρονικό διάστημα μπορεί να οδηγήσει σε περαιτέρω διάρροια και μετεωρισμό. |
D | DIFENAL | Αυθημερόν | 1.0 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Αιμολυμένα, ικτερικά ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C 3μήνες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | ΦΕΝΥΤΟΙΝΗ: Θεραπευτ. Συγκέντρ.: 10 - 20 μg/ml Τοξική συγκέντρ.: > 30 μg/ml ΦΕΝΟΒΑΡΒΙΤΑΛΗ: Θεραπευτ. Συγκέντρ.: 15 - 40 μg/ml Τοξική συγκέντρ.: > 50 μg/ml | |
Ε | ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΟ ΝΑΤΡΙΟΥΡΗΤΙΚΟ ΠΕΠΤΙΔΙΟ ( BNP) | Την επομένη | 1.0 ml πλάσμα (EDTA). Άμεση φυγοκέντρηση. Αιμολυμένα ,λιπαιμικά δείγαματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 24 ώρες. Στους -20º C έως 9 μήνες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | < 100 pg/ml > 400 pg/ml ένδειξη καρδιακής ανεπάρκειας | Η καρδιακή ανεπάρκεια είναι ένα σημαντικό κλινικό σύνδρομο που υποβαθμίζει τη συστολική ή τη διαστολική λειτουργία της αριστερής κοιλίας ή συνδυαστικά και τις δύο. Η καρδιακή ανεπάρκεια εμφανίζεται όταν η καρδιά δεν μπορεί να αντλήσει αίμα με ρυθμό αρκετό για τις μεταβολικές απαιτήσεις. Οι πιο κοινές αιτίες της είναι η στεφανιαία αρτηριακή νόσος, η υπέρταση, οι παθήσεις των καρδιακών βαλβίδων και οι καρδιομυοπάθειες. Η ακριβής και έγκαιρη διάγνωση είναι σημαντική καθώς υπάρχουν διαθέσιμες αποτελεσματικές θεραπευτικές παρεμβάσεις (π.χ. αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτασίνης, βήτα-αποκλειστές) οι οποίες βελτιώνουν τόσο τη νοσηρότητα όσο και τη θνησιμότητα. Το σύστημα νατριουρητικών πεπτιδίων είναι μια οικογένεια δομικά όμοιων αλλά γενετικά διαφορετικών πεπτιδίων, που περιλαμβάνουν το κολπικό νατριουρητικό πεπτίδιο (ANP) και το νατριουρητικό πεπτίδιο τύπου Β (BNP), προερχόμενο από τα κύτταρα του μυοκαρδίου, καθώς και το νατριουρητικό πεπτίδιο τύπου C (CNP), προερχόμενο από τα ενδοθηλιακά κύτταρα. Τα καρδιακά νατριουρητικά πεπτίδια είναι οι φυσιολογικοί ανταγωνιστές του συστήματος ρενίνης-αγγειοτασίνης- αλδοστερόνης και του συμπαθητικού νευρικού συστήματος. Αυτά προάγουν την νατριούρηση και τη διούρηση, λειτουργούν ως αγγειοδιασταλτικά και ασκούν αντιμιτογόνους επιδράσεις στους καρδιαγγειακούς ιστούς. Τα πεπτίδια ANP και BNP εκκρίνονται από την καρδιά ως συνέπεια καταπόνησης των αιμοδυναμικών στοιχείων. Τα αυξημένα επίπεδα της BNP παράγονται κυρίως ως συνέπεια της διάτασης του αριστερού κοιλιακού τοιχώματος και της υπερφόρτωσης όγκου. Τα ANP και BNP εκφράζονται κυρίως στους κόλπους και τις κοιλίες αντίστοιχα και είναι σημαντικά για τη ρύθμιση της πίεσης του αίματος, των ηλεκτρολυτών και της ομοιόστασης του όγκου. Το σύστημα των νατριουρητικών πεπτιδίων της καρδιάς ενεργοποιείται στο μέγιστο βαθμό του κατά τη δυσλειτουργία των καρδιακών κοιλιών και παίζει σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της αντισταθμιστικής κατάστασης της ασυμπτωματικής καρδιακής ανεπάρκειας και στην καθυστέρηση της εξέλιξης της νόσου. |
Ε | ΕΘΟΣΟΥΞΙΜΙΔΗ (ZARONTIN) | Εντός μιας εβδομάδας | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 24 ώρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | HPLC | Θεραπευτ. Συγκέντρ.: 40 - 100 μg/ml | |
Ε | ΕΙΔΙΚΗ ΝΕΥΡΩΝΙΚΗ ΕΝΟΛΑΣΗ (NSΕ) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Φυγοκέντριση και διαχωρισμός εντός μιας ώρας. Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 3 μήνες. | Ηλεκτροχημειοφωταύγ. (ECLIA) | < 16 ng/ml | |
Ε | ΕΙΔΙΚΗ ΟΣΤΙΚΗ ΑΛΚΑΛΙΚΗ ΦΩΣΦΑΤΑΣΗ | Εντός μιας εβδομάδας | 0.5 ml ορός. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 2 εβδομάδες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | Άνδρες: 12 - 23 μg/l Γυναίκες: 10 - 22 μg/l Παιδιά: 10 - 22 μg/l | |
Ε | ΕΙΔΙΚΟ ΠΟΛΥΠΕΠ. ΑΝΤΙΓΟΝΟ ΙΣΤΩΝ (TPS) | Την Επομένη | 0.5 ml ορός. Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | < 100 IU/l | |
Ε | ΕΙΔΙΚΟ ΠΡΟΣΤΑΤΙΚΟ ΑΝΤΙΓΟΝΟ (ΟΛΙΚΟ) (tPSA) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Αποφυγή σεξουαλικής επαφής και δακτυλικής ψηλάφησης προστάτη 48 ώρες πριν την αιμοληψία. Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C για > απο 2 ημέρες. | Xημειοφωταύγεια (CLIA) (Εσώκλειστο tPSA Atellica Siemens) | < 40 ετών: < 1.4 ng/ml 40 - 50 ετών: < 2.0 ng/ml 50 - 60 ετών: < 3.1 ng/ml 60 - 70 ετών: < 4.1 ng/ml > 70 ετών: < 4.4 ng/ml Υπερτροφία: < 10 ng/ml | ΠΡΟΣΟΧΗ:Η συγκέντρωση του PSA σε ένα δεδομένο δείγμα, όπως καθορίζεται μέσω μεθόδων διαφορετικών κατασκευαστών, μπορεί να διαφέρει λόγω διαφορών στις μεθόδους προσδιορισμού και στην ειδικότητα του αντιδραστηρίου. Τιμές που λαμβάνονται με διαφορετικές μεθόδους προσδιορισμού δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναλλακτικά μεταξύ τους. Το ειδικό προστατικό αντιγόνο (PSA) είναι μια γλυκοπρωτεΐνη απλής αλύσου που φυσιολογικά απαντάται στο κυτταρόπλασμα των επιθηλιακών κυττάρων που καλύπτουν τις κυψέλες και τους πόρους του αδένα του προστάτη. Το PSA ανιχνεύεται στον ορό των ανδρών με φυσιολογικό, καλοήθη υπερτροφικό και κακοήθη ιστό προστάτη. Το γεγονός ότι το PSA απαντάται μόνο στον ιστό του προστάτη το καθιστά κατάλληλο δείκτη για την παρακολούθηση ανδρών με καρκίνο του προστάτη. Είναι επίσης χρήσιμο για τον καθορισμό πιθανής επανεμφάνισης μετά από θεραπεία, όταν χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με άλλους διαγνωστικούς δείκτες. Αυξημένα επίπεδα PSA παρατηρούνται επίσης σε ασθενείς με καλοήθη υπερτροφία του προστάτη. Σύμφωνα με μελέτες, η μέτρηση του PSA σε συνδυασμό με δακτυλική εξέταση του ορθού (DRE) και υπέρηχο παρέχουν καλύτερη μέθοδο ανίχνευσης του καρκίνου του προστάτη από τη δακτυλική εξέταση του ορθού από μόνη της. Τα επίπεδα του PSA αυξάνονται σε καρκίνο του προστάτη και μετά από ριζική προστατεκτομή μειώνονται σε μη ανιχνεύσιμο εύρος. Αν ο ιστός του προστάτη παραμένει μετά από χειρουργική επέμβαση ή αν έχει σημειωθεί μετάσταση, το PSA φαίνεται να είναι χρήσιμο για την ανίχνευση υπολειμματικού όγκου ή πρώιμης επανεμφάνισης όγκου. Συνεπώς, τα επίπεδα του PSA μπορούν να βοηθήσουν στον καθορισμό της επιτυχίας της προστατεκτομής και της ανάγκης για περαιτέρω |
Ε | ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ κ (ΚΑΠΠΑ) ΑΛΥΣΙΔΕΣ ΟΡΟΥ | Την επομένη | 1.0 ml ορός. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. Στους -20º C έως 6 μήνες. | Νεφελομετρική | 1.41 - 8.29 mg/L ΛΟΓΟΣ κ/λ: 0.40 – 2.56 | |
Ε | ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ κ (ΚΑΠΠΑ) ΑΛΥΣΙΔΕΣ ΟΥΡΩΝ | Εντός 4 ημερών | 5.0 ml ούρα 24/ώρου. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. Στους -20º C έως 6 μήνες. | Νεφελομετρική | < 25.8 mg/L ΛΟΓΟΣ κ/λ: 1.4 -6.2 | |
Ε | ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ λ (ΛΑΜΔΑ) ΑΛΥΣΙΔΕΣ ΟΡΟΥ | Την επομένη | 1.0 ml ορός. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. Στους -20º C έως 6 μήνες. | Νεφελομετρική | 0.64 - 2.97 mg/L ΛΟΓΟΣ κ/λ: 0.40 – 2.56 | |
Ε | ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ λ (ΛΑΜΔΑ) ΑΛΥΣΙΔΕΣ ΟΥΡΩΝ | Εντός 4 ημερών | 5.0 ml ούρα 24/ώρου. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. Στους -20º C έως 6 μήνες. | Νεφελομετρική | < 11.3 mg/L ΛΟΓΟΣ κ/λ: 1.4 -6.2 | |
Ε | ΕΛΕΓΧΟΣ ΠΑΤΡΟΤΗΤΑΣ (δύο άτομα) | Προσυνεννόηση | 2.5 ml ολικό αίμα (EDTA) από πατέρα. 2.5 ml ολικό αίμα (EDTA) από παιδί. Στους 2-8º C. | PCR | Ειδικό έντυπο | |
Ε | ΕΛΕΥΘΕΡΗ β-ΧΟΡΙΑΚΗ ΓΟΝΑΔΟΤΡΟΠΙΝΗ (FREE β-HCG) | Την Επομένη | 0.5 ml ορός. Αιμολυμένα, ικτερικά ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | < 0. 1 ng/ml Μέτρηση: PAPP-A / Free β-hCG 1ο τρίμηνο (έως 13 εβδ. + 6 μέρες) | |
Ε | ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΘΥΡΟΞΙΝΗ (FT4) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA, Ηπαρίνη). Η φενυτοίνη και η καρβαμαζεπίνη επηρεάζουν το αποτέλεσμα. Επίπεδα Βιοτίνης <3500 ng/ml Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 18-24º C έως 8 ώρες. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C για > από2 ημέρες. | Xημειοφωταύγεια (CLIA) (Εσώκλειστο FΤ4 Atellica Siemens) | Ενήλιες: 0.89 - 1.76 ng/dl Παιδιά: 1 - 23 μηνών: 0.94 - 1.44 ng/dl 2 - 12 ετών: 0.86 - 1.40 ng/dl 13 - 21 ετών: 0.83 - 1.43 ng/dl | Η θυροξίνη (3,5,3',5'-τετραϊοδοθυρονίνη, L‑θυροξίνη ή T4) είναι μια ορμόνη που συντίθεται και απεκκρίνεται από τον θυρεοειδή αδένα και παίζει σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση του μεταβολισμού. Η T4 εκκρίνεται στην κυκλοφορία του αίματος ως απόκριση στην TSH (θυρεοειδοτρόπος ορμόνη) Στην κυκλοφορία, το 99,95% της T4 είναι ανάστροφα δεσμευμένο σε πρωτεΐνες-φορείς, κυρίως στη θυρεοδεσμευτική σφαιρίνη (TBG) και σε μικρότερο βαθμό στην αλβουμίνη και στην προαλβουμίνη. Αυτό το μη δεσμευμένο κλάσμα ή ελεύθερο T4 (FT4) είναι μεταβολικά ενεργό και παράλληλα ένας πρόδρομος της τριιωδοθυρονίνης (T3). Τα επίπεδα της FT4 σχετίζονται με την έκκριση και το μεταβολισμό της T4. Στον υποθυρεοειδισμό και τον υπερθυρεοειδισμό, τα επίπεδα της FT4 συμβαδίζουν με τις μεταβολές των επιπέδων της ολικής T4. Η μέτρηση της FT4 είναι χρήσιμη όταν εμφανίζονται αλλαγές στα επίπεδα της ολικής T4 εξαιτίας μεταβολών στις πρωτεΐνες δέσμευσης της T4, ειδικά της TBG. Τα επίπεδα της TBG παραμένουν σχετικά σταθερά σε υγιή άτομα, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως σε μια φυσιολογική εγκυμοσύνη και κατά τη θεραπεία με στεροειδή, μπορεί να μεταβληθούν. Σε αυτές τις περιπτώσεις, τα επίπεδα της FT4 παραμένουν αμετάβλητα, ενώ τα επίπεδα της ολικής T4 συμβαδίζουν με τις μεταβολές της TBG. Η μέτρηση της FT4 και της FT3 είναι συχνά προτιμότερη από τη μέτρηση μόνο της Τ4 και της Τ3. |
Ε | ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΟΙΣΤΡΙΟΛΗ (E3) | Την Επομένη | 0.5 ml ορός. Αιμολυμένα, ικτερικά ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 4 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Χημειοφωταύγια (CLIA) | < 2.0 ng/ml | |
Ε | ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΤΕΣΤΟΣΤΕΡΟΝΗ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Τα αντιεπιληπτικά, τα βαρβιτουρικά και τα οιστρογόνα οδηγούν σε υψηλές τιμές. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | EIA | Άνδρες: 15 - 40 pg/ml Γυναίκες: 0.6 - 3.0 pg/ml Παιδιά: Αγόρια: 6 - 9 ετών: < 1.0 pg/ml 10 - 11 ετών: 0.2 - 2.0 pg/ml 12 - 14 ετών: 0.6 - 32.0 pg/ml 15 - 17 ετών: 15.0 - 34.0 pg/ml Κορίτσια: 6 - 9 ετών: < 0.3 pg/ml 10 - 11 ετών: 0.3 - 2.0 pg/ml 12 - 14 ετών: 0.4 - 2.2 pg/ml 15 - 17 ετών: 0.6 - 2.6 pg/ml | |
Ε | ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΤΡΙΙΩΔΟΘΥΡΟΝΙΝΗ (FT3) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 18-24º C έως 8 ώρες. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C για > από2 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) (Εσώκλειστο FΤ3 Atellica Siemens) | Ενήλικες: 2.3 - 4.2 pg/ml Παιδιά: 1 - 23 μηνών: 3.30 - 5.20 pg/ml 2 - 12 ετών: 3.30 - 4.80 pg/ml 13 - 21 ετών: 3.0 - 4.70 pg/ml | Η τριιωδοθυρονίνη (3,5,3'‑L-τριιωδοθυρονίνη, T3) είναι μια ορμόνη που συντίθεται και εκκρίνεται από τον θυρεοειδή αδένα και σχηματίζεται μέσω περιφερικής αποϊωδίωσης της θυροξίνης (T4). Η T3 και η T4 εκκρίνονται στην κυκλοφορία ως ανταπόκριση στη θυρεοειδοτρόπο ορμόνη (TSH) και διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση του μεταβολισμού. Στην κυκλοφορία, το 99,7% της T3 δεσμεύεται ανάστροφα σε πρωτεΐνες-φορείς, κυρίως στη θυρεοδεσμευτική σφαιρίνη (TBG) και, σε μικρότερο βαθμό, στην αλβουμίνη και στην προλευκωματίνη. Η υπόλοιπη T3 δεν δεσμεύεται σε πρωτεΐνες-φορείς, αλλά είναι ελεύθερη στην κυκλοφορία. Η ελεύθερη T3(FT3) είναι μεταβολικά ενεργή. Τα επίπεδα ελεύθερης T3 συσχετίζονται με την έκκριση T3 και τον μεταβολισμό. Στον υποθυρεοειδισμό και τον υπερθυρεοειδισμό, τα επίπεδα της FT3 παραλληλίζονται με τις αλλαγές στα επίπεδα ολικής T3. Ωστόσο, η μέτρηση της FT3 είναι χρήσιμη όταν εμφανίζονται αλλαγές επίπεδα ολικής T3 λόγω μεταβολών στις πρωτεΐνες που δεσμεύουν την T3, ειδικά στην TBG. Τα επίπεδα της TBG παραμένουν σχετικά σταθερά στα υγιή άτομα, αλλά ορισμένες καταστάσεις όπως η φυσιολογική κύηση και η θεραπεία με στεροειδή μπορούν να μεταβληθούν. Σε αυτές τις συνθήκες, τα επίπεδα της FT3 παραμένουν αμετάβλητα, ενώ τα επίπεδα ολικής T3 συμβαδίζουν με τις μεταβολές της TBG. |
Ε | ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΕΙΔΙΚΟ ΠΡΟΣΤATIKO ΑΝΤΙΓΟΝΟ (FREE PSA) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | Για PSA: 2.0 - 4.0 ng/ml: Free PSA / PSA > 0.15 Για PSA: 4.1 - 10 ng/ml: Free PSA / PSA > 0.23 | ΠΡΟΣΟΧΗ:Η συγκέντρωση του FPSA σε ένα δεδομένο δείγμα, όπως καθορίζεται μέσω μεθόδων διαφορετικών κατασκευαστών, μπορεί να διαφέρει λόγω διαφορών στις μεθόδους προσδιορισμού και στην ειδικότητα του αντιδραστηρίου.Τιμές που λαμβάνονται με διαφορετικές μεθόδους προσδιορισμού δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναλλακτικά μεταξύ τους. Υπάρχουν ανοσομετρικές μέθοδοι για την μέτρηση του ελεύθερου PSA(FPSA), του PSA που είναι συνδεδεμένο με την α‑1‑αντιχυμοτρυψίνη ACT (cPSA) και του ολικού PSA (ελεύθερου PSA συν cPSA). Η αναλογία του ελεύθερου PSA στον ορό βρέθηκε να είναι σημαντικά υψηλότερη στους άντρες με καλοήθη υπερπλασία του προστάτη (BPH) συγκριτικά με τους άντρες με καρκίνο του προστάτη. Το ποσοστό του ελεύθερου PSA που προσδιορίζεται από τη σύγκριση της συγκέντρωσης του ελεύθερου PSA με τη συγκέντρωση του ολικού PSA που έχει μετρηθεί στο ίδιο όργανο έχει προταθεί ως τρόπος βελτίωσης της διάκρισης μεταξύ της καλοήθους υπερπλασίας του προστάτη και του καρκίνου του προστάτη σε άντρες που τα επίπεδα ολικού PSA είναι μεταξύ 4 και 10 ng/ml |
Ε | ΕΜΒΡΥΙΚΗ ΑΙΜΟΣΦΑΙΡΙΝΗ F (HbF) | Την Επομένη | 2.5 ml ολικό αίμα (EDTA). Συνιστάται δείγμα πρόσφατης λήψης. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες | HPLC | HbF: < 1.0 % | |
Ε | ΕΜΜΕΣΗ COOMB’S | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C 5 ημέρες. Στους -20º C έως 6 μήνες. | Συγκολλητινοαντίδραση | Αρνητικό (-) | |
Ε | ΕΡΥΘΡΟΚΥΤΤΑΡΙΚΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ | Αυθημερόν | 2.5 ml ολικό αίμα (EDTA). Συνιστάται δείγμα πρόσφατης λήψης. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. | Κυτταρομετρία ροής | Ενήλικες: Μέσος Ερυθροκυτταρικός Όγκος (ΜCV): 79 - 99 fl Μέση Περιεκτικότητα Αιμοσφαιρίνης κατά Ερυθρά (MCH): 27 - 34 pg Μέση Συγκέντρωση Αιμοσφαιρίνης (MCHC): 30 - 35 g/dl Εύρος Κατανομής Ερυθρών (RDW): 11.5 - 14.6 Παιδιά: 1 - 3 ετών: Μέσος Ερυθροκυτταρικός Όγκος (ΜCV): 73 - 101 fl Μέση Περιεκτικότητα Αιμοσφαιρίνης κατά Ερυθρά (MCH): 23 - 31 pg Μέση Συγκέντρωση Αιμοσφαιρίνης (MCHC) : 26 - 34 g/dl Εύρος Κατανομής Ερυθρών (RDW): 11.5 - 14.6 4 - 5 ετών: Μέσος Ερυθροκυτταρικός Όγκος (ΜCV): 74 - 88 fl Μέση Περιεκτικότητα Αιμοσφαιρίνης κατά Ερυθρά (MCH): 25 - 31 pg Μέση Συγκέντρωση Αιμοσφαιρίνης (MCHC): 32 - 36 g/dl Εύρος Κατανομής Ερυθρών (RDW): 11.5 - 14.6 6 - 10 ετών: Μέσος Ερυθροκυτταρικός Όγκος (ΜCV): 76 - 90 fl Μέση Περιεκτικότητα Αιμοσφαιρίνης κατά Ερυθρά (MCH): 25 - 31 pg Μέση Συγκέντρωση Αιμοσφαιρίνης (MCHC): 32 - 36 g/dl Εύρος Κατανομής Ερυθρών (RDW): 11.5 - 14.6 | |
Ε | ΕΡΥΘΡΟΠΟΙΗΤΙΝΗ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Αιμολυμένα, ικτερικά ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 6 μήνες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | Ενήλικες: 4.3 - 29 mIU/ml Παιδιά: 10 - 18 ετών: < 15 mIU/ml | |
E | ECSTASY | Αυθημερόν | 3ml Ούρα τυχαίας ούρησης. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. | Ανοσοπροσδιορισμός | Αρνητικό (-) | |
Η | ΗΛΕΚΤΡΟΦΟΡΗΣΗ ΑΙΜΟΣΦΑΙΡΙΝΗΣ | Την επομένη | 2.5 ml ολικό αίμα (EDTA). Συνιστάται δείγμα πρόσφατης λήψης. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. | Αγαρόζη | Hb A2: 1.5 - 3.5 % Μη ανίχνευση παθολογικών αιμοσφαιρινών | |
Η | ΗΛΕΚΤΡΟΦΟΡΗΣΗ ΙΣΟΕΝΖΥΜΩΝ ΑΛΚΑΛΙΚΗΣ ΦΩΣΦΑΤΑΣΗΣ (ALP) | Εντός 6 ημερών | 0.5 ml ορός. Μετά από νηστεία. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 8 ημέρες. | Αγαρόζη | Ηπατικό: 40 - 60 % Oστικό: 40 - 60 % Εντερικό: 0 - 10 % | |
Η | ΗΛΕΚΤΡΟΦΟΡΗΣΗ ΙΣΟΕΝΖΥΜΩΝ ΓΑΛΑΚΤΙΚΗΣ ΑΦΥΔΡΟΓΟΝΑΣΗΣ (LDH) | Εντός μιας εβδομάδας | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Μετά από νηστεία. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 8 ημέρες. Όχι κατάψυξη. | Αγαρόζη | LD1: 6.0 - 36.2 % LD2: 33.1 - 41.4 % LD3: 17.0 - 29.0 % LD4: 5.2 - 12.8 % LD5: 3.4 - 14.4 % | |
Η | ΗΛΕΚΤΡΟΦΟΡΗΣΗ ΙΣΟΕΝΖΥΜΩΝ ΚΡΕΑΤΟΦΩΣΦΟΚΙΝΑΣΗΣ (CPK) | Εντός μιας εβδομάδας | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 2 εβδομάδες. | Αγαρόζη | CK-MB: 0 - 3 % CK-MM: 97 - 100 % CK-BB: 0 % | |
Η | ΗΛΕΚΤΡΟΦΟΡΗΣΗ ΛΙΠΟΠΡΩΤΕΙΝΩΝ | Εντός 2 ημερών | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Μετά από 14ωρη νηστεία. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. Όχι κατάψυξη. | Αγαρόζη | ALPHA: 19.0 - 44.0 % PREBETA: 5.0 - 25.0 % BETA: 39.0 - 60.0 % | |
Η | ΗΛΕΚΤΡΟΦΟΡΗΣΗ ΠΡΩΤΕΙΝΩΝ ENY | Εντός 3 ημερών | ΕΝΥ. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | Αγαρόζη | PRE-ALBUMIN: 2 - 7 % ALBUMIN: 56 - 76 % ALPHA 1: 2 - 7 % ALPHA 2: 4 - 12 % BETA: 8 - 18 % GAMMA: 3 - 12 % | |
Η | ΗΛΕΚΤΡΟΦΟΡΗΣΗ ΠΡΩΤΕΙΝΩΝ ΟΡΟΥ | Την Επομένη | 0.5 ml ορός. Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | Τριχοειδή(Capillary) | ALBUMIN: 54.7 - 69.70 % ALPHA 1: 2.63 - 5.03 % ALPHA 2: 4.87 - 10.50 % BETA 1: 5.35 - 9.20 % BETA 2: 2.38 - 7.10 % GAMMA: 9.70 - 18.90 % | |
Η | ΗΛΕΚΤΡΟΦΟΡΗΣΗ ΠΡΩΤΕΙΝΩΝ ΟΥΡΩΝ | Εντός 3 ημερών | 10 ml ούρα 24ώρου. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 2 εβδομάδες. | Αγαρόζη | Μη εμφάνιση κλάσματος στην περιοχή των γ-σφαιρινών | |
Θ | ΘΕΟΦΥΛΛΙΝΗ (THEOPHYLLINE-TERDAL) | Εντός 2 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Ανοσοενζυμική | Θεραπευτ. συγκέντρ.: 5 - 20 μg/ml Τοξική συγκέντρ.: > 20 μg/ml | |
Θ | ΘΡΟΜΒΟΦΑΞ ( APTT) | Αυθημερόν | 0.5 ml πλάσμα (CITRATE). Στους 15-25º C έως 12 ώρες. | Πηκτική | 22 - 40 sec | |
Θ | ΘΥΛΑΚΙΟΤΡΟΠΟΣ (FSH) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C για > από 2 ημέρες. | Xημειοφωταύγεια (CLIA) (Εσώκλειστο FSH Atellica Siemens) | Άνδρες: 1.4 - 18.1 mIU/ml Γυναίκες: Παραγωγική: 2.5 - 10.2 mIU/ml Ωορρηξία: 3.4 - 33.4 mIU/ml Εκκριτική: 1.4 - 9.10 mIU/ml Εμμηνόπαυση: 23 - 116 mIU/ml Παιδιά: Αγόρια: < 2 ετών: <0.3 - 2.0 mIU/ml 2 - 3 ετών: < 0.3 - 1.3 mIU/ml 4 - 9 ετών: 0.4 - 2.0 mIU/ml 10 - 11 ετών: 0.4 - 4.6 mIU/ml 12 - 21 ετών: 1.4 - 7.5 mIU/ml Κορίτσια: < 2 ετών: <0.3 - 7.1 mIU/ml 2 - 3 ετών: 1.3 - 5.0 mIU/ml 4 - 9 ετών: 0.5 - 5.0 mIU/ml 10 - 11 ετών: 1.4 - 9.3 mIU/ml 12 - 21 ετών: 2.2 - 10.1 mIU/ml | Η ωοθυλακιοτρόπος ορμόνη (FSH) είναι μια γλυκοπρωτεϊνική ορμόνη με 2 υπομονάδες. Η υπομονάδα άλφα είναι παρόμοια με αυτές της ωχρινοτρόπου ορμόνης (LH), της ανθρώπινης χοριακής γοναδοτροπίνης (hCG) και της θυρεοειδοτρόπου ορμόνης (TSH). Η υπομονάδα βήτα είναι διαφορετική από αυτή των άλλων γλυκοπρωτεϊνικών πρωτεΐνων και της προσδίδει τη βιοχημικής της ειδικότητα. Η FSH εκκρίνεται από τον πρόσθιο λοβό της υπόφυσης ως απάντηση της έκκρισης της εκλυτικής ορμόνη της γοναδοτροπίνης (GnRH) από τον υποθάλαμο. Τόσο σε άντρες όσο και σε γυναίκες, η έκκριση της FSH ρυθμίζεται από μια ισορροπία θετικών και αρνητικών μηχανισμών ανάδρασης στους οποίους συμπεριλαμβάνονται ο άξονας υποθαλάμου- υπόφυσης, τα αναπαραγωγικά όργανα, οι υποφυσιακές ορμόνες και οι στεροειδείς ορμόνες του φύλου. Η FSH και η LH διαδραματίζουν έναν καθοριστικό ρόλο στη διατήρηση της φυσιολογικής λειτουργίας του αντρικού και του γυναικείου αναπαραγωγικού συστήματος. Παθολογικά επίπεδα της FSH με αντίστοιχα αυξημένα ή μειωμένα επίπεδα LH, οιστρογόνων, προγεστερόνης και τεστοστερόνης σχετίζονται με ορισμένες παθολογικές καταστάσεις. Τα αυξημένα επίπεδα της FSH σχετίζονται με την εμμηνόπαυση και την πρωτοπαθή υπολειτουργία των ωοθηκών σε γυναίκες και με τον πρωτοπαθή υπογοναδισμό σε άντρες. Τα μειωμένα επίπεδα της FSH σχετίζονται με πρωτοπαθή υπερλειτουργία των ωοθηκών σε γυναίκες και πρωτοπαθή υπεργοναδισμό σε άντρες. Τα φυσιολογικά ή μειωμένα επίπεδα της FSH σχετίζονται με πολυκυστική νόσο των ωοθηκών σε γυναίκες. |
Θ | ΘΥΡΕΟΣΦΑΙΡΙΝΗ (TG) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Επίπεδα Βιοτίνης <1200 ng/ml Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Hλεκτροχημειοφωταύγ. (ECLIA) | Ενήλικες: 1.4 - 78 ng/ml | Παιδιά: 3 - 12 μηνών: < 125 ng/ml > 1 - 6 ετών: < 67 ng/ml > 6 - 11 ετών: < 43 ng/ml | |
Θ | ΘΥΡΕΟΤΡΟΠΟΣ (TSH) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA, Ηπαρίνη). Επίπεδα Βιοτίνης <350 ng/ml Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 18-24º C έως 8 ώρες η στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C για > από 2 ημέρες. . | Xημειοφωταύγεια (CLIA) (Εσώκλειστο TSH Atellica Siemens) | Ενήλικες: 0.35 - 4.8 μIU/ml Παιδιά: 1 - 23 μηνών: 0.87 - 6.15 μIU/ml 2 - 12 ετών: 0.67 - 4.16 μIU/ml 13 - 20 ετών: 0.48 - 4.17 μIU/ml | Η TSH συντίθεται και εκκρίνεται από τον πρόσθιο λοβό της υπόφυσης ως απόκριση σε έναν μηχανισμό αρνητικής ανάδρασης που επηρεάζεται από συγκεντρώσεις της FT3 (ελεύθερης T3) και της FT4 (ελεύθερης T4). Επίσης, η παραγωγή της TSH διεγείρεται άμεσα από ένα τριπεπτίδιο του υποθαλάμου, την εκλυτική ορμόνη της θυρεοτροπίνης (TRH). Η δυνατότητα ποσοτικοποίησης των επιπέδων της TSH στην κυκλοφορία είναι ιδιαίτερα χρήσιμη στη διαφορική διάγνωση του πρωτοπαθούς (θυρεοειδικού) από τον δευτεροπαθή (υποφυσιακό) και τον τριτοπαθή (υποθαλαμικό) υποθυρεοειδισμό. Στον πρωτοπαθή υποθυρεοειδισμό, τα επίπεδα TSH είναι σημαντικά αυξημένα, ενώ στον δευτεροπαθή και τον τριτοπαθή υποθυρεοειδισμό τα επίπεδα TSH είναι χαμηλά. Η διέγερση με TRH διαφοροποιεί τον δευτεροπαθή και τον τριτοπαθή υποθυρεοειδισμό μέσω παρατήρησης της μεταβολής των επιπέδων TSH του ασθενούς. Τυπικά, δεν υπάρχει απόκριση της TSH στη διέγερση με TRH σε περιπτώσεις δευτεροπαθούς υποθυρεοειδισμού, ενώ η απόκριση είναι φυσιολογική έως υπερβολικά έντονη στον τριτοπαθή υποθυρεοειδισμό. Ιστορικά, η διέγερση με TRH έχει χρησιμοποιηθεί για την επιβεβαίωση του πρωτοπαθούς υπερθυρεοειδισμού, ο οποίος υποδεικνύεται από αυξημένα επίπεδα Τ3 και T4 και από χαμηλά ή μη ανιχνεύσιμα επίπεδα TSH. Οι προσδιορισμοί TSH με αυξημένη ευαισθησία και ειδικότητα παρέχουν ένα κύριο διαγνωστικό εργαλείο για τη διαφοροποίηση των υπερθυρεοειδικών από τους ευθυρεοειδικούς ασθενείς. |
Θ | ΘΥΡΟΞΙΝΗ (Τ4) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Η φενυτοίνη επηρεάζει το αποτέλεσμα. Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 18-24º C έως 8 ώρες. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C για > από 2 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) (Εσώκλειστο Τ4 Atellica Siemens) | Ενήλικες: 4.5 - 11 μg/dl Παιδιά: 1 - 23 μηνών: 6.0 - 13.2 μg/dl 2 - 12 ετών: 5.5 - 12.1 μg/dl 13 - 21 ετών: 5.5 - 11.1 μg/dl | Η θυροξίνη (3,5,3',5' L-τετραϊωδοθυρονίνη, T4) είναι μια ορμόνη που συντίθεται και εκκρίνεται από τον θυρεοειδή αδένα και διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση του μεταβολισμού. Η T4 εκκρίνεται στην κυκλοφορία ως ανταπόκριση στην υποφυσιακή ορμόνη TSH (θυρεοειδοτρόπος ορμόνη). Η έκκριση της T4 ρυθμίζεται από έναν μηχανισμό αρνητικής ανάδρασης που αφορά τον θυρεοειδή αδένα, τον υποθάλαμο και την υπόφυση. Στην κυκλοφορία, το 99,95% της T4 δεσμεύεται ανάστροφα σε πρωτεΐνες-φορείς, κυρίως στη θυρεοδεσμευτική σφαιρίνη (TBG) και, σε μικρότερο βαθμό, στην αλβουμίνη και στην προαλβουμίνη. Η αδέσμευτη ή ελεύθερη T4 (FT4) είναι μεταβολικά ενεργή και η δεσμευμένη T4 είναι μεταβολικά ανενεργή και δρα ως απόθεμα. Οι συγκεντρώσεις της TBG παραμένουν σχετικά σταθερές στα υγιή άτομα. Ωστόσο, η κύηση, τα υπερβολικά οιστρογόνα, τα ανδρογόνα, τα αναβολικά στεροειδή και τα γλυκοκορτικοειδή είναι γνωστό ότι τροποποιούν τα επίπεδα της TBG και μπορούν να προκαλέσουν ψευδείς τιμές θυρεοειδικών ορμονών κατά τις εξετάσεις λειτουργίας του θυρεοειδούς. Τα τροποποιημένα επίπεδα της T4 σε αυτές τις περιπτώσεις ενδέχεται να μην αντικατοπτρίζουν με ακρίβεια την κατάσταση του θυρεοειδούς. Η πρωτοπαθής δυσλειτουργία του θυρεοειδούς αδένα μπορεί να οδηγήσει σε υπερβολική (υπέρ) ή κάτω του φυσιολογικού (υπό) παραγωγή T4 ή T3. Επιπλέον, καθώς η λειτουργία του θυρεοειδούς επηρεάζεται άμεσα από την TSH, η δυσλειτουργία της υπόφυσης ή του υποθαλάμου επηρεάζει τη δραστηριότητα του θυρεοειδούς αδένα. Η νόσος σε οποιοδήποτε τμήμα του συστήματος θυρεοειδούς-υπόφυσης-υποθαλάμου ενδέχεται να επηρεάσει τα επίπεδα της T4 και της T3 στο αίμα. |
Ι | ΙΝΣΟΥΛΙΝΗ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Πρωινή αιμοληψία μετά από νηστεία. Άμεση φυγοκέντρηση και διαχώρισμός. Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 24 ώρες. Στους -20º C για > από 24 ώρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) (Εσώκλειστο Insulin Atellica Siemens) | Ενήλικες: 3.0 - 25.0 μIU/ml Παιδιά: 5 - 15 ετών: 3.8 - 21.1 μIU/ml | Η ινσουλίνη είναι μια πρωτεϊνική ορμόνη που συντίθεται, αποθηκεύεται και εκκρίνεται από τα β-κύτταρα, τα οποία βρίσκονται στα νησίδια του Langerhans του παγκρέατος. Η ινσουλίνη απελευθερώνεται ως απόκριση στην παρουσία γλυκόζης στο αίμα, συνήθως μετά τη λήψη γεύματος. Ένα φυσιολογικό υγιές άτομο παράγει 40–50 μονάδες ινσουλίνης κάθε ημέρα. Η ινσουλίνη προσδένεται σε κύτταρα-υποδοχείς που βρίσκονται στις κυτταρικές μεμβράνες ιστών-στόχων, κυρίως το ήπαρ, το λίπος και ο μυϊκός ιστός. Μειώνει τις συγκεντρώσεις της γλυκόζης στο αίμα διεγείροντας τη γλυκογονόλυση στο ήπαρ, τη σύνθεση τριγλυκεριδίων στον λιπώδη ιστό και την πρωτεϊνοσύνθεση στους μυς. Εάν δεν γίνει διέγερση της παραγωγής ινσουλίνης, τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα δεν μειώνονται και προκαλείται υπεργλυκαιμία. Η υπεργλυκαιμία νηστείας υποστηρίζει τη διάγνωση του σακχαρώδη διαβήτη. Υπάρχουν 2 τύποι σακχαρώδη διαβήτη: ο τύπου Ι ή ινσουλινοεξαρτώμενος σακχαρώδης διαβήτης (ΙΕΣΔ) και ο τύπου ΙΙ ή μη ινσουλινοεξαρτώμενος σακχαρώδης διαβήτης (ΜΙΕΣΔ) .Σε διαβήτη τύπου Ι (ΙΕΣΔ), υπάρχει ανεπάρκεια της ινσουλίνης. Αυτό μπορεί να είναι αποτέλεσμα αυτοάνοσης καταστροφής των β-κυττάρων ή παρουσίας αυτοαντισωμάτων έναντι της ινσουλίνης. Πολλοί παράγοντες ενδέχεται να διαδραματίζουν κάποιον ρόλο στην ανάπτυξη διαβήτη τύπου ΙΙ (ΜΙΕΣΔ). Ο διαβήτης τύπου ΙΙ (ΜΙΕΣΔ) μπορεί να προκληθεί εάν υπάρχει μειωμένη βιολογική απόκριση στην κυκλοφορούσα ινσουλίνη (αντίσταση στην ινσουλίνη) ή εάν υπάρχει μειωμένη ή εξαλειμμένη έκκριση ινσουλίνης λόγω ανεπάρκειας των β‑κυττάρων. Τα επίπεδα ινσουλίνης είναι χρήσιμα για την αξιολόγηση ασθενών με υπογλυκαιμία νηστείας, για τον καθορισμό της αντίστασης στην ινσουλίνη στον γενικό πληθυσμό , για την αξιολόγηση ανωμαλιών στην εκκριτική λειτουργία των β‑κυττάρων και για τη διάγνωση ινσουλινώματος |
Ι | ΙΝΩΔΟΓΟΝΟ | Αυθημερόν | 0.5 ml πλάσμα (CITRATE). Στους 15-25º C έως 12 ώρες. | Πηκτική | Ενήλικες: 180 - 450 mg/dl Παιδιά: 10 - 18 ετών: 140 - 400 mg/dl | |
Κ | ΚΑΘΑΡΣΗ ΚΡΕΑΤΙΝΙΝΗΣ (CLEARANCE) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA) & 2ml Ούρα 24/ώρου. Αποφυγή καφέ, φαρμάκων και άσκησης κατά τη διάρκεια συλλογής των ούρων. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Ενζυμική-Κινητική | Άνδρες: 95 - 140 ml/min > 60 ετών: 60 - 137 ml/min Γυναίκες: 70 - 130 ml/min > 60 ετών: 60 - 120 ml/min Παιδιά: 70 - 130 ml/min | |
Κ | ΚΑΘΑΡΣΗ ΟΥΡΙΑΣ (CLEARANCE) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA) & 2ml Ούρα 24/ώρου. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Κινητική | 64 - 99 ml/min | |
Κ | ΚΑΛΙΟ (Κ+) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Αιμολυμένα,λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 15-25º C έως 14 ημέρες. Στους 2-8º C έως 14 ημέρες. | ISE (εσώκλειστο Κ+-Atellica -Siemens) | Ενήλικες: 3.5 - 5.5 mmol/l Παιδιά: 2μηνών - 2 έτους: 3.6 - 5.8 mmol/l > 1 ετών: 3.1 - 5.1 mmol/l | |
ΚΑΛΙΟ (Κ+) OΥΡΩΝ | Αυθημερόν | 2 ml Ούρα 24ώρου η τυχαίας ούρησης. Κατά τη διάρκεια της συλλογής φύλαξη των δειγμάτων στους 2-8º C. Στους 2-8º C έως 14 ημέρες. | ISE | Ενήλικες: Ούρα 24ώρου: 25 - 125 mmol/24h Τυχαίο δείγμα: 11 - 100 mmol/l Παιδιά: Αγόρια: 6 - 10 ετών: 17 - 54 mmol/24h 11 - 14 ετών: 22 - 57 mmol/24h Κορίτσια: 6 - 10 ετών: 8 - 37 mmol/24h 11 - 14 ετών: 18 - 58 mmol/24h | ||
ΚΑΛΣΙΤΟΝΙΝΗ (CT) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός . Πρωινή αιμοληψία μετά από νηστεία. Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 24 ώρες. Στους -20º C έως 3 μήνες. | Χημειοφωταύγεια. (CLIA) | Άνδρες: < 18.2 pg/ml Γυναίκες: < 11.5 pg/ml | ||
Κ | ΚΑΝΝΑΒΙΝΟΕΙΔΗ | Αυθημερόν | 3 ml Ούρα τυχαίας ούρησης. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Ανοσοπροσδιορισμός | Αρνητικό (-) | |
ΚΑΡΒΟΞΥ-ΤΕΛΙΚΟ ΠΡΟΠΕΠΤΙΔΙΟ ΤΟΥ ΚΟΛΛΑΓΟΝΟΥ ΤΥΠΟΥ Ι (CICP) | Εντός 4 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | ELISA | Άνδρες: 76 - 163 ng/ml Γυναίκες: 69 - 147 ng/ml | ||
Κ | ΚΑΡΒΟΞΥ-ΤΕΛΙΚΟ ΤΕΛΟΠΕΠΤΙΔΙΟ ΟΣΤΙΚΟΥ ΚΟΛΛΑΓΟΝΟΥ ΟΡΟΥ (β-Cross Laps / β-CTx) | Εντός 3 ημερών | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Πρωινή αιμοληψία σε νηστικά άτομα. Πλάσμα στους 2-8º C έως 8 ημέρες. Ορός στους 2-8º C έως 24 ώρες. Ορός και πλάσμα στους -20º C έως 3 μήνες. | Hλεκτροχημειοφωταύγ. (ECLIA) | Άνδρες: 30 - 50 ετών: < 0.55 ng/ml 50 - 70 ετών: < 0.70 ng/ml > 70 ετών: < 0.85 ng/ml Γυναίκες: Προεμμηνόπαυση: < 0.57 ng/ml Μετά εμμηνόπαυση: < 1.0 ng/ml | |
Κ | ΚΑΡΒΟΞΥ-ΤΕΛΙΚΟ ΤΕΛΟΠΕΠΤΙΔΙΟ ΟΣΤΙΚΟΥ ΚΟΛΛΑΓΟΝΟΥ ΟΥΡΩΝ (α -Cross Laps / α-CTx) | Εντός 3 ημερών | 10.0 ml oύρα 2/ώρου ή 10.0 ml oύρα δεύτερης πρωινής oύρησης. Στους 2-8º C έως 24 ώρες. Στους -20º C έως 3 μήνες. | EIA | Άνδρες: < 450 μg/mmol κρεατινίνης Γυναίκες: Προεμμηνόπαυση: <650 μg/mmol κρεατιν. Μετά εμμηνόπαυση: <300 μg/ mmol κρεατιν. | |
Κ | ΚΑΡΚΙΝΙΚΟ ΑΝΤΙΓΟΝΟ CA 125 | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 1 ημέρα. Στους -20º C για > από 2 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια. (CLIA) (Εσώκλειστο CA 125 Atellica Siemens) | < 30 U/ml | ΠΡΟΣΟΧΗ:Η συγκέντρωση του CA 125 σε ένα δεδομένο δείγμα, όπως καθορίζεται μέσω μεθόδων διαφορετικών κατασκευαστών, μπορεί να διαφέρει λόγω διαφορών στις μεθόδους προσδιορισμού και στην ειδικότητα του αντιδραστηρίου. Τιμές που λαμβάνονται με διαφορετικές μεθόδους προσδιορισμού δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναλλακτικά μεταξύ τους. Το CA 125 συναντάται κυρίως σε επιθηλιακά κύτταρα των ωοθηκών, της σάλπιγγας και του ενδομητρίου. Κλινικά παίζει αποφασιστικό ρόλο στη διάγνωση και την παρακολούθηση της θεραπείας και της πορείας του καρκίνωματος των ωοθηκών. Έχει υψηλή ευαισθησία για το πρωτοπαθές καρκίνωμα των ωοθηκών. |
Κ | ΚΑΡΚΙΝΙΚΟ ΑΝΤΙΓΟΝΟ CA 15-3 | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 1 ημέρα. Στους -20º C για > από 2 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια. (CLIA) (Εσώκλειστο CA15-3 Atellica Siemens) | < 32 U/ml | ΠΡΟΣΟΧΗ:Η συγκέντρωση του CA 15-3 σε ένα δεδομένο δείγμα, όπως καθορίζεται μέσω μεθόδων διαφορετικών κατασκευαστών, μπορεί να διαφέρει λόγω διαφορών στις μεθόδους προσδιορισμού και στην ειδικότητα του αντιδραστηρίου. Τιμές που λαμβάνονται με διαφορετικές μεθόδους προσδιορισμού δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναλλακτικά μεταξύ τους. Η μέθοδος Atellica IM CA 15-3 βασίζεται στα αντίσωμα DF3 και 115d8 της Fujirebio Diagnostics,Inc. Το CA 15-3 είναι μια ιδιαίτερα πολυμορφική γλυκοπρωτεΐνη που ανήκει στην οικογένεια βλεννινών και είναι προϊόν του γονιδίου ΜUC-1. Όταν χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με άλλες κλινικές και διαγνωστικές διαδικασίες, η μέτρηση του CA 15-3 είναι χρήσιμη για την παρακολούθηση της πορείας της νόσου και της θεραπείας σε ασθενείς με μεταστατικό καρκίνο του μαστού και για την ανίχνευση επανεμφάνισης σε ασθενείς με προηγούμενη θεραπεία για καρκίνο σταδίου ΙΙ, με περισσότερους από δύο θετικούς λεμφαδένες η ασθενείς με καρκίνο του μαστού σταδίου ΙΙΙ. Αυξημένες τιμές μπορούν να παρατηρηθούν σε καλοήθεις νόσους όπως ηπατίτιδα, κίρρωση του ήπατος, νεφρική ανεπάρκεια, παθήσεις των βρόγχων, ινοαδένωμα μαστού, μαστοπάθεια. |
Κ | ΚΑΡΚΙΝΙΚΟ ΑΝΤΙΓΟΝΟ CA 19-9 | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C για > από 2 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια. (CLIA) (Εσώκλειστο CA 19-9 Atellica Siemens) | < 37 U/ml | ΠΡΟΣΟΧΗ:Η συγκέντρωση του CA 19-9 σε ένα δεδομένο δείγμα, όπως καθορίζεται μέσω μεθόδων διαφορετικών κατασκευαστών, μπορεί να διαφέρει λόγω διαφορών στις μεθόδους προσδιορισμού και στην ειδικότητα του αντιδραστηρίου. Τιμές που λαμβάνονται με διαφορετικές μεθόδους προσδιορισμού δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναλλακτικά μεταξύ τους. Η μέθοδος Atellica IM CA 19-9 βασίζεται στο αντίσωμα 1116-NS-19-9 της Fujirebio Diagnostics,Inc.Οι μέθοδοι που χρησιμοποιούν αντισώματα άλλα εκτός του 1119-NS-19-9 ενδέχεται να παρουσιάσουν διαφορετικά αποτελέσματα. Ο δείκτης CA 19‐9 εμφανίζει μεγάλη διαγνωστική ευαισθησία και ειδικότητα στο καρκίνωμα του παγκρέατος. Υπάρχει συσχέτιση μεταξύ του βαθμού αύξησης και του σταδίου της νόσου και επομένωςαποτελεί μια παράμετρο κατάλληλη για την παρακολούθηση της νόσου. Είναι ενδιαφέρον ότι οι τιμές του CA 19-9 που δεν υπερβαίνουν το 100 U/ml, σχεδόν στο σύνολο τους, σχετίζονται με καλοήθεις παγκρεατίτιδες, ενώ στο 65% των παγκρεατικών καρκινωμάτων οι τιμές υπερβαίνουν το 100 U/ml. Το CA 19‐9 ανιχνεύει επίσης, με μικρότερη ευαισθησία και ειδικότητα, καρκίνωμα των χοληφόρων οδών, καρκίνωμα του στομάχου, καρκίνωμα του παχέος εντέρου και ηπατικές μεταστάσεις. |
Κ | ΚΑΡΚΙΝΙΚΟ ΑΝΤΙΓΟΝΟ CA 50 | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός Στους 2-8º C έως 30 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | < 25 U/ml | |
Κ | ΚΑΡΚΙΝΙΚΟ ΑΝΤΙΓΟΝΟ CA 72-4 | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA, Ηπαρίνη). Σε ασθενείς που λαμβάνουν θεραπεία με βιοτίνη (> 5mg/μέρα), η λήψη δείγματος πρέπει να γίνει αφού παρέλθουν 8 ώρες. Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. Στους -20º C έως 3 μήνες.. | Hλεκτροχημειοφωταύγ. (ECLIA) (Εσώκλειστο CA 72-4 Cobas Roche) | < 7.0 U/ml | |
Κ | ΚΑΡΚΙΝΙΚΟ ΑΝΤΙΓΟΝΟ CYFRA 21-1 | Την Επομένη | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 4 εβδομάδες. | Hλεκτροχημειοφωταύγ. (ECLIA) | < 1.8 ng/ml | |
Κ | ΚΑΡΚΙΝΙΚΟ ΑΝΤΙΓΟΝΟ MCA | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | EIA | < 11 IU/ml | |
Κ | ΚΑΡΚΙΝΟΕΜΒΡΥΙΚΟ ΑΝΤΙΓΟΝΟ (CEA) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C για > από 2 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια. (CLIA) (Εσώκλειστο CEA Atellica Siemens) | Μη καπνιστές: < 5.0 ng/ml Kαπνιστές: < 10 ng/ml | ΠΡΟΣΟΧΗ:Η συγκέντρωση του CEA σε ένα δεδομένο δείγμα, όπως καθορίζεται μέσω μεθόδων διαφορετικών κατασκευαστών, μπορεί να διαφέρει λόγω διαφορών στις μεθόδους προσδιορισμού και στην ειδικότητα του αντιδραστηρίου. Το καρκινοεμβρυϊκό αντιγόνο (CEA) είναι μια γλυκοπρωτεΐνη που βρίσκεται συνήθως στο εμβρυϊκό ενδοδερμικό επιθήλιο. Αυξημένα επίπεδα του CEA στον ορό έχουν ανιχνευτεί σε άτομα με πρωτοπαθή καρκίνο του παχέος εντέρου και σε ασθενείς με άλλες κακοήθειες, όπως καρκίνοι της γαστρεντερικής οδού, των μαστών, των πνευμόνων, των ωοθηκών, του ήπατος και του παγκρέατος. Αυξημένα επίπεδα παρατηρούνται επίσης σε μη κακοήθεις νόσους ,ειδικά σε ασθενείς μεγάλης ηλικίας ή σε καπνιστές. Τα επίπεδα του CEA παρέχουν σημαντικές πληροφορίες σχετικά με την πρόγνωση των ασθενών, την υποτροπή των νεοπλασμάτων μετά από χειρουργική αφαίρεση και την αποτελεσματικότητα της θεραπείας. Τα επίπεδα του CEA γενικά πέφτουν στο φυσιολογικό ή σχεδόν φυσιολογικό εντός 1-4 μηνών μετά τη χειρουργική αφαίρεση του καρκινικού ιστού. Μια αύξηση μπορεί να είναι η πρώτη ένδειξη επανεμφάνισης ή μπορεί να υποδεικνύει αναποτελεσματική θεραπεία ή πιθανή μετάσταση. |
Κ | ΚΑΡΜΠΑΜΑΖΕΠΙΝΗ (TEGRETOL) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 3 μήνες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | Θεραπευτ. συγκέντρ.: 8 - 12 μg/ml Σε συνδιασμό: 4 - 8 μg/ml Τοξική συγκέντρ.: > 15 μg/ml | |
Κ | ΚΑΡΝΙΤΙΝΗ | Εντός 3 ημερών | 1.0 ml σπέρμα. Άμεση αποστολή. | Ενζυμική | 68 - 75 mg/l | |
Κ | ΚΑΤΕΧΟΛΑΜΙΝΕΣ ΟΛΙΚΕΣ | Εντός 2 ημερών | 10ml Ούρα 24/ώρου. Συλλογή με 10 ml HCL6M. Αποφυγή επί 3 ημέρες: Σοκολάτα, κακάο, καφές, τσάι, αναψυκτικά, χυμοί, βανίλια, γλυκά, κρέμα καραμελέ, παγωτό, εσπεριδοειδή, μπανάνα, ανανά, ξηροί καρποί, τυρί, σάλτσες, μπαχαρικά, πηχτή, ζελέ, αλκοόλ, ασπιρίνη, αντιυπερτασικά και κάπνισμα. Αποφυγή 3 εβδομάδες: Ντοπαμίνη, φαινοθιαζίνες, α - και β - αναστολείς, διαμίνες, βιταμίνη Β. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Χρωματογραφία στήλης | 200 - 570 μg/24h | |
Κ | ΚΙΤΡΙΚΑ ΟΥΡΩΝ 24h | Εντός 2 ημερών | 10ml Ούρα 24/ώρου | 400 - 900 mg/24h | ||
Κ | ΚΛΟΝΑΖΕΠΑΜΗ (RIVOTRIL) | Εντός μιας εβδομάδας | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). | HPLC | Θεραπευτ. συγκέντρ.: 15 - 60 ng/ml Τοξική συγκέντρ: > 80 ng/ml | |
Κ | ΚΟΚΑΙΝΗ ΜΕΤΑΒΟΛΙΤΗΣ | Αυθημερόν | 3 ml oύρα τυχαίας ούρησης. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Ανοσοπροσδιορισμός | Αρνητικό (-) | |
Κ | ΚΟΡΕΣΜΟΣ ΤΡΑΝΣΦΕΡΡΙΝΗΣ | Αυθημερόν | 1.0 ml ορός. Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Χρωματομετρική Έμμεσος προσδιορισμός | 20 - 50 % | |
Κ | ΚΟΡΤΙΖΟΛΗ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός . Η εγκυμοσύνη, το stress, τα αντισυλληπτικά, τα οιστρογόνα, η πρεδνιζολόνη (και παράγωγα) προκαλούν αύξηση των συγκεντρώσεων της κορτιζόλης. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 3 μήνες. | Χημειοφωταύγ. (CLIA) (Εσώκλειστο Cortizol Atellica Siemens) | Ενήλικες: Πρωί 7 - 9 π.μ.: 5.3 - 22.5 μg/dl Απόγ. 4 - 6 μ.μ.: 3.44 - 16.8 μg/dl Παιδιά: Αγόρια: 1 - 3 ετών: 5.0 - 17 μg/dl 4 - 6 ετών: 4.0 - 24 μg/dl 7 - 10 ετών: 4.0 - 27 μg/dl 11 - 12 ετών: 5.0 - 25 μg/dl 13 - 14 ετών: 8.0 - 27 μg/dl Κορίτσια: 1 - 3 ετών: 5.5 - 19 μg/dl 4 - 6 ετών: 5.0 - 22 μg/dl 7 - 10 ετών: 4.0 - 26 μg/dl 11 - 12 ετών: 5.0 - 26 μg/dl 13 - 14 ετών: 8.0 - 27 μg/dl | Η κορτιζόλη είναι η κύρια γλυκοκορτικοειδής ορμόνη που συντίθεται και εκκρίνεται από τον φλοιό των επινεφριδίων. Είναι αναγκαία για τη ζωή, τη ρύθμιση του μεταβολισμού υδατανθράκων, πρωτεϊνών και λιπιδίων, τη διατήρηση της φυσιολογικής αρτηριακής πίεσης και την αναστολή αλλεργικών και φλεγμονωδών αντιδράσεων. Τα επίπεδα κορτιζόλης στην κυκλοφορία ακολουθούν ένα ημερήσιο ρυθμό στα υγιή άτομα. Eίναι υψηλότερα το πρωί μετά το ξύπνημα και χαμηλότερα το βράδυ. Οι διαταραχές στον άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης-επινεφριδίων παρακάμπτουν αυτόν τον ημερήσιο ρυθμό. Τα μειωμένα επίπεδα κορτιζόλης προκαλούνται είτε από πρωτοπαθή είτε από δευτεροπαθή ανεπάρκεια των επνεφριδίων. Η νόσος του Addison προκαλείται από πρωτοπαθή ανεπάρκεια των επινεφριδίων λόγω μεταβολικών σφαλμάτων ή καταστροφής του φλοιού των επινεφριδίων. Η δευτεροπαθής ανεπάρκεια των επινεφριδίων προκαλείται από καταστροφή ή ανεπάρκεια της υπόφυσης που έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια διέγερσης των επινεφριδίων από την ACTH. Το σύνδρομο Cushing προκαλείται από αυξημένα επίπεδα κορτιζόλης λόγω είτε πρωτοπαθούς είτε δευτεροπαθούς υπερλειτουργίας των επινεφριδίων.Οι αιτίες της πρωτοπαθούς υπερλειτουργίας των επινεφριδίων είναι οι επινεφριδιακοί καρκίνοι και η οζώδης επινεφριδιακή υπερπλασία. Η δευτεροπαθής υπερλειτουργία των επινεφριδίων προκαλείται από υποφυσιακή υπερπαραγωγή ACTH ή εκτοπική παραγωγή ACTH από καρκινικό όγκο. Αυξημένα επίπεδα κορτιζόλης προκαλούνται από την εγκυμοσύνη και εξαιτίας άγχους λόγω κατάθλιψης, τραύματος, εγχείρισης, υπογλυκαιμίας, αλκοολισμού, μη ελεγχόμενου διαβήτη και υποσιτισμού. Εξαιτίας του ημερήσιου μοτίβου της έκκρισης, η αξιολόγηση των επιπέδων κορτιζόλης στον ορό σε ένα μεμονωμένο χρονικό σημείο έχει μικρή διαγνωστική αξία. Η εξέταση διέγερσης της ACTH χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση της νόσου του Addison. Η εξέταση καταστολής δεξαμεθαζόνης χρησιμοποιείται για τη διάγνωση του συνδρόμου Cushing ή της κατάθλιψης λόγω νευροενδοκρινικών διαταραχών. |
Κ | ΚΟΡΤΙΖΟΛΗ ΟΥΡΩΝ 24/ΩΡΟΥ | Αυθημερόν | 2 ml Ούρα 24/ώρου. Κατά τη διάρκεια της συλλογής φύλαξη των δειγμάτων στους 2-8º C. Η εγκυμοσύνη, το stress, τα αντισυλληπτικά, τα κορτικοστεροειδή και τα οιστρογόνα προκαλούν αύξηση των συγκεντρώσεων της κορτιζόλης. Στους 2-8º C έως 24 ώρες. Γιά περισσότερο στους -20º C. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | 20.9 - 292 μg/24h | Η μέτρηση κορτιζόλης σε ούρα 24ώρου είναι η μέθοδος επιλογής για τον αρχικό έλεγχο για σύνδρομο Cushing, καθώς παρέχει τη βέλτιστη αξιολόγηση της παραγωγής κορτιζόλης. Η κορτιζόλη στα ούρα δεν υπόκειται στον ημερήσιο ρυθμό της έκκρισης και διαφοροποιεί με ακρίβεια τα υγιή άτομα από τους ασθενείς με σύνδρομο Cushing. |
Κ | ΚΡΕΑΤΙΝΗ ΚΙΝΑΣΗ (CPK) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (Ηπαρίνης). Άμεσος φύγοκεντρηση και διαχωρισμός. Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 15-25º C έως 7 ημέρες. Στους 2-8º C έως 4 ημέρες. Στους -20º C έως 6 εβδομάδες. | Ενζυμική – Φωτομετρική (εσώκλειστο CKNAC-Atellica -Siemens) | Άνδρες: 46 - 171 IU/L Γυναίκες: 34 - 145 IU/L Παιδιά: Αγόρια: < 1 έτους: < 185 IU/l 2 - 10 ετών: < 180 IU/l 10 - 14 ετώ: < 176 IU/l Κορίτσια: < 1 έτους: < 175 IU/l 2 - 10 ετών: < 175 IU/l 10 - 14 ετών: < 170 IU/l | |
Κ | ΚΡΕΑΤΙΝΗ ΚΙΝΑΣΗ ΙΣΟΕΝΖΥΜΟ (CK-MB) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Άμεσος διαχωρισμός. Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Ενζυμική -Φωτομετρική | Άνδρες: 0 - 23 U/l Γυναίκες: 0 - 18 U/l | |
Κ | ΚΡΕΑΤΙΝΙΝΗ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (Ηπαρίνης). Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 15-25º C έως 7 ημέρες. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. Στους -20º C έως 3 μήνες. | Ενζυμική – Κινητική Jaffè (εσώκλειστο CREA-Atellica -Siemens) | Άνδρες: 0.7 - 1.3 mg/dl Γυναίκες: 0.5 - 1.1 mg/dl Παιδιά: 1 - 2 ετών: 0.2 - 0.4 mg/dl 3 - 10 ετών: 0.3 - 0.8 mg/dl 11 - 15 ετών: 0.5 - 1.1 mg/dl | |
Κ | ΚΡΕΑΤΙΝΙΝΗ ΟΥΡΩΝ | Αυθημερόν | 2 ml Ούρα 24ώρου η τυχαίας ούρησης.,br> Κατά τη διάρκεια της συλλογής φύλαξη των δειγμάτων στους 2-8º C. Στους 2-8º C έως 6 ημέρες. | Ενζυμική – Κινητική Jaffè | Άνδρες: Ούρα 24ώρου: 950 - 2490 mg/24h Τυχαίο δείγμα: 20 - 390 mg/dl Γυναίκες: Ούρα 24ώρου: 600 - 1800 mg/24h Τυχαίο δείγμα: 15 - 330 mg/dl Παιδία: 8 - 22 mg/kg/24h Τυχαίο δείγμα: 15 - 330 mg/dl | |
Κ | ΚΡΥΟΣΦΑΙΡΙΝΕΣ | Εντός 5 ημερών | 1.0 ml ορός. Σε θερμοκρασία δωματίου. | Κρυοκαθίζηση | Αρνητικό (-) | |
Λ | ΛΕΥΚΟΚΥΤΤΑΡΙΚΟΣ ΤΥΠΟΣ | Αυθημερόν | 2.5 ml ολικό αίμα (EDTA). Συνιστάται δείγμα προσφατής λήψης. Στους 2-8º C έως 1 ημέρα. | Κυτταρομετρία ροής | Ενήλικες: Πολυμo/ρηνα - Ουδετερόφ.: 37 - 70% Πολυμo/ρηνα - Ηωσινόφιλα: 1 - 4 % Πολυμο/ρηνα - Βασεόφιλα: 0 - 1 % Μονοπύρηνα: 2 - 10 % Λεμφοκύτταρα: 20 - 40 % Νήπια/Παιδιά Πολυμo/ρηνα - Ουδετερόφ.: 17 - 60% Πολυμο/ρηνα - Ηωσινόφιλα: 1 - 5% Πολυμο/ρηνα - Βασεόφιλα: 0 - 1% Μονοπύρηνα: 1 - 11 % Ραβδοπύρηνα: 0 - 8 % Λεμφοκύτταρα: 20 - 70 % | |
Λ | ΛΕΒΕΤΙΡΑΚΕΤΑΜΗ (KEPPRA) | Εντός 4 ημερών | 0.5 ml ορός. Διακοπή σιμετιδίνης μια ημέρα πριν την αιμοληψία Στους -20º C έως 1 μήνα. | HPLC | 10 - 40 mg/L | |
Λ | ΛΙΘΙΟ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Χρωματομετρική | Θεραπευτ. Συγκέντρ.: 0.40 - 1.20 mmol/l Τοξική.συγκέντρ.: > 2.0 mmol/l | |
Λ | ΛΙΠΑΣΗ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Ενζυμική – Χρωματομετρική | 10 - 140 U/l | |
Λ | ΛΙΠΙΔΙΑ ΟΛΙΚΑ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (Ηπαρίνης). Μετά από 12ωρη νηστεία. Αποφυγή αλκοόλ για 3 ημέρες.Br> Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 15-25º C έως 2 ημέρες. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Έμμεσος προσδιορισμός | 400 - 750 mg/dl | |
Λ | ΛΙΠΟΠΡΩΤΕΙΝΗ Lp(a) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Μετά από 12ωρη νηστεία. Αποφυγή αλκοόλ για 3 ημέρες. Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 2 εβδομάδες. | Aνοσοθολοσιμετρική | < 30 mg/dl | |
Λ | ΛΟΓΟΣ Free PSA / PSA | Αυθημερόν | 1.0 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. | Ηλεκτροχημειοφωταύγ. (ECLIA) - Υπολογιστική | Για PSA: 2.0-4.0 ng/ml: Free PSA / PSA > 0.15 Για PSA: 4.1-10 ng/ml: Free PSA / PSA > 0.23 | |
L | LAMOTRIGINE (LAMICTAL) | Εντός μιας εβδομάδας | 0.5 ml ορός. Η δειγματοληψία πρέπει να γίνεται 12 ώρες μετά την τελευταία δόση. Δείγματα αιμολυμένα και έντονα λιπαιμικά ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | HPLC | Θεραπευτ.συγκέντρ.: 3 - 14 μg/ml Τοξική συγκέντρ.: > 15 μg/ml | |
L | LE-TEST (Anti -nDNA) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους -20º C έως 6 εβδομάδες. | Συγκολλητινοαντίδραση | Αρνητικό (-) | |
L | LK-M1 (KIDNEY-LIVER MICROSOMAL ANTIBODIES) | Προσυνεννόηση | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | EIA | Αρνητικό (-) | |
L | LK-M2 (KIDNEY-LIVER MICROSOMAL ANTIBODIES) | Προσυνεννόηση | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | EIA | Αρνητικό (-) | |
Μ | ΜΑΓΓΑΝΙΟ (Mn) | Εντός 6 ημερών | 2.0 ml ολικό αίμα (EDTA). Στους 2-8º C. | Ατομική απορρόφηση | 8.0 - 18.7 μg/l | |
Μ | ΜΑΓΝΗΣΙΟ (Mg) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός η πλάσμα (Ηπαρίνης). Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα . Στους 15-25º C έως 1 ημέρα. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. Στους -20º C έως 1 έτος. | Χρωματομετρική (εσώκλειστο MG-Atellica -Siemens) | Ενήλικες: 16 - 27 mg/l Παιδιά: 5μηνών - 6 ετών: 17 - 23 mg/l 7 - 12 ετών: 17 - 21 mg/l 13 -15 ετών: 17 - 22 mg/l | |
Μ | ΜΑΓΝΗΣΙΟ ΟΥΡΩΝ | Αυθημερόν | 2 ml Ούρα 24ώρου η τυχαίας ούρησης. Στους 2-8º C έως 6 ημέρες. | Χρωματομετρική | 24ωρου: 24 - 255 mg/24h Τυχαίο δείγμα: 30 - 140 mg/l | |
Μ | ΜΑΓΝΗΣΙΟ ΣΠΕΡΜΑΤΟΣ | Αυθημερόν | 1.0 ml σπέρμα. | Χρωματομετρική | 30 - 100 mg/l | |
Μ | ΜΕΤΑΝΕΦΡΙΝΕΣ ΟΥΡΩΝ 24/ΩΡΟΥ | Εντός 2 ημερών | 30ml Ούρα 24/ώρου. Συλλογή με 10 ml HCL 6M. Για 2 ημέρες αποφυγή των παρακάτω φαρμάκων: Ασπιρίνη, βιταμίνες B και C, φαινοθειαζίνες, ντοπαμίνη, Α & Β αναστολείς, διαμίνη, αντιβιοτικά. Κατά τη συλλογή των ούρων αποφυγή των παρακάτω τροφών: καφές, τσάι, σοκολάτα, βανίλια, μπανάνα, αρωματικά μήλα. Αποφυγή stress. Στους 2-8º C έως 1 μήνα. | Χρωματογραφία | < 1 mg/24h | |
Μ | ΜΕΤΑΤΡΕΠ. ΕΝΖΥΜΟ ΑΓΓΕΙΟΤΕΝΣΙΝΗΣ (ACE) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Η χρήση αντιυπερτασικών φαρμάκων οδηγεί σε μειωμένες τιμές. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Ενζυμική – Κινητική | Ενήλικες: 8 - 52 U/l Παιδιά: 8 - 14 ετών: 6 - 89 U/l | |
Μ | ΜΙΚΡΟΑΛΒΟΥΜΙΝΗ ΟΥΡΩΝ (ΜΙΚΡΟΛΕΥΚΩΜΑΤΙΝΗ) | Αυθημερόν | 10 ml Ούρα τυχαίας ούρησης ή 2h/8h/12h/24h. Στους 2-8º C έως 14 ημέρες. Στους -20º C έως 5 μήνες. | Aνοσοθολοσιμετρική | Τυχαίο δείγμα: < 25 mg/l 2h / 8h / 12h: < 20 μg/min 24h: < 30 mg/24h | Η αλβουμίνη είναι πρωτεΐνη του πλάσματος που ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για την ωσμωτική πίεση του αίματος. Στον υγιή πληθυσμό, μόνο μικρή ποσότητα αλβουμίνης (έως 30 mg/ημέρα) απεκκρίνεται στα ούρα. Αυξημένα επίπεδα αλβουμίνης στα ούρα υποδεικνύουν μεγάλη πιθανότητα βλάβης της ικανότητας σπειραματικής διήθησης των νεφρών. Κατά την εξέλιξη της νεφροπάθειας σε σακχαρώδη διαβήτη τύπου I, η νεφροπάθεια σταδίου III ή η αρχόμενη νεφροπάθεια χαρακτηρίζεται από την αύξηση της αλβουμίνης στα ούρα. Τα αυξημένα αποτελέσματα της αλβουμίνης στα ούρα μπορεί επίσης να σχετίζονται με υπέρταση, κάποιες ανωμαλίες λιπιδίων και διάφορες ανοσολογικές διαταραχές, καθώς και άλλες καταστάσεις όπως αεροβική άσκηση, αίμα στα ούρα, ουρολοίμωξη, αφυδάτωση, φάρμακα. |
Μ | ΜΟΛΥΒΔΟΣ (Pb) | Εντός 6 ημερών | 2.0 ml ολικό αίμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Ατομική Απορρόφηση | Ενήλικες: < 40 μg/dl Τοξικά επίπεδα: > 100 μg/dl Παιδιά: < 25 μg/dl | |
Μ | ΜΟΛΥΒΔΟΣ (Pb) ΟΥΡΩΝ | Εντός 6 ημερών | 25 ml Ούρα 24/ώρου (συλλογή με 20 ml HCL) | Ατομική Απορρόφηση | < 80 μg/l | |
Μ | ΜΟΡΙΑΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΚΥΣΤΙΚΗΣ ΙΝΩΣΗΣ | Εντός 8 ημερών | 5 ml ολικό αίμα (EDTA). Στους 2-8º C. | PCR | Αρνητικό (-) | |
Μ | ΜΥΟΣΦΑΙΡΙΝΗ | Την Επομένη | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Δείγματα αιμολυμένα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Aνοσοθολοσιμετρική | Άνδρες: 28 - 72 ng/ml Γυναίκες: 25 - 58 ng/ml | |
M | MONOTEST | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Συγκολλητινοαντίδραση | Αρνητικό (-) | |
Ν | ΝΑΤΡΙΟ (Νa+) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 15-25º C έως 14 ημέρες. Στους 2-8º C έως 14 ημέρες. | ISE (εσώκλειστο Na+-Atellica -Siemens) | Ενήλικες: 136 - 148 mmol/l Παιδιά: 2μηνών – 1έτους: 129 - 143 mmol/l > 1 ετών: 132 - 145 mmol/l | |
Ν | ΝΑΤΡΙΟ (Νa+) ΟΥΡΩΝ | Αυθημερόν | 2 ml Ούρα 24ώρου η τυχαίας ούρησης. Κατά τη διάρκεια της συλλογής φύλαξη των δειγμάτων στους 2-8º C. Στους 2-8º C έως 14 ημέρες. | ISE | Ενήλικες: Ούρα 24ώρου: 40 - 220 mmol/24h Τυχαίο δείγμα: 18 - 240 mmol/l Παιδιά: Αγόρια: 6 - 10 ετών: 40 - 115 mmol/24h 11 - 14 ετών: 63 - 177 mmol/24h Κορίτσια: 6 - 10 ετών: 20 - 70 mmol/24h 11 - 14 ετών: 48 - 168 mmol/24h | |
Ν | ΝΟΡΑΔΡΕΝΑΛΙΝΗ / ΝΟΡΕΠΙΝΕΦΡΙΝΗ | Εντός 4 ημερών | 2.0 ml πλάσμα Ηπαρίνη. Εξεταζόμενος νηστικός. Αποφυγή άσκησης, stress, καφέ, τσάι, μπανάνας, καρυδιών, αρωματικών μήλων και καπνίσματος. Διακοπή αντιυπερτασικών φαρμάκων επί 1 εβδομάδα. Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 10 ώρες. Στους -20º C έως 6 μήνες. | EIA | 1.0 - 2.3 ng/ml | |
Ν | ΝΟΡΑΔΡΕΝΑΛΙΝΗ / ΝΟΡΕΠΙΝΕΦΡΙΝΗ ΟΥΡΩΝ 24/ΩΡΟΥ | Εντός 6 ημερών | 10 ml Ούρα 24/ώρου. Συλλογή με 10 ml HCL 6Μ. Εξεταζόμενος νηστικός. Αποφυγή άσκησης, stress, καφέ, τσάι, μπανάνας, καρυδιών, αρωματικών μήλων και καπνίσματος. Διακοπή αντιυπερτασικών φαρμάκων επί 1 εβδομάδα. Αποφυγή έκθεσης στο ηλιακό φως (π.χ. κάλυψη με αλουμινόχαρτο). Στους -20º C έως 6 μήνες. | ΕΙΑ | < 100 μg/24h | |
Ν | ΝΤΟΠΑΜΙΝΗ | Εντός 6 ημερών | 2.0 ml πλάσμα ΕDTA. Μετά από 12h νηστεία. Άμεσος διαχωρισμός και κατάψυξη. Αποφυγή άσκησης, stress, καφέ, τσάι, μπανάνας και καπνίσματος. Διακοπή αντιυπερτασικών φαρμάκων επί 1 εβδομάδα. Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 10 ώρες. Στους -20º C έως 6 μήνες. | EIA | 30 - 120 pg/ml | |
Ν | ΝΤΟΠΑΜΙΝΗ ΟΥΡΩΝ 24/ΩΡΟΥ | Εντός 6 ημερών | 10 ml Ούρα 24/ώρου. Συλλογή με 10 ml HCL 6Μ. Αποφυγή άσκησης, stress, καφέ, τσάι, μπανάνας και καπνίσματος. Διακοπή αντιυπερτασικών φαρμάκων επί 1 εβδομάδα. Αποφυγή έκθεσης στο ηλιακό φως. Στους -20º C έως 6 μήνες. | EIA | 65 - 400 μg/24h | |
Ο | ΟΙΣΤΡΑΔΙΟΛΗ (E2) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA, Ηπαρίνη). Επίπεδα Βιοτίνης <3500 ng/ml Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C για > από 2 μήνες. | Xημειοφωταύγεια (CLIA) (Εσώκλειστο E2 Atellica Siemens) | Άνδρες: < 40 pg/ml Γυναίκες: Παραγωγική: 19 - 144 pg/ml Ωορρηξία: 64 - 357 pg/ml Εκκριτική: 56 - 214 pg/ml Εμμηνόπαυση: < 32 pg/ml Εγκυμοσύνη: 1o τρίμηνο: 360 - 5700 pg/ml 2o τρίμηνο: 2200 - 16680 pg/ml 3o τρίμηνο: 6900 - >30000 pg/ml Παιδιά: Αγόρια: < 2 ετών: < 22 pg/ml 2 - 3 ετών: < 51.4 pg/ml 4 - 9 ετών: < 26.5 pg/ml 10 - 13 ετών: < 36.6 pg/ml 14 - 21 ετών: < 48.9 pg/ml Κορίτσια: < 2 ετών: < 27 pg/ml 2 - 3 ετών: < 29.1 pg/ml 4 - 9 ετών: < 43.7 pg/ml 10 - 11 ετών: < 175.6 pg/ml 12 - 21 ετών: 16.1 - 238.3 pg/ml | Η μέτρηση των επιπέδων της οιστραδιόλης στην κυκλοφορία του αίματος είναι σημαντική για την αξιολόγηση της λειτουργίας των ωοθηκών και την παρακολούθηση της ανάπτυξης των ωοθηλακίων για πρωτόκολλο υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. . Η κύρια λειτουργία της οιστραδιόλης είναι να διεγείρει την ωρίμανση των θηλυκών αναπαραγωγικών οργάνων και την ανάπτυξη δευτερευόντων σεξουαλικών χαρακτηριστικών. Στη διάρκεια της εγκυμοσύνης, ο πλακούντας είναι πηγή έκκρισης της οιστραδιόλης. Η οιστραδιόλη παίζει σημαντικό ρόλο σε ολόκληρη τη διάρκεια του έμμηνου κύκλου της γυναίκας. Στη διάρκεια της πρώιμης ωοθυλακικής φάσης, τα επίπεδα της οιστραδιόλης είναι σχετικά σταθερά και χαμηλά. Συνήθως η ωορρηξία πραγματοποιείται 10–12 ώρες μετά τη μέγιστη τιμή της LH και 24–36 ώρες μετά τη μέγιστη τιμή της οιστραδιόλης. Στη διάρκεια της ωχρινικής φάσης, τα επίπεδα της οιστραδιόλης αυξάνονται, επιτυγχάνοντας μία μέγιστη τιμή περίπου 8 ημέρες μετά την ωορρηξία. Εκτός από την περίπτωση που το ωάριο γονιμοποιείται, τα επίπεδα της οιστραδιόλης πέφτουν σηματοδοτώντας την έναρξη ενός νέου κύκλου. Τα αυξημένα επίπεδα οιστραδιόλης στις γυναίκες μπορούν επίσης να προκύψουν από μια πρωτοπαθή ή δευτεροπαθή υπερλειτουργία των ωοθηκών. Πολύ υψηλά επίπεδα οιστραδιόλης παρατηρούνται κατά την επαγωγή της ωορρηξίας για τη θεραπεία της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής ή κατά την κύηση. Τα μειωμένα επίπεδα οιστραδιόλης στις γυναίκες ενδέχεται να προέλθουν από τη μειωμένη ωοθηκική σύνθεση (πρωτοπαθής υπολειτουργία των ωοθηκών και εμμηνόπαυση) ή από μια βλάβη στον άξονα υποθαλάμου- υπόφυσης (δευτεροπαθής υπολειτουργία ωοθηκών). Τα επίπεδα της οιστραδιόλης είναι εκ φύσεως χαμηλά στους άντρες. Τα αυξημένα επίπεδα οιστραδιόλης στους άντρες μπορεί να οφείλονται σε αυξημένη αρωματοποίηση των ανδρογόνων, οδηγώντας σε γυναικομαστία. |
Ο | ΟΙΣΤΡΟΝΗ (Ε1) | Την Επομένη | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 6 μήνες. | EIA | Άνδρες: 15 - 60 pg/ml Γυναίκες: Παραγωγική: 20 - 90 pg/ml Εκκριτική: 100 - 280 pg/ml Εμμηνόπαυση: 10 - 40 pg/ml Παιδιά: Αγόρια: < 6 ετών: 18 - 53 pg/ml 6 - 8 ετών: 17 - 48 pg/ml 9 - 10 ετών: 20 - 54 pg/ml 11 - 12 ετών: 21 - 50 pg/ml 13 - 14 ετών: 17 - 44 pg/ml Κορίτσια: < 6 ετών: 19 - 46 pg/ml 6 - 8 ετών: 17 - 44 pg/ml 9 - 10 ετών: 31 - 70 pg/ml 11 - 12 ετών: 28 - 68 pg/ml 13 - 14 ετών: 57 - 140 pg/ml | |
Ο | ΟΜΑΔΑ ΑΙΜΑΤΟΣ | Αυθημερόν | 2.5 ml ολικό αίμα (EDTA). Στους 2-8º C. | Συγκολλητινοαντίδραση | Α, Β, ΑΒ, 0 | |
Ο | ΟΜΟΚΥΣΤΕΙΝΗ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα(ΕDTA,Ηπαρίνη) Άμεσος διαχωρισμός. Φάρμακα όπως μεθοτρεξάτη, καρβαμαζεπίνη, φαινυτοΐνη μπορεί να προκαλέσουν αυξημένες τιμές. Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 4 μήνες | Xημειοφωταύγεια | Ενήλικες: 4.45 - 15 μmol/l Παιδιά: < 10 ετών: 3 - 8 μmol/l 11 - 15 ετών: 4 - 10 μmol/l | Εάν ανασταλεί ένα ή παραπάνω από τα μεταβολικά μονοπάτια της ομοκυστεΐνης (HCY) λόγω ενζυμικών διαταραχών ή ανεπάρκειας βιταμινών, η HCY συσσωρεύεται, προκαλώντας αύξηση των επιπέδων της στο πλάσμα. Η ομοκυστεϊνουρία αποτελεί μια σπάνια ομάδα γενετικών νοσημάτων, στην οποία η έλλειψη ενός από τα ένζυμα που ρυθμίζουν την HCY (συνήθως της β‑συνθετάσης της κυσταθειονίνης) προκαλεί υψηλά επίπεδα HCY στο πλάσμα και αυξημένη απέκκριση στα ούρα. Η ανεπάρκεια φυλλικού οξέος, βιταμίνης B6 ή βιταμίνης B12 μπορεί να προκαλέσει υπερομοκυστεϊναιμία. Άλλες μελέτες έχουν δείξει ότι και η χρόνια νεφρική ανεπάρκεια σχετίζεται με αυξημένα επίπεδα HCY. Η σχέση μεταξύ ομοκυστεϊνουρίας και ανάπτυξης πρώιμης αρτηριοσκληρυντικής νόσου παρατηρήθηκε για πρώτη φορά πριν από 30 και πλέον χρόνια. Πιο πρόσφατα, αρκετές κλινικές και επιδημιολογικές μελέτες έχουν δείξει ότι ακόμα και μια μέτρια αύξηση των επιπέδων της HCY στο πλάσμα αποτελεί προγνωστικό δείκτη καρδιαγγειακής νόσου. Παράγοντες σχετικοί με τον τρόπο και το ρυθμό της ζωής (κάπνισμα, υπερβολική χρήση οινοπνεύματος ,καθιστική ζωή) μπορούν να οδηγήσουν σε αυξημένα επίπεδα HCY. |
Ο | ΟΞΑΛΙΚΑ ΟΥΡΩΝ 24/ΩΡΟΥ | Εντός 2 ημερών | 10.0 ml Ούρα 24ώρου. Συλλογή με 10 ml HCl 6M. Στους 2-8º C έως 8 ημέρες. | Χρωματομετρική | 10 - 60 mg/24h | |
Ο | ΟΞΙΝΗ ΠΡΟΣΤΑΤΙΚΗ ΦΩΣΦΑΤΑΣΗ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Αιμολυμένα, ικτερικά ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 24 ώρες. | Χρωματομετρική-Έμμεσος προσδιορισμός | 0 - 3.5 IU/l | |
Ο | ΟΞΙΝΗ ΦΩΣΦΑΤΑΣΗ (ACP) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Αιμολυμένα, ικτερικά ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 24 ώρες. | Χρωματομετρική | Άνδρες: 20 - 49 ετών: < 6.5 IU/l > 50 ετών: < 7.1 IU/l Γυναίκες: > 20 ετών : 2.0 - 6.1 IU/l Αγόρια: 4 - 14 ετών: 5.2 - 10.2 IU/l 15 - 19 ετών: 3.3 - 9.2 IU/l Κορίτσια: 4 - 9 ετών: 4.8 - 9.8 IU/l 10 - 14 ετών: 3.3 - 9.3 IU/l 15 - 19 ετών: 2.5 - 6.1 IU/l | |
Ο | ΟΞΙΝΗ ΦΩΣΦΑΤΑΣΗ ΣΠΕΡΜΑΤΟΣ | Αυθημερόν | 1.0 ml σπέρμα. Στους 2-8º C έως 24 ώρες. | Χρωματομετρική | > 50 KU/l | |
Ο | ΟΞΥΚΑΡΒΑΖΕΠΙΝΗ (TRILEPTAL) | Εντός 4 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | HPLC | Θεραπευτ. συγκέντρ.: 10 - 35 mg/L | |
Ο | ΟΠΟΙΟΥΧΑ | Αυθημερόν | 3 ml Ούρα τυχαίας ούρησης. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. | Ανοσοπροσδιορισμός | Αρνητικό (-) | |
Ο | ΟΣΤΕΟΚΑΛΣΙΝΗ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C 72 ώρες. Στους -20º C 3 μήνες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | Άνδρες: 5.0 - 65 ng/ml Γυναίκες: 6.5 - 42 ng/ml Μετά εμμηνόπαυση: 5.5 - 59 ng/ml Παιδιά: 6 - 9 ετών: 40 - 108 ng/ml l 10 - 14 ετών: 36 - 166 ng/ml | |
Ο | ΟΥΡΙΑ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (Ηπαρίνη). Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 15-25º C έως 7 ημέρες. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. Στους -20º C έως 1 έτος. | Ενζυμική – Κινητική (εσώκλειστο UN Atellica -Siemens) | Ενήλικες: 15 - 50 mg/dl Παιδιά: 3 - 12 ετών: 12 - 40 mg/dl 13 - 18 ετών: 15 - 45 mg/dl | |
Ο | ΟΥΡΙΑ ΟΥΡΩΝ | Αυθημερόν | 2 ml Ούρα 24ώρου η τυχαίας ούρησης. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Ενζυμική – Κινητική | Ούρα 24ώρου: 25 - 43 g/24h Τυχαίο δείγμα: 0. 67 - 3.0 g/l | |
Ο | ΟΥΡΙΚΟ ΟΞΥ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (Ηπαρίνης). Στους 15-25º C έως 3 ημέρες. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. Στους -20º C έως 6 μήνες. | Ενζυμική – Χρωματομετρική (εσώκλειστο UΑ Atellica -Siemens) | Άνδρες: 3.5 - 7.2 mg/dl Γυναίκες: 2.4 - 6.0 mg/dl Παιδιά: 6μηνών - 1 έτους: 1.4 - 6.7 mg/dl 1 - 3 ετών: 1.7 - 5.0 mg/dl 3 - 12 ετών: 2.0 - 5.5 mg/dl | |
Ο | ΟΥΡΙΚΟ ΟΞΥ ΟΥΡΩΝ | Αυθημερόν | 2 ml Ούρα 24ώρου η τυχαίας ούρησης. Στους 15-25º C έως 4 ημέρες. | Ενζυμική – Χρωματομετρική | Ούρα 24ώρου: 150 - 990 mg/24h Τυχαίο δείγμα: 9.0 - 114 mg/dl | |
Ο | ΟΥΡΟΧΟΛΙΝΟΓΟΝΟ ΟΥΡΩΝ (ποιοτικός προσδιορισμός) | Την επομένη | 20 ml Ούρα πρόσφατα ούρα. Αποφυγή έκθεσης στο φως. Στους 2-8º C. | Αντίδραση Ehrlich | Αρνητικό (-) | |
Π | ΠΑΡΑΓΩΝ (FACTOR) IX | Εντός 2 ημερών | 1.0 ml πλάσμα (CITRATE). Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Στους 15-25º C έως 6 ώρες. Στους -18º C έως 1 μήνα. | Πηκτική | 75 - 125 % | |
Π | ΠΑΡΑΓΩΝ (FACTOR) V (ΠΑΡΑΓΩΝ V Leiden) | Εντός 2 ημερών | 1.0 ml πλάσμα (CITRATE). Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Στους 15-25º C έως 6 ώρες. Στους -18º C έως 1 μήνα. | Πηκτική | 70 - 120 % | |
Π | ΠΑΡΑΓΩΝ (FACTOR) VII | Εντός 2 ημερών | 1.0 ml πλάσμα (CITRATE). Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Στους 15-25º C έως 6 ώρες. Στους -18º C έως 1 μήνα. | Πηκτική | 70 - 140 % | |
Π | ΠΑΡΑΓΩΝ (FACTOR) VIII | Εντός 2 ημερών | 1.0 ml πλάσμα (CITRATE). Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Στους 15-25º C έως 6 ώρες. Στους -18º C έως 1 μήνα. | Πηκτική | 70 - 140 % | |
Π | ΠΑΡΑΓΩΝ (FACTOR) X | Εντός 2 ημερών | 1.0 ml πλάσμα (CITRATE). Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Στους 15-25º C έως 6 ώρες. Στους -18º C έως 1 μήνα. | Πηκτική | 60 - 140 % | |
Π | ΠΑΡΑΓΩΝ RHESUS | Αυθημερόν | 2.5 ml ολικό αίμα (EDTA). Στους 2-8º C. | Συγκολλητινοαντίδραση | Θετικό (+) / Αρνητικό (-) | |
Π | ΠΑΡΑΘΟΡΜΟΝΗ (PTH) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Πρωινή αιμοληψία μετά από 12ωρη νηστεία. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Ορός: Στους 25º C έως 8 ώρες. Στους 2-8º C έως 8 ώρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. Πλάσμα: Στους 25º C έως 1 ημέρα. Στους 2-8º C έως 14 ημέρες. Στους -20º C δεν συνισταται. | Xημειοφωταύγεια (CLIA) (Εσώκλειστο PTH Atellica Siemens) | Ενήλικες: Ορός: 18.5 - 88 pg/ml Πλάσμα: 18.4 - 80.1 pg/ml Παιδιά: 1 - 15 ετών: 12 - 95 pg/ml | Η παραθυρεοειδική ορμόνη (γνωστή και ως παραθορμόνη) εκκρίνεται από τα βασικά κύτταρα των παραθυρεοειδών αδένων ως πολυπεπτίδιο που περιέχει 84 αμινοξέα. Η PTH είναι ο σημαντικότερος ενδοκρινικός ρυθμιστής των συγκεντρώσεων κυκλοφορούντος ασβεστίου και φωσφόρου. Η συμβολή της στην ομοιόσταση του ασβεστίου επιτυγχάνεται μέσω των επιδράσεών της στα οστά, τους νεφρούς και το έντερο. Παθολογικά χαμηλές συγκεντρώσεις ιονισμένου ασβεστίου ενεργοποιούν την έκκριση της PTH. Η PTH διεγείρει την οστεοκλαστική απορρόφηση των οστών και τη διακυτταρική επαναπορρόφηση του ασβεστίου από τα νεφρικά σωληνάρια. Επιπλέον, διεγείρει εμμέσως την απορρόφηση του ασβεστίου στο λεπτό έντερο, διεγείροντας τη σύνθεση 1,25‑(OH)2 D στους νεφρούς. Αντίστροφα, αν τα επίπεδα ασβεστίου είναι παθολογικά αυξημένα, οι παραθυρεοειδείς αδένες μειώνουν την παραγωγή της PTH μέσω ενός μηχανισμού αρνητικής ανάδρασης. Ο ποσοτικός καθορισμός της κυκλοφορούσας ακέραιας PTH(intact) βοηθάει στη διαφορική διάγνωση της υπερασβεστιαιμίας και της υπασβεστιαιμίας. Σε συνδυασμό με τη μέτρηση του ιονισμένου ασβεστίου, οι αξιολογήσεις της PTH μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη διάκριση ασθενών με υπερπαραθυρεοειδισμό, υποπαραθυρεοειδισμό ή υπεραβεστιαιμία λόγω κακοήθειας. Η διάγνωση του πρωτοπαθούς υπερπαραθυρεοειδισμού, κοινής αιτίας της υπερασβεστιαιμίας, επιβεβαιώνεται από τις αυξημένες συγκεντρώσεις ιονισμένου ασβεστίου και τις κανονικές ή αυξημένες συγκεντρώσεις της PTH. Τα επίπεδα της PTH χρησιμοποιούνται επίσης για την αξιολόγηση και διαχείριση άλλων μεταβολικών διαταραχών των οστών, όπως η οστεοπόρωση και η νεφρική οστεοδυστροφία. Η Εθνική Ακαδημία Κλινικής Βιοχημείας συνιστά τη χρήση διεγχειρητικής εξέτασης της παραθορμόνης στις ακόλουθες περιπτώσεις: • Ασθενείς που υποβάλλονται σε αρχική χειρουργική επέμβαση για πρωτοπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό. • Ασθενείς που υποβάλλονται σε εκ νέου επέμβαση για υπερπαραθυρεοειδισμό. • Κατά τον προεγχειρητικό εντοπισμό σε ασθενείς με πρωτοπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό. |
Π | ΠΛΑΚΟΥΝΤΙΑΝΟ ΓΑΛΑΚΤΟΓΟΝΟ (HPL) | Την Επομένη | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | EIA | Γυναίκες: 0.0 - 0.5 μg/ml Εγκυμοσύνη: 9η - 11η: 0.06 - 1.50 μg/ml 12η - 15η: 0.25 - 2.50 μg/ml 16η - 19η: 0.70 - 3.50 μg/ml 20η - 23η: 1.20 - 5.00 μg/ml 24η - 27η: 1.80 - 7.50 μg/ml 28η - 31η: 2.80 - 9.50 μg/ml 32η - 35η: 3.50 - 11.20 μg/ml 36η - 39η: 4.00 - 11.00 μg/ml 39η - 40η: 3.80 - 10.50 μg/ml | |
Π | ΠΛΑΣΜΙΝΟΓΟΝΟ | Εντός 2 ημερών | 1.0 ml πλάσμα (CITRATE). Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Χρωματομετρική | Ενήλικες: 75 - 150 % Παιδιά: 2 - 10 ετών: 55 - 127% 11 - 18 ετών: 65 - 130% | |
Π | ΠΟΛΥΠΕΠΤΙΔΙΚΟ ΑΝΤΙΓΟΝΟ (TPA) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Δείγματα αιμολυμένα, ικτερικά ή λιπαιμικά ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 24 ώρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Xημειοφωταύγεια (CLIA) | < 75 IU/l | |
Π | ΠΡΙΜΙΔΟΝΗ (MYSOLINE) | Εντός μιας εβδομάδας | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | MEIA | Θεραπευτ. συγκέντρ.: 5 - 12 μg/ml Τοξική συγκέντρ.: > 15 μg/ml | |
Π | ΠΡΟΓΕΣΤΕΡΟΝΗ (PRG) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C για > από 2ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) (Εσώκλειστο PRG Atellica Siemens) | Άνδρες: 0.89 - 3.88 nmol/l Γυναίκες: Παραγωγική: < 4.45 nmol/l Εκκριτική: 10.62 - 81.30 nmol/l Εμμηνόπαυση: < 2.32 nmol/l Εγκυμοσύνη: 1o τρίμηνο: 36 - 286 nmol/l 2o τρίμηνο: 81 - 286 nmol/l 3ο τρίμηνο: 154 - 1343 nmol/l Παιδιά: Αγόρια: Εως 12 ετών: < 0.66 - 1.06 nmol/l 13 - 16 ετών:<0.66 - 3.46 nmol/l Κορίτσια: Εως 12 ετών: < 0.66 - 5.53 nmol/l 13 - 21 ετών: <0.66 - 39.4 nmol/l | Η προγεστερόνη, σε συνδυασμό με τα οιστρογόνα, ρυθμίζει τις λειτουργίες του αναπαραγωγικού συστήματος κατά τη διάρκεια του εμμηνορροϊκού κύκλου. Η προγεστερόνη είναι κρίσιμη κατά την προετοιμασία του ενδομητρίου για την εμφύτευση της βλαστοκύστης και τη διατήρηση της κύησης. Οι μείζονες πηγές προγεστερόνης είναι το ωχρό σωμάτιο και ο πλακούντας στις γυναίκες. Ελάσσονες πηγές προγεστερόνης είναι ο φλοιός επινεφριδίων σε άνδρες και γυναίκες και οι όρχεις στους άνδρες. Τα επίπεδα προγεστερόνης είναι χαμηλά κατά τη διάρκεια της ωοθυλακικής φάσης του εμμηνορροϊκού κύκλου. Μετά την ωορρηξία, η παραγωγή προγεστερόνης από το ωχρό σωμάτιο αυξάνεται ταχύτατα, επιτυγχάνοντας μέγιστη συγκέντρωση 4–7 ημέρες μετά την ωορρηξία. Αυτά τα επίπεδα διατηρούνται για 4–6 ημέρες και, στη συνέχεια, μειώνονται, προκαλώντας την εμμηνόρροια. . Η κλινική αξιολόγηση της προγεστερόνης επιβεβαιώνει την ωορρηξία και τη φυσιολογική ωχρινική λειτουργία σε μη έγκυες γυναίκες. Η ανεπαρκής παραγωγή προγεστερόνης από το ωχρό σωμάτιο ενδέχεται να υποδεικνύει ανεπάρκεια ωχρινικής φάσης (LPD), η οποία συσχετίζεται με στειρότητα και πρώιμη αποβολή. Κατά τη διάρκεια της κύησης, τα επίπεδα προγεστερόνης αυξάνονται σταθερά έως τα υψηλότερα επίπεδά τους στο τρίτο τρίμηνο. Οι γυναίκες που χρησιμοποιούν αντισυλληπτικά έχουν κατεσταλμένα επίπεδα προγεστερόνης. |
Π | ΠΡΟ-ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΟ ΝΑΤΡΙΟΥΡΗΤΙΚΟ ΠΕΠΤΙΔΙΟ (NT-proBNP) | Αυθημερόν | 1.0 ml ορός ή πλάσμα (EDTA,Ηπαρίνη) . Στους 2-8º C έως 8 ημέρες. Στους -20º C για > από 8 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | < 75 ετών: < 125 pg/ml ≥75 ετών: < 450 pg/ml | Έχει τεκμηριωθεί η σημασία των νατριουρητικών πεπτιδίων για τον έλεγχο της λειτουργίας του καρδιαγγειακού συστήματος Αρχικές μελέτες έδειξαν ότι τα νατριουρητικά πεπτίδια μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη διάγνωση κλινικών προβλημάτων που σχετίζονται με δυσλειτουργία της αριστερής κοιλίας. Υπάρχουν βιβλιογραφικές αναφορές για τα παρακάτω νατριουρητικά πεπτίδια: κολπικό νατριουρητικό πεπτίδιο (ANP), εγκεφαλικό νατριουρητικό πεπτίδιο (BNP) και νατριουρητικό πεπτίδιο τύπου C (CNP). Σε άτομα με δυσλειτουργία της αριστερής κοιλίας, οι συγκεντρώσεις του BNP όπως και οι συγκεντρώσεις της βιολογικά ανενεργής προορμόνης proBNP αυξάνουν Tο NT proBNP, λόγω των λειτουργιών του, είναι κατάλληλο για χρήση στην εκτίμηση της αγγειακής ανακατασκευής και, ως εκ τούτου, συμβάλει στον καθορισμό εξατομικευμένων διαδικασιών αποκατάστασης. Τα επίπεδα του NT proBNP είναι αυξημένα σε ασθενείς με ασταθή στηθάγχη και μετά από έμφραγμα του μυοκαρδίου. Παρόλο που δεν είναι διαγνωστικό για αυτές τις παθολογικές καταστάσεις, αρκετές μελέτες δείχνουν ότι οι μετρήσεις του NT proBNP παρέχουν προγνωστικές πληροφορίες για τη διαστρωμάτωση του βραχυπρόθεσμου και του μακροπρόθεσμου κινδύνου ασθενών με ασταθή στηθάγχη ή έμφραγμα του μυοκαρδίου. |
Π | ΠΡΟΙΟΝΤΑ ΑΠΟΔΟΜΗΣ ΙΝΩΔΟΓΟΝΟΥ (FDP) | Την επομένη | 1.0 ml πλάσμα (CITRATE). Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Συγκολλητινοαντίδραση | Αρνητικό (-) | |
Π | ΠΡΟΛΑΚΤΙΝΗ (PRL) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Πρωινή αιμοληψία. Ο θηλασμός, η άσκηση, το άγχος, τα αντισυλληπτικά οδηγούν σε αυξημένες τιμές προλακτίνης. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C για > από 2ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) (Εσώκλειστο PRL Atellica Siemens) | Άνδρες: 2.1 - 17.7 ng/ml Γυναίκες: 2.8 - 29.2 ng/ml Εμηνόπαυση: 1.8 - 20.3 ng/ml Εγκυμοσύνη: 9.7 - 208 ng/ml Παιδία: Αγόρια: 1 - 2 ετών: 2.7 - 25.0 ng/ml 2 - 3 ετών: 3.6 - 28.6 ng/ml 4 - 9 ετών: 4.5 - 18.0 ng/ml 10 - 16 ετών: 3.2 - 13.5 ng/ml 17 - 21 ετών: 5.4 - 15.4 ng/ml Κορίτσια: 1 - 2 ετών: 4.0 - 20.0 ng/ml 2 - 3 ετών: 3.1 - 15.7 ng/ml 4 - 9 ετών: 3.1 - 15.8 ng/ml 10 - 12 ετών: 3.5 - 18.2 ng/ml 13 - 21 ετών: 4.3 - 23.1 ng/ml | Η προλακτίνη είναι μια πολυπεπτιδική ορμόνη μονής αλυσίδας που εκκρίνεται από την πρόσθια υπόφυση. Συντίθεται επίσης από τον πλακούντα και υπάρχει στο αμνιακό υγρό. Η προλακτίνη εκκινεί και διατηρεί τη γαλουχία στις γυναίκες. Επίσης διαδραματίζει ρόλο στη ρύθμιση της γοναδικής λειτουργίας τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες. Στους ενήλικες, η βασική κυκλοφορούσα προλακτίνη υπάρχει σε συγκεντρώσεις έως 30 ng/mL. Κατά τη διάρκεια της κύησης και της γαλουχίας μετά τον τοκετό, μπορεί να αυξηθεί 10 έως 20 φορές. Η άσκηση, το άγχος και τα αντισυλληπτικά προκαλούν επίσης παροδικές αυξήσεις των επιπέδων προλακτίνης. Ελαφρά αυξημένες τιμές πρέπει να ερμηνεύονται με επιφύλαξη. Τα σταθερά αυξημένα επίπεδα προλακτίνης στον ορό > 30 ng/mL απουσία κύησης και γαλουχίας υποδεικνύουν υπερπρολακτιναιμία, η οποία είναι η πιο κοινή δυσλειτουργία υποθαλάμου-υπόφυσης που συναντάται στην κλινική ενδοκρινολογία. Η υπερπρολακτιναιμία συχνά προκαλεί γαλακτόρροια, αμηνόρροια και στειρότητα στις γυναίκες, καθώς και ανικανότητα και υπογοναδισμό στους άνδρες. Η νεφρική ανεπάρκεια, ο υποθυρεοειδισμός και τα αδενώματα υπόφυσης που εκκρίνουν προλακτίνη είναι επίσης κοινές αιτίας μη φυσιολογικά αυξημένων επιπέδων προλακτίνης. |
Π | ΠΡΟΣΤΑΤΙΚΗ ΟΞΙΝΗ ΦΩΣΦΑΤΑΣΗ (PAP) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Αιμολυμένα, ικτερικά ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 24 ώρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | < 3 ng/ml | |
Π | ΠΡΩΤΕΙΝΕΣ ΟΛΙΚΕΣ (ΛΕΥΚΩΜΑΤΑ) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (Ηπαρίνης). Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 1 μήνα. Στους -20º C έως 6 μήνες. | Χρωματομετρική (εσώκλειστο TP-Atellica -Siemens) | Ενήλικες: 5.7 – 8.2 Παιδιά: 6μηνών - 1έτους: 4.2 - 7.9 g/dl 1 - 6 ετών: 6.0 - 8.0 g/dl 7 - 9 ετών: 6.3 - 8.1 g/dl 10 – 15 ετών: 6.4 - 8.6 g/dl | |
Π | ΠΡΩΤΕΙΝΕΣ ΟΥΡΩΝ | Αυθημερόν | 2 ml Ούρα 24ώρου ή τυχαίας ούρησης. Χωρίς συντηρητικά. | Θολοσιμετρική | 24ωρου: < 130 mg/24 h Τυχαίο δείγμα: < 14 mg/dl Μετά από εντονη άσκηση: < 250 mg/24h | |
Π | ΠΡΩΤΕΙΝΕΣ BENCE-JONES (ποιοτικός προσδιορισμός) | Εντός 2 ημερών | 10ml Ούρα 24/ώρου ή τα πρώτα πρωινά. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Δοκιμή καθιζησης με βρασμό | Αρνητικό (-) | |
Π | ΠΡΩΤΕΙΝΗ C | Την επομένη | 1.0 ml πλάσμα (CITRATE). Άμεση φυγοκέντριση στις 4000 στροφές για τουλάχιστον 15' και διαχωρισμός. Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 15-25º C έως 8 ώρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Χρωματομετρική | Ενήλικες: 70 - 140 % Παιδιά: 1 - 10 ετών: 64 - 150 % 11 - 18 ετών: 65 - 130 % | H πρωτεΐνη C είναι ένας αναστολέας πήξης εξαρτώμενος από τη βιταμίνη Κ ,ο οποίος ρυθμίζει τη δραστηριότητα των παραγόντων F V και F VIII. Η συγγενής ετερόζυγη ανεπάρκεια προκαλεί υψηλή, εξαρτώμενη από την ηλικία επίπτωση φλεβοθρομβώσεων. Η ομόζυγη ανεπάρκεια στα νεογνά συνοδεύεται από θρομβώσεις πολύ βαριάς μορφής. Η επίκτητη ανεπάρκεια ενδέχεται να οφείλεται σε ανεπάρκεια της βιταμίνης Κ, π.χ. ως αποτέλεσμα διαταραχών της απορρόφησης ή λήψης αντιπηκτικής αγωγής από του στόματος. Όταν υφίσταται ανεπάρκεια βιταμίνης Κ, περιορίζεται και η δραστηριότητα των άλλων παραγόντων πήξης που εξαρτώνται από τη βιταμίνη Κ και, συνεπώς, ο κίνδυνος θρόμβωσης υπό αυτές τις συνθήκες είναι μικρός. |
Π | ΠΡΩΤΕΙΝΗ S | Την επομένη | 1.0 ml πλάσμα (CITRATE). Άμεση φυγοκέντριση στις 4000 στροφές για τουλάχιστον 15' και διαχωρισμός. Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 15-25º C έως 8 ώρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Χρωματομετρική | 70 - 140 % | |
P | PAPP-a (PROTEIN-A) | Την Επομένη | 0.5 ml ορός. Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 24 ώρες. Στους -20º C έως 2 μήνες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | Γυναίκες: 1ο τρίμηνο (έως 13 εβδ. + 5 μέρες) | |
P | PAPP-a TEST | Την Επομένη | 2.5 ml ορός. Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 24 ώρες. Στους -20º C έως 2 μήνες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA)– Στατιστική ανάλυση | Γυναίκες: Ειδικό έντυπο: Μέτρηση: PAPP-A / Free β-hCG 1ο τρίμηνο (έως 13 εβδ. + 6 μέρες) | |
Ρ | ΡΕΝΙΝΗ (ΔΡΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑ) | Εντός 2 ημερών | 0.5 ml πλάσμα (EDTA). Αποφυγή αντιυπερτασικών, στεροειδών, οιστρογόνων και διουρητικών φαρμάκων για 2 εβδομάδες καθώς και καφεΐνης. Η λήψη σε ύπτια θέση γίνεται αφού ο ασθενής παραμείνει ξαπλωμένος για τουλάχιστον 1 ώρα και σε όρθια αφού ο ασθενής έχει παραμείνει σε όρθια θέση 1 ώρα. Εμφανώς αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Όχι ψύξη. Στους 20-25º C έως 12 ώρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | ΕΙΑ | Ενήλικες: Ηρεμία: 0.15 - 2.33 ng/ml/h Κόπωση: 0.10 - 6.56 ng/ml/h Παιδιά σε ηρεμία: 2 - 4 εβδομάδων: 0 - 175 ng/ml/h 3 - 12 μηνών: < 15 ng/ml/h 1 - 4 ετών: < 10 ng/ml/h 5 - 15 ετών: < 6 ng/ml/h | |
Ρ | ΡΕΝΙΝΗ (ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ) | Εντός 2 ημερών | 0.5 ml πλάσμα (EDTA). Αποφυγή αντιυπερτασικών, στεροειδών, οιστρογόνων και διουρητικών φαρμάκων για 2 εβδομάδες καθώς και καφεΐνης. Η λήψη σε ύπτια θέση γίνεται αφού ο ασθενής παραμείνει ξαπλωμένος για τουλάχιστον 1 ώρα και σε όρθια αφού ο ασθενής έχει παραμείνει σε όρθια θέση 1 ώρα. Εμφανώς αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Όχι ψύξη. Στους 20-25º C έως 12 ώρες. Στους -20º C έως 1 μήνα | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | Ύπτια: 2.8 - 40 μIU/ml Όρθια: 4.4 - 46 μIU/ml | |
Ρ | ΡΕΥΜΑΤΟΕΙΔΗΣ ΠΑΡΑΓΩΝ (RA/RF ποιοτικό) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 4 εβδομάδες. | Συγκολλητινοαντίδραση | Αρνητικό (-) | |
Ρ | ΡΕΥΜΑΤΟΕΙΔΗΣ ΠΑΡΑΓΩΝ (RA/RF ποσοτικό) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 4 εβδομάδες. | Aνοσοθολοσιμετρική | < 14 IU/ml | |
R | RPR | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Συγκολλητινοαντίδραση | Αρνητικό (-) | |
R | RT3U (T-UPTAKE) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός η πλάσμα. Στους 2-8º C έως 8 ημέρες. | Hλεκτροχημειοφωταύγ | 24 - 34 % | |
Σ | ΣΕΛΗΝΙΟ (Se) | Εντός μιας εβδομάδας | 2.0 ml ορός. Δεν επιτρέπεται επαφή του ορού με ξύλινο stick ή μέταλλο. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 24 ώρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Ατομική Απορρόφηση | 46 - 143 μg/l | |
Σ | ΣΕΛΗΝΙΟ (Se) ΟΥΡΩΝ | Εντός 5 ημερών | 25 ml Ούρα 24/ώρου. Συλλογή με 10 ml HCl 6M. Κατά τη διάρκεια της συλλογής φύλαξη του δείγματος στους 2-8º C. | 10-160 μg/l | ||
Σ | ΣΕΡΟΤΟΝΙΝΗ | Εντός 5 ημερών | 0.5 ml ορός. Αποφυγή επί 3 ημέρες διατροφής με σοκολάτες, ντομάτες, ανανά,μπανάνες,αβοκάντο,ακτινίδια, δαμάσκηνα,σταφίδες, καρύδια και μελιτζάνες. Φάρμακα που επηρεάζουν τα επίπεδα σεροτονίνης είναι οι αναστολείς της μονοαμίνης (ΜΑΟ), λίθιο, μορφίνη και μεθυλντόπα. Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 6 ώρες. Στους -20º C έως 6 μήνες. | EIA | 20 - 206 ng/ml | |
Σ | ΣΕΡΟΤΟΝΙΝΗ ΟΥΡΩΝ | Εντός 5 ημερών | 4 ml Ούρα 24/ώρου ή τυχαίας ούρησης(τα 2α πρωινά ούρα) . Αποφυγή επί 3 ημέρες διατροφής με σοκολάτες, ντομάτες, ανανά, μπανάνες, αβοκάντο, ακτινίδια, δαμάσκηνα,σταφίδες, καρύδια και μελιτζάνες. Φάρμακα που επηρεάζουν τα επίπεδα σεροτονίνης είναι οι αναστολείς της μονοαμίνης (ΜΑΟ), λίθιο, μορφίνη και μεθυλντόπα. Κατά τη διάρκεια της συλλογής φύλαξη του δείγματος στους 2-8º C. Στους 2-8º C έως 24 ώρες.Στους -20º C για 6 μήνες. | EIA | Ούρα 24ώρου: 9.0 - 193 μg/24h Τυχαίας ούρησης: 30 - 129 μg/gcreat (Τα δεύτερα πρωινά ούρα) | Μετά τη συλλογή τα ούρα τιτλοδοτούνται και αφου ομογενοποιηθούν, δείγμα 4ml αποστέλλεται στο εργαστήριο. |
Σ | ΣΙΔΗΡΟΔΕΣΜΕΥΤΙΚΗ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ (TIBC) | Αυθημερόν | 1.0 ml ορός. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Πρωινή λήψη μετά από 8ωρη νηστεία. Στους ασθενείς που υποβάλλονται σε θεραπεία με φάρμακα που δεσμεύουν μέταλλα, ο σίδηρος που δεσμεύεται στο φάρμακο ενδέχεται να μην αντιδράσει σωστά κατά την ανάλυση, οδηγώντας σε ψευδώς χαμηλές τιμές. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Χρωματομετρική-Έμμεσος προσδιορισμός | Ενήλικες: 250 - 425 μg/dl Παιδιά: < 1 έτους: 100 - 400 μg/dl | |
Σ | ΣΙΔΗΡΟΣ (Fe) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Πρωινή λήψη μετά από 8ωρη νηστεία. Στους ασθενείς που υποβάλλονται σε θεραπεία με φάρμακα που δεσμεύουν μέταλλα, ο σίδηρος δεσμεύεται στο φάρμακο και ενδέχεται να μην αντιδράσει σωστά κατά την ανάλυση, οδηγώντας σε ψευδώς χαμηλές τιμές. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Αιμολυμένα,λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 15-25º C έως 7 ημέρες. Στους 2-8º C έως 3 εβδομάδες. | Χρωματομετρική (εσώκλειστο IRON Atellica -Siemens) | Άνδρες: 65 - 175 μg/dl Γυναίκες: 50 - 170 μg/dl Παιδιά: 1 - 3 ετών: 25 - 105 μg/dl 3 - 15 ετών: 30 - 120 μg/dl | |
Σ | ΣΤΗΛΗ ΑΙΜΟΣΦΑΙΡΙΝΗΣ Α2 | Την Επομένη | 2.5 ml ολικό αίμα (EDTA). Στους 2-8º C. | Χρωματογραφία στήλης | ΗbA2: 1.5 - 3.5 % | |
Σ | ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ C ΟΛΙΚΟ (CH50) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός, παγωμένος. Άμεση φυγοκέντριση, διαχωρισμός και κατάψυξη. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Θολοσομετρική | 75 - 160 IU/ml | |
Σ | ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ C1 INACTIVATOR | Την Επομένη | 0.5 ml ορός, παγωμένος. Άμεση φυγοκέντριση, διαχωρισμός και κατάψυξη. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Ανοσοδιάχυση | 15 - 35 mg/dl | |
Σ | ΣΥΣΤΑΤΙΚΟ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΟΣ C1q | Την Επομένη | 0.5 ml ορός, παγωμένος. Άμεση φυγοκέντριση, διαχωρισμός και κατάψυξη. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Ανοσοδιάχυση | 80 - 150 mg/l | |
Σ | ΣΥΣΤΑΤΙΚΟ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΟΣ C2 | Την Επομένη | 0.5 ml ορός, παγωμένος. Άμεση φυγοκέντριση, διαχωρισμός και κατάψυξη. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Ανοσοδιάχυση | 10 - 30 mg/l | |
Σ | ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ C3 | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 3 εβδομάδες | Aνοσοθολοσιμετρική | Ενήλικες: 82 - 170 mg/dl Παιδιά: 6 - 12 μηνών: 74 - 145 mg/dl 2 - 10 ετών: 80 - 150 mg/dl 11 - 15 ετών: 85 - 160 mg/dl | Τα συστατικά του συμπληρώματος αποτελούν μέρος ενός περίπλοκου βιολογικού συστήματος που λειτουργεί σε συνδυασμό με τα αντίσωμα και άλλους παράγοντες, για την προστασία του σώματος από την εισβολή παθογόνων. Όταν ενεργοποιούνται από το κλασσικό ή το εναλλακτικό μονοπάτι, δρουν στις βιολογικές μεμβράνες και μπορεί να προκαλέσουν κυτταρικό θάνατο. Τα συστατικά του ανθρώπινου συμπληρώματος αποτελούνται από διάφορες διακριτές πρωτεΐνες του πλάσματος, όπως το συμπλήρωμα C3 και το συμπλήρωμα C4. Η μέτρηση των επιπέδων του συμπληρώματος C3 είναι σημαντική στον καθορισμό κληρονομικών ή επίκτητων ανεπαρκειών, στην εκτίμηση της ικανότητας στην ανοσοαπάντηση, στη διάγνωση φλεγμονωδών και νεκρωτικών διαταραχών,στη διάγνωση και εκτίμηση αυτοάνοσων νοσημάτων. |
Σ | ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ C4 | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. Στους -20º C έως 3 μήνες. | Aνοσοθολοσιμετρική | Ενήλικες: 12 - 36 mg/dl Παιδιά: < 3μηνών: 7- 30 mg/dl 4 - 6 μηνών: 8- 30 mg/dl > 6 μηνών: 12 - 36 mg/dl | Τα συστατικά του συμπληρώματος αποτελούν μέρος ενός περίπλοκου βιολογικού συστήματος που λειτουργεί σε συνδυασμό με τα αντίσωμα και άλλους παράγοντες, για την προστασία του σώματος από την εισβολή παθογόνων. Όταν ενεργοποιούνται από το κλασσικό ή το εναλλακτικό μονοπάτι, δρουν στις βιολογικές μεμβράνες και μπορεί να προκαλέσουν κυτταρικό θάνατο. Τα συστατικά του ανθρώπινου συμπληρώματος αποτελούνται από διάφορες διακριτές πρωτεΐνες του πλάσματος, όπως το συμπλήρωμα C3 και το συμπλήρωμα C4. Η μέτρηση των επιπέδων του συμπληρώματος C4 είναι σημαντική στον καθορισμό κληρονομικών ή επίκτητων ανεπαρκειών, στην εκτίμηση της ικανότητας στην ανοσοαπάντηση, στη διάγνωση φλεγμονωδών και νεκρωτικών διαταραχών,στη διάγνωση και εκτίμηση αυτοάνοσων νοσημάτων. |
Σ | ΣΦΑΙΡΙΝΕΣ ΟΛΙΚΕΣ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Στους 2-8º C έως 1 μήνα. | Έμμεσος προσδιορισμός | 1.8 - 3.5 g/dl | |
Σ | ΣΦΑΙΡΙΝΗ ΔΕΣΜΕΥΟΥΣΑ ΘΥΡΟΞΙΝΗ (TBG) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Χημειοφωταύγεια | Ενήλικες: 1.5 - 3.4 mg/dl Παιδιά: Αγόρια: 1 - 12 ετών: 1.6 - 3.0 mg/dl 13 - 18 ετών: 1.3 - 2.6 mg/dl Κορίτσια: 1 - 6 ετών: 1.8 - 3.4 mg/dl 7 - 12 ετών: 1.5 - 2.9 mg/dl 13 - 18 ετών: 1.4 - 2.9 mg/dl | |
Σ | ΣΦΑΙΡΙΝΗ ΔΕΣΜΕΥΟΥΣΑ ΦΥΛΕΤΙΚΕΣ ΟΡΜΟΝΕΣ (SHBG) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Επίπεδα Βιοτίνης <100 ng/ml Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C 1 μήνα. | Χημειοφωταύγεια. (CLIA) (Εσώκλειστο SHBG Atellica Siemens) | Άνδρες: < 50 ετών: 14.5 - 95 nmol/l > 50 ετών: 21.6 - 113 nmol/l Γυναίκες: 10.8 - 180 nmol/l Εμμηνόπαυση: 23.1 - 159 nmol/l Παιδιά: Αγόρια: 1 - 10 ετών: 52 - 164 nmol/l 11 ετών: 36 - 151 nmol/l 12 ετών: 32 - 139 nmol/l 13 ετών: 21 - 128 nmol/l 14 ετών: 20 - 102 nmol/l 15 ετών: 14 - 88 nmol/l 16 - 21 ετών: 14 - 69 nmol/l Κορίτσια: 1 - 10 ετών: 38 - 180 nmol/l 11 - 15 ετών: 20 - 121 nmol/l 16 - 21 ετών: 16 - 77 nmol/l | |
Σ | ΣΧΕΣΗ ΑΛΒΟΥΜΙΝΗΣ / ΣΦΑΙΡΙΝΕΣ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Στους 2-8º C έως 1 μήνα. | Υπολογιστική | 1.1 - 2.0 | |
Σ | ΣΩΜΑΤΟΜΕΔΙΝΗ C (IGF-1) | Την Επομένη | 0.5 ml ορός. Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 24 ώρες. Στους -20º C έως 1μήνα. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | 1 - 2 ετών: 51 - 325 ng/ml 3 - 6 ετών: 50 - 295 ng/ml 7 - 8 ετών: 57 - 345 ng/ml 9 ετών: 74 - 388 ng/ml 10 ετών: 88 - 452 ng/ml 11 ετών: 111 - 551 ng/ml 12 ετών: 143 - 693 ng/ml 13 ετών: 183 - 850 ng/ml 14 - 15 ετών: 220 - 995 ng/ml 16 ετών: 226 - 903 ng/ml 17 ετών: 193 - 731 ng/ml 18 ετών: 163 - 584 ng/ml 19 - 20 ετών: 127 - 480 ng/ml 21 - 30 ετών: 116 - 360 ng/ml 31 - 60 ετών: 80 - 310 ng/ml > 60 ετών: 55 - 215 ng/ml | |
Τ | ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΚΑΘΙΖΗΣΗΣ ΕΡΥΘΡΩΝ ΑΙΜΟΣ. (Τ.Κ.Ε.) | Αυθημερόν | 2.5 ml ολικό αίμα (EDTA). Στους 2-8º C. | Wastergren | Άνδρες: 0 - 15 mm/h Γυναίκες: 0 - 20 mm/h Παιδιά: 0 - 25 mm/h | |
Τ | ΤΕΣΤ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗΣ | Αυθημερόν | 1.0 ml ορός ή 1.0 ml ούρα. Στους 2-8º C. | Ανοσολογική | Γυναίκες: Αρνητικό (-) | |
Τ | ΤΕΣΤΟΣΤΕΡΟΝΗ ΟΛΙΚΗ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA,Ηπαρίνη). Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Τα αντιεπιληπτικά, τα βαρβιτουρικά και τα οιστρογόνα οδηγούν σε υψηλές τιμές ενώ τα αναβολικά (νανδρολόνη) σε χαμηλές. Επίπεδα Βιοτίνης <30 ng/ml Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. Στους -20º C για > από 7 ημέρες . | Χημειοφωταύγεια (CLIA) (Εσώκλειστο Testo Atellica Siemens) | Άνδρες: <50 ετών: 1.65 - 7.54 ng/ml > 50 ετών: 0.87 - 7.88 ng/ml Γυναίκες: 0.12 - 0.60 ng/ml Εμμηνόπαυση: < 0.07 - 0.49 ng/ml Παιδιά: Αγόρια: < 2 ετών: < 0.07 - 0.24 ng/ml 2 - 10 ετών: <0.07 - 0.26 ng/ml 11ετών: < 0.07 - 3.42 ng/ml 12 ετών: < 0.07 - 5.63 ng/ml 13 ετών: 0.09 - 5.63 ng/ml 14 ετών: 0.23 - 7.43 ng/ml 15 ετών: 1.44 - 8.41 ng/ml 16 - 21 ετών: 1.18 - 9.49 ng/ml Κορίτσια: < 2 ετών: < 0.07 - 0.17 ng/ml 2 - 10 ετών: < 0.07 - 1.08 ng/ml 11 - 15 ετών: < 0.07 - 0.48 ng/ml 16 - 21 ετών: 0.18 - 0.50 ng/ml | Η τεστοστερόνη είναι το κύριο ανδρογόνο στους άνδρες και ελέγχεται μέσω της ωχρινοτρόπου ορμόνης (LH). Η LH ασκεί τον κύριο έλεγχο στην παραγωγή τεστοστερόνης και δρα απευθείας στα κύτταρα Leydig στους όρχεις. Η τεστοστερόνη διεγείρει την ενήλικη ωρίμανση των εξωτερικών γεννητικών οργάνων και των δευτερευόντων σεξουαλικών οργάνων, καθώς και την ανάπτυξη τριχοφυΐας στο πρόσωπο, τις μασχάλες και το εφηβαίο. Η κλινική αξιολόγηση της τεστοστερόνης στον ορό, μαζί με την LH στον ορό, βοηθά στην αξιολόγηση των υπογοναδικών ανδρών. . Οι μείζονες πηγές τεστοστερόνης στις γυναίκες είναι οι ωοθήκες, τα επινεφρίδια και η περιφερική μετατροπή των πρόδρομων ουσιών, ειδικά η μετατροπή της ανδροστενεδιόνης σε τεστοστερόνη. Αυξημένα επίπεδα τεστοστερόνης στις γυναίκες ενδέχεται να υποδεικνύουν σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών και υπερπλασία επινεφριδίων, μεταξύ άλλων παθήσεων. Στις κλινικές εκδηλώσεις της πλεονάζουσας τεστοστερόνης περιλαμβάνονται η στειρότητα, ο δασυτριχισμός, η αμηνόρροια και η παχυσαρκία. |
Τ | ΤΡΑΜΣΑΜΙΝΑΣΗ SGPT (ALT) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (Ηπαρίνης). Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 15-25º C έως 3 ημέρες. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Ενζυμική-Κινητική IFCC (εσώκλειστο ALT-Atellica -Siemens) | Ενήλικες: 10 – 49 U/l < 1 ετών: < 57 U/l 1 - 12 ετών: < 39 U/l 13 - 17 ετών: < 26 U/l | |
Τ | ΤΡΑΝΣΑΜΙΝΑΣΗ SGOT (ΑST) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (Ηπαρίνης). Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 15-25º C έως 24 ώρες. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Ενζυμική-Κινητική IFCC (εσώκλειστο AST-Atellica -Siemens) | Ενήλικες: < 34 U/l Παιδιά: < 1 ετών: < 89 U/l 1 - 3 ετών: < 56 U/l 4 - 6 ετών: < 52 U/l 7 - 12 ετών: < 51 U/l 13 - 17 ετών: < 35 U/l | |
Τ | ΤΡΑΝΣΦΕΡΡΙΝΗ (ΣΙΔΗΡΟΦΥΛΛΙΝΗ) | Αυθημερόν | 1.0 ml ορός. Πρωινή αιμοληψία. Στους 2-8º C έως 8 ημέρες. | Θολοσιμετρική | Ενήλικες: 200 - 360 mg/dl Παιδιά: 1 - 6 ετών: 165 - 305 mg/dl 7 - 12 ετών: 120 - 320 mg/dl 13 - 18 ετών: 145 - 310 mg/dl | |
Τ | ΤΡΙΓΛΥΚΕΡΙΔΙΑ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (Ηπαρίνης). Πρωινή αιμοληψία μετά από 12ωρη νηστεία. Αποφυγή αλκοόλ για 3 ημέρες. Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 15-25º C έως 2 ημέρες. Στους 2-8º C έως 5 ημέρες. Στους -20º C έως 3 μήνες. | Ενζυμική – Χρωματομετρική (εσώκλειστο TRIG-Atellica -Siemens) | Φυσιολογικό: 40 - 160 mg/dl Οριακά υψηλό: 160 - 200 mg/dl Υψηλό: 200 - 500 mg/dl | |
Τ | ΤΡΙΙΩΔΟΘΥΡΟΝΙΝΗ ( T3 ) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 18-24º C έως 8 ώρες. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C για > από 2 ημέρες. | Xημειοφωταύγεια (CLIA) (Εσώκλειστο Τ3 Atellica Siemens) | Ενήλικες: 0.6 - 1.81 ng/ml Παιδιά: 1 - 23 μηνών: 1.17 - 2.39 ng/ml 2 - 12 ετών: 1.05 - 2.07 ng/ml 13 - 21 ετών: 0.86 - 1.92 ng/ml | Η τριιωδοθυρονίνη (3,5,3'‑L‑τριιωδοθυρονίνη, T3) είναι μια ορμόνη που πηγάζει από άμεση σύνθεση και έκκριση στον θυρεοειδή (περίπου 20%) και από περιφερική μετατροπή της T4 σε T3 (περίπου 80%). Η T3 εκκρίνεται στην κυκλοφορία ως ανταπόκριση στην υποφυσιακή ορμόνη TSH (θυρεοειδοτρόπος ορμόνη). Η έκκριση της T3 ρυθμίζεται από έναν μηχανισμό αρνητικής ανάδρασης που αφορά τον θυρεοειδή αδένα, την υπόφυση και τον υποθάλαμο. Παρότι τα επίπεδα της T3 στον ορό είναι μικρά, έχει μεγαλύτερη φυσιολογική ισχύ από την T4. Στην κυκλοφορία, το 99,7% της T3 δεσμεύεται ανάστροφα σε πρωτεΐνες-φορείς, κυρίως στη θυρεοδεσμευτική σφαιρίνη (TBG) και, σε μικρότερο βαθμό, στην αλβουμίνη και την προαλβουμίνη. Η αδέσμευτη ή ελεύθερη T3(FT3) είναι μεταβολικά ενεργή και η δεσμευμένη T3 είναι μεταβολικά ανενεργή και δρα ως απόθεμα για την ελεύθερη T3. Οι συγκεντρώσεις TBG παραμένουν σχετικά σταθερές στα υγιή άτομα. Ωστόσο, η κύηση, τα υπερβολικά οιστρογόνα, τα ανδρογόνα, τα αναβολικά στεροειδή και τα γλυκοκορτικοειδή είναι γνωστό ότι τροποποιούν τα επίπεδα της TBG και μπορούν να προκαλέσουν ψευδείς τιμές θυρεοειδικών ορμονών στις εξετάσεις λειτουργίας του θυρεοειδούς. Τα επίπεδα της T3 σε αυτές τις περιπτώσεις ενδέχεται να μην αντικατοπτρίζουν με ακρίβεια την κατάσταση του θυρεοειδούς. Η πρωτοπαθής δυσλειτουργία του θυρεοειδούς αδένα μπορεί να οδηγήσει σε υπερβολική (υπέρ) ή κάτω του φυσιολογικού (υπό) έκλυση T3 ή T4. Επιπλέον, καθώς η λειτουργία του θυρεοειδούς επηρεάζεται άμεσα από την TSH, η δυσλειτουργία της υπόφυσης ή του υποθαλάμου επηρεάζει τη δραστηριότητα του θυρεοειδούς αδένα. Η νόσος σε οποιοδήποτε τμήμα του συστήματος θυρεοειδούς-υπόφυσης-υποθαλάμου ενδέχεται να επηρεάσει τα επίπεδα της T3 και της T4 στο αίμα. Διαγνωστικά, η συγκέντρωση της T3 είναι πιο ευαίσθητη σε ορισμένες παθήσεις του θυρεοειδούς από εκείνη της T4. Ενώ τα επίπεδα της T4 αποτελούν έναν ευαίσθητο (και ανώτερο) δείκτη του υποθυρεοειδισμού, τα επίπεδα της T3 στο αίμα καθορίζουν καλύτερα τον υπερθυρεοειδισμό. Επειδή η συγκέντρωση της T3 στον ορό μεταβάλλεται ταχύτερα και πιο αξιοσημείωτα από εκείνη της T4, το επίπεδο της T3 αποτελεί επίσης εξαιρετικό δείκτη της δυνατότητας του θυρεοειδούς να ανταποκρίνεται τόσο σε διεγερτικές όσο και σε κατασταλτικές εξετάσεις. Υπό συνθήκες έντονης διέγερσης του θυρεοειδούς, το επίπεδο της T3 προσφέρει μια καλή εκτίμηση και του αποθέματος του θυρεοειδούς. |
Τ | ΤΡΟΠΟΝΙΝΗ Ι Υψηλής ευαισθησίας (TnIH) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (Ηπαρίνης). Επίπεδα Βιοτίνης <3500 ng/ml Αιμολυμένα, ικτερικά ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 24 ώρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Xημειοφωταύγεια (CLIA) | Άνδρες : < 53.5 pg/ml Γυναίκες: < 38.6 pg/ml | Η μέθοδος High Sensitivity Troponin I (TnIH) προορίζεται για in vitro διαγνωστική χρήση κατά τον ποσοτικό προσδιορισμό της καρδιακής τροπονίνης Ι σε ανθρώπινο ορό και πλάσμα (ηπαρίνη λιθίου). Η μέθοδος μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να συμβάλλει στη διάγνωση του οξέος εμφράγματος του μυοκαρδίου (ΟΕΜ). Οι τιμές της τροπονίνης θα πρέπει να χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο της κλινικής εικόνας του ασθενούς. Συνιστάται η πραγματοποίηση διαδοχικών δειγματοληψιών προκειμένου να ανιχνευτεί παροδική άνοδος και πτώση των επιπέδων τροπονίνης, χαρακτηριστικό του ΟΕΜ. Η ανάδειξη παροδικής ανόδου και πτώσης της τροπονίνης είναι απαραίτητη για τη διάκρισης του ΟΕΜ από τις ανόδους της τροπονίνης που σχετίζονται με παθολογικές καταστάσεις άσχετες με το ΟΕΜ, όπως η νεφρική ανεπάρκεια, οι αρρυθμίες, η πνευμονική εμβολή, η χρόνια νεφρική νόσος, η μυοκαρδίτιδα και η καρδιοτοξικότητα. |
Τ | ΤΡΟΠΟΝΙΝΗ Τ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 24 ώρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Hλεκτροχημειοφωταύγ. (ECLIA) | < 0.01 μg/l | |
Τ | ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗ ΛΕΜΦΟΚΥΤΤΑΡΩΝ CD (3,4,18,...) | Προσυνεννόηση | 10.0 ml ολικό αίμα (EDTA). Στους 2-8º C. | Κυτταρομετρία Ροής | Ειδικό έντυπο | |
T | TEST ΔΡΕΠΑΝΩΣΕΩΣ (ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ ΔΙΑΛ.HbS) | Την Επομένη | 2.5 ml ολικό αίμα (EDTA). Στους 2-8º C. | Μεταδιθειώδες Νa | Αρνητικό (-) | |
Υ | ΥΔΡΟΞΥΠΡΟΛΙΝΗ ΟΥΡΩΝ 24/ΩΡΟΥ | Την Επομένη | 10ml Ούρα 24/ώρου. Συλλογή με 10 ml HCl 6M. Αποφυγή για 2 ημέρες τροφών που περιέχουν κολλαγόνο. Κατά τη συλλογή φύλαξη στη συντήρηση 2-8º C. | HPLC | Ενήλικες: 15 - 43 mg/24h Παιδιά: 10 - 14 ετών: 60 - 180 mg/24h | |
Υ | ΥΔΡΟΞΥΠΡΟΛΙΝΗ/ΚΡΕΑΤΙΝΙΝΗ ΟΥΡΩΝ 2/ΩΡΟΥ | Την Επομένη | 2ml Ούρα 2/ώρου. | HPLC/Ενζυμική-Κινητική | 0.005 - 0.025 | |
Φ | ΦΑΙΝΟΒΑΡΒΙΤΑΛΗ (LUMIDROPS-GARDENAL) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Αιμολυμένα, ικτερικά ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C 3μήνες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | Θεραπευτ. συγκέντρ.: 15 - 40 μg/ml Τοξική συγκέντρ.: > 50 μg/ml | |
Φ | ΦΕΝΥΤΟΪΝΗ (DILANTIN-EPANOTIN) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Αιμολυμένα, ικτερικά ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C 3μήνες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) | Θεραπευτ. συγκέντρ.: 10 - 20 μg/ml Τοξική συγκέντρ.: > 30 μg/ml | |
Φ | ΦΕΡΡΙΤΙΝΗ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA, Ηπαρίνη). Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 18-24º C έως 8 ώρες. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C για > από2 ημέρες. | Xημειοφωταύγεια (CLIA) (Εσώκλειστο Φερριτίνη Atellica Siemens) | Άνδρες: 22 - 322 ng/ml Γυναίκες: 10 - 291 ng/ml Παιδιά: 4 μηνών - 16 ετών: 10 - 200 ng/ml | To 25% του συνολικού σιδήρου αποθηκεύεται ως φερριτίνη. Η φερριτίνη απαντάται σε πολλά σωματικά κύτταρα, αλλά ιδιαίτερα σε κύτταρα του ήπατος, του σπληνός και του μυελού των οστών, και στα δικτυοενδοθηλιακά κύτταρα. Η φερριτίνη διαδραματίζει έναν σημαντικό ρόλο στην απορρόφηση, στην αποθήκευση και στην απελευθέρωση του σιδήρου. Παρά τη χαμηλή απορρόφηση σιδήρου από τις τροφές, το σώμα συντηρεί προσεκτικά τις αποθήκες σιδήρου επαναπορροφώντας το μεγαλύτερο μέρος του σιδήρου που απελευθερώνεται από την διάσπαση των ερυθροκυττάρων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να χάνει το σώμα μόνο 1–2 mg του σιδήρου ανά ημέρα, το οποίο αποκαθίσταται γενικώς από τον σίδηρο που απορροφάται στο λεπτό έντερο από τις διατροφικές πηγές. Η μέτρηση της φερριτίνης στον ορό είναι ιδιαίτερα πολύτιμη στη διάκριση των σιδηροπενικών αναιμιών που προκαλούνται από χαμηλά επίπεδα αποθηκευμένου σιδήρου από αυτές που προκαλούνται από ανεπαρκή χρησιμοποίηση του σιδήρου. Η φερριτίνη ανήκει στις πρωτεΐνες οξείας φάσεως με αποτέλεσμα να αυξάνεται σε χρόνιες λοιμώξεις, φλεγμονώδη νοσήματα, χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, κακοήθη νοσήματα, υπερθυρεοειδισμό. Πολύ υψήλες τιμές παρατηρούνται σε οξεία ηπατίτιδα. Υψηλά επίπεδα φερριτίνης συνδέονται επίσης με αυξημένο κίνδυνο εμφράγματος του μυοκαρδίου στους άνδρες. Χαμηλές τιμές παρατηρούνται και κατά την εγκυμοσύνη, υποθυρεοειδισμό και σε ανεπάρκεια Βιταμίνης C. |
Φ | ΦΛΟΙΟΕΠΙΝΕΦΡΙΔΙΟΤΡΟΠΟΣ (ACTH) | Αυθημερόν | 0.5 ml πλάσμα (EDTA). Άμεση φυγοκέντριση, διαχωρισμός και κατάψυξη. Επίπεδα Βιοτίνης <100 ng/ml Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. 3 ώρες στους 2-8 °C 10 εβδομάδες στους -20°C | Ηλεκτροχημειοφωταύγ. (ECLIA) | Πρωί: 9 - 52 pg/ml Απόγευμα: 5 - 30 pg/ml | |
Φ | ΦΙΜΠΡΟΝΕΚΤΙΝΗ | Εντός 2 ημερών | 0.5 ml πλάσμα (CITRATE). Αιμολυμένα, ικτερικά ή λιπαιμικά ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C 6μήνες. | Νεφελομετρική | 250 - 400 mg/l | |
Φ | ΦΡΟΥΚΤΟΖΑΜΙΝΗ | Εντός 5 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 14 ημέρες. Στους -20º C 6μήνες. | Χρωματομετρική | 205 - 285 μmol/l | |
Φ | ΦΡΟΥΚΤΟΖΗ | Εντός 3 ημερών | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 24 ώρες. Στους -20º C έως 6μήνες. | Χρωματομετρική | 0.8 - 6.2 mg/dl | |
Φ | ΦΡΟΥΚΤΟΖΗ ΣΠΕΡΜΑΤΟΣ | Εντός 3 ημερών | 1.0 ml σπέρμα. Στους 2-8º C για 12 ώρες. Στους -20º C έως 6μήνες. | Χρωματομετρική | Ενήλικες: 150 - 500 mg/dl Παιδιά: 3.0 - 18 ng/ml | |
Φ | ΦΥΛΛΙΚΟ ΟΞΥ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Μετά από 12ωρη νηστεία. Φάρμακα όπως μεθοτρεξάτη, φαινυτοΐνη και λευκοβορίνη επηρεάζουν το αποτέλεσμα.Επίπεδα Βιοτίνης <50 ng/ml Αποφυγή έκθεσης του δείγματος στο φώς και αιμόλυσης. . Αιμολυμένα, λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 18-24º C έως 8 ώρες. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C για > από 2 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) (Εσώκλειστο Φυλλικό οξύ Atellica Siemens) | Ενήλικες: Ανεπάρκεια: 0.3 - 3.37 ng/ml Φυσιολογικό: > 5.38 ng/ml Παιδιά: 5.0 - 21 ng/ml | Το φυλλικό οξύ, με τη βιταμίνη Β12, είναι σημαντικά για τη σύνθεση του DNA που απαιτείται για τη φυσιολογική ωρίμανση των ερυθρών αιμοσφαιρίων. Το λαμβάνουμε από διατροφικές πηγές, όπως τα φρούτα, τα πράσινα και φυλλώδη λαχανικά, τη μαγιά και τα εντόσθια. Το φυλλικό οξύ απορροφάται από το λεπτό έντερο και αποθηκεύεται στο ήπαρ. Η χαμηλή λήψη φυλλικού οξέος, η δυσαπορρόφηση ως αποτέλεσμα γαστρεντερικών παθήσεων, η κύηση και τα φάρμακα, όπως η φαινυτοΐνη, είναι αιτίες ανεπάρκειας φυλλικού οξέος. Η ανεπάρκεια φυλλικού οξέος σχετίζεται επίσης με τον χρόνιο αλκοολισμό. Η ανεπάρκεια φυλλικού οξέος και βιταμίνης B12 εμποδίζουν τη σύνθεση του DNA προκαλώντας μακροκυτταρικές αναιμίες. Αυτοί οι τύποι αναιμίας χαρακτηρίζονται από παθολογική ωρίμανση των πρόδρομων ερυθρών αιμοσφαιρίων στον μυελό των οστών, την παρουσία μεγαλοβλαστών και τη μειωμένη επιβίωση των ερυθρών αιμοσφαιρίων. Καθώς η ανεπάρκεια φυλλικού οξέος και βιταμίνης B12 μπορεί να προκαλέσει μακροκυτταρική αναιμία, η κατάλληλη θεραπεία εξαρτάται από τη διαφορική διάγνωση της ανεπάρκειας. Tο φυλλικό οξύ εμφανίζει μεγαλύτερη συγκέντρωση στα ερυθρά αιμοσφαίρια απ' ό,τι στον ορό, επομένως η μέτρηση του φυλλικού οξέος στα ερυθρά αιμοσφαίρια αντικατοπτρίζει καλύτερα τα αποθέματα στους ιστούς. |
Φ | ΦΩΣΦΟΛΙΠΙΔΙΑ ΟΛΙΚΑ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Μετά από 12ωρη νηστεία. Στους 2-8º C έως 3 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Έμμεσος προσδιορισμός | Ενήλικες: 125 - 275 mg/dl Παιδιά: 1 - 2 ετών: 100 - 275 mg/dl > 2 ετών: 180 - 295 mg/dl | |
Φ | ΦΩΣΦΟΡΟΣ (P) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (Ηπαρίνη). Εξεταζόμενος νηστικός. Λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 15-25º C έως 1ημέρα. Στους 2-8º C έως 4 ημέρες. Στους -20º C για > από 1 έτος. | Χρωματομετρική (εσώκλειστο IP-Atellica -Siemens) | Ενήλικες: 4 - 5.1 mg/dl Παιδιά: 2 - 13 ετών: 3.1 - 5.9 mg/dl 13 - 16 ετών: 3.1 - 5.3 mg/dl 16 - 18 ετών: 3.1 - 5.1 mg/dl | |
Φ | ΦΩΣΦΟΡΟΣ ΟΥΡΩΝ | Αυθημερόν | 2 ml Ούρα 24/ώρου η τυχαίας ούρησης. Συλλογή με 10 ml HCl 6M Κατά τη συλλογή φύλαξη στη συντήρηση 2-8º C. Στους 2-8º C έως 6 μήνες. | Χρωματομετρική | Ούρα 24ώρου: 400 - 1300 mg/24h Τυχαίο δείγμα: 15 - 190 mg/dl | |
Φ | ΦΩΣΦΟΡΟΣ/ΚΡΕΑΤΙΝΙΝΗ ΟΥΡΩΝ 2/ΩΡΟΥ | Αυθημερόν | 2ml Ούρα 2ωρου. | Χρωματομετρική/Ενζυμ ική | 0.2 - 0.6 | |
Χ | ΧΑΛΚΟΣ (Cu) | Εντός 3 ημερών | 2.0 ml ορός. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Ατομική Απορρόφηση | Άνδρες: 70 - 140 μg/dl Γυναίκες: 80 - 155 μg/dl Παιδιά: < 6 ετών: 90 - 190 μg/dl 7 - 12 ετών: 80 - 160 μg/dl | |
Χ | ΧΑΛΚΟΣ (Cu) ΟΥΡΩΝ 24/ΩΡΟΥ | Εντός μιας εβδομάδας | 25 ml Ούρα 24/ώρου. Συλλογή με 10 ml HCl 6M. Κατά τη συλλογή φύλαξη στη συντήρηση 2-8º C. | Χρωματομετρική | 10 - 50 μg/24h | |
Χ | ΧΗΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΟΥΡΟΛΙΘΟΥ | Την Επομένη | Ουρόλιθος. | Χημική ανάλυση | Ειδικό έντυπο | |
Χ | ΧΛΩΡΙΟΥΧΑ (Cl-) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Εξεταζόμενος νηστικός. Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | ISE | Ενήλικες: 98 - 107 mmol/l Παιδιά: > 1 ετών: 96 - 110 mmol/l | |
Χ | ΧΛΩΡΙΟΥΧΑ ΟΥΡΩΝ | Αυθημερόν | 2 ml Ούρα 24/ώρου η τυχαίας ούρησης. Κατά της συλλογής φύλαξη των δειγμάτων στους 2-8º C. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | ISE | Ενήλικες: Ούρα 24ώρου: 110 - 250 mmol/24h Τυχαίο δείγμα: 90 - 167 mmol/l Παιδιά: 6 - 10 ετών: 20 - 110 mmol/24h 10 - 14 ετών: 40 - 175 mmol/24h | |
Χ | ΧΟΛΕΡΥΘΡΙΝΗ ΑΜΕΣΗ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Εξεταζόμενος νηστικός. Το ασκορβικό οξύ και η ριφαμπικίνη προκαλούν ψευδώς υψηλές συγκεντρώσεις. Η φαινυλοβουταζόνη προκαλεί ψευδώς χαμηλές συγκεντρώσεις. Το δείγμα φυλάσσεται προστατευμένο από το φώς (π.χ. κάλυψη με αλουμινόχαρτο). Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Χρωματομετρική | 0.0 - 0.3 mg/dl | |
Χ | ΧΟΛΕΡΥΘΡΙΝΗ ΕΜΜΕΣΗ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Εξεταζόμενος νηστικός. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Έμμεσος προσδιορισμός | 0.2 - 0.7 mg/dl | |
Χ | ΧΟΛΕΡΥΘΡΙΝΗ ΟΛΙΚΗ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (Ηπαρίνη). Εξεταζόμενος νηστικός. Το ασκορβικό οξύ και η ριφαμπικίνη προκαλούν ψευδώς υψηλές συγκεντρώσεις. Το δείγμα φυλάσσεται προστατευμένο από το φώς (π.χ. κάλυψη με αλουμινόχαρτο). Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. Στους -20º C έως 6 μήνες. | Χρωματομετρική (εσώκλειστο TBIL2-Atellica -Siemens) | Ενήλικες: 0.3 - 1.2 mg/dl Νεογνά: < 10 mg/dl Παιδιά: 0.3 - 1.2 mg/dl | |
Χ | ΧΟΛΗΣΤΕΡΟΛΗ (CHOL) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (Ηπαρίνης). Μετά από 12ωρη νηστεία. Αποφυγή αλκοόλ για 3 ημέρες. Το ασκορβικό οξύ επηρεάζει το αποτέλεσμα. Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 15-25º C έως 7 ημέρες. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. Στους -20º C έως 3 μήνες. | Ενζυμική – Χρωματομετρική (εσώκλειστο CHOL-Atellica -Siemens) | Ενήλικες: Φυσιολογικό: 140 - 200 mg/dl Οριακά υψηλό: 200 - 240 mg/dl Υψηλό: > 240 mg/dl Παιδιά: 1 - 3 ετών: 35 - 180 mg/dl 4 - 6 ετών: 103 - 185 mg/dl 7 - 15 ετών: 120 - 200 mg/dl | |
Χ | XΟΛΗΣΤΕΡΟΛΗ - HDL | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (Ηπαρίνης). Μετά από 12ωρη νηστεία. Αποφυγή αλκοόλ για 3 ημέρες. Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 15-25º C έως 2 ημέρες. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Ενζυμική – Χρωματομετρική (εσώκλειστο DHDL-Atellica -Siemens) | Ενήλικες: Επιθυμητή: > 60 mg/dl Χαμηλή: < 40 mg/dl Παιδιά: 5 - 18 ετών: > 40 mg/dl | |
Χ | ΧΟΛΗΣΤΕΡΟΛΗ - LDL | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Μετά από 12ωρη νηστεία. Αποφυγή αλκοόλ για 3 ημέρες. Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 15-25º C έως 2 ημέρες. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Έμμεσος προσδιορισμός | Άνδρες: Βέλτιστο: < 120 mg/dl Σχεδόν βέλτιστο: 120 - 150 mg/dl Οριακά υψηλό: 150 - 190 mg/dl Υψηλό: > 190 mg/dl Γυναίκες: Βέλτιστο: < 120 mg/dl Σχεδόν βέλτιστο: 120 - 140 mg/dl Οριακά υψηλό: 140 - 170 mg/dl Υψηλό: > 170 mg/dl Παιδιά: < 18 ετών: < 120 mg/dl | |
Χ | ΧΟΛΗΣΤΕΡΟΛΗ - VLDL | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Μετά από 12ωρη νηστεία. Αποφυγή αλκοόλ για 3 ημέρες. Αιμολυμένα δείγματα ακατάλληλα. Στους 15-25º C έως 2 ημέρες Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Έμμεσος προσδιορισμός | 5 - 32 mg/dl | |
Χ | ΧΡΩΜΟΓΡΑΝΙΝΗ Α | Εντός 10 ημερών | 1.0 ml ορός. Μετά από 8ωρη νηστεία. Στους 2-8º C έως 1 ημέρα. Στους -20º C έως 1 μήνα. | EIA | < 100 μg/l | |
Χ | ΧΡΟΝΟΣ ΘΡΟΜΒΙΝΗΣ | Αυθημερόν | 0.5 ml πλάσμα (CITRATE). Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Στους 15-25º C έως 12 ώρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Πηκτική | 12 - 14 sec | |
Χ | ΧΡΟΝΟΣ ΜΕΡΙΚΗΣ ΘΡΟΜΒΟΠΛΑΣΤΙΝΗΣ (PTT) | Αυθημερόν | 0.5 ml πλάσμα (CITRATE). Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Αιμόλυση και λιπαιμία επηρεάζουν τα αποτελέσματα. Στους 15-25º C έως 12 ώρες. | Πηκτική | Ενήλικες: 22 - 40 sec Παιδιά: 22 - 42 sec | |
Χ | ΧΡΟΝΟΣ ΠΡΟΘΡΟΜΒΙΝΗΣ / INR (QUICK-PT) / INR | Αυθημερόν | 0.5 ml πλάσμα (CITRATE) Άμεση φυγοκέντριση και διαχωρισμός. Στους 15-25º C έως 24 ώρες. | Πηκτική | 9.8 - 12.7 sec 70 - 130 % ΙΝR: 0.85 - 1.15 | |
Χ | ΧΡΩΜΙΟ (Cr) | Εντός μιας εβδομάδας | 2.0 ml ορός. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Ατομική Απορρόφηση | 5 - 20 μg/dl | |
Ψ | ΨΕΥΔΑΡΓΥΡΟΣ (Zn) | Εντός 5 ημέρων | 2.0 ml ορός. Πρωινή αιμοληψία μετά από 8ωρη νηστεία. Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Χρωματομετρική | Ενήλικες: 60 - 120 μg/dl Παιδιά: < 13 ετών: 55 - 110 μg/dl | |
Ψ | ΨΕΥΔΑΡΓΥΡΟΣ ΟΥΡΩΝ 24/ΩΡΟΥ | Εντός μιας εβδομάδας | 10 ml Ούρα τυχαίας ούρησης | Χρωματομετρική | 75 - 100 μg/dl | |
Ψ | ΨΕΥΔΟΧΟΛΗΝΕΣΤΕΡΑΣΗ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός ή πλάσμα (EDTA). Μετά από 8ωρη νηστεία. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Ενζυμική-Κινητική | Άνδρες: 5400 - 13200 IU/l Γυναίκες: < 40 ετών: 4300 - 11500 IU/l > 40 ετών: 5400 - 13200 IU/l Εγκυμοσύνη: 3700 - 9300 IU/l Παιδιά: 5300 - 13000 U/l | |
Ψ | ΨΥΧΡΟΣΥΓΚΟΛΛΗΤΙΝΕΣ | Την Επομένη | 2.0 ml ορός και ολικό αίμα (EDTA). | Συγκολλητινοαντίδραση | Αρνητικό (-) | |
Ω | ΩΣΜΩΤΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΕΡΥΘΡΩΝ ΑΙΜΟΣΦΑΙΡΙΩΝ | Την Επομένη | 2.5 ml ολικό αίμα (EDTA). Στους 2-8º C. | Αιμόλυση | 40 - 50 % αιμόλυση σε 0.4% NaCl πλήρης αιμόλυση σε 0.2 - 0.1% NaCl | |
Ω | ΩΣΜΩΤΙΚΌΤΗΤΑ ΟΡΟΥ | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Στους 2-8º C έως 24 ώρες. Στους -20º C έως 1 μήνα. | Υπολογιστική | 280-295 mosmol/kg | |
Ω | ΩΣΜΩΤΙΚΌΤΗΤΑ ΟΥΡΩΝ | Αυθημερόν | 10 ml Ούρα 24/ώρου η τυχαίας ούρησης. Στους 2-8º C έως 24 ώρες | Υπολογιστική | Ούρα 24ώρου: 300 - 800 mosmol/kg Τυχαίο δείγμα: 50 - 1200 mosmol/kg | |
Ω | ΩΧΡΙΝΟΠΟΙΗΤΙΚΗ ΟΡΜΟΝΗ (LH) | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός . Στους 2-8º C έως 2 ημέρες. Στους -20º C για > από 2 ημέρες. | Χημειοφωταύγεια (CLIA) (Εσώκλειστο LH Atellica Siemens) | Άνδρες: 1.5 - 9.3 mIU/ml > 70 ετών: 3.1 - 34.6 mIU/ml Γυναίκες: Παραγωγική: 1.9 - 12.5 mIU/ml Ωορρηξία: 8.7 - 76.3 mIU/ml Εκκριτική: 0.5 - 16.9 mIU/ml Εμμηνόπαυση: 15.9 - 54.0 mIU/ml Παιδιά: Αγόρια: < 2 ετών: < 1.9 mIU/ml 2 - 3 ετών: < 0.07 mIU/ml 4 - 9 ετών: < 0.07 - 0.4 mIU/ml 10 - 12 ετών: < 0.07 - 2.9 mIU/ml 13 - 21 ετών: 1.0 - 7.1 mIU/ml Κορίτσια: < 2 ετών: < 0.7 mIU/ml 2 - 3 ετών: < 0.07 mIU/ml 4 - 9 ετών: < 0.07 - 0.2 mIU/ml 10 - 12 ετών: < 0.07 - 11.8 mIU/ml 13 - 21 ετών: 1.0 - 52.2 mIU/ml | Η ωχρινοτρόπος ορμόνη (LH) είναι μια γλυκοπρωτεϊνική ορμόνη με 2 υπομονάδες. Η υπομονάδα άλφα είναι παρόμοια με αυτές της ωοθυλακιοτρόπου ορμόνης (FSH), της ανθρώπινης χοριακής γοναδοτροπίνης (hCG) και της θυρεοειδοτρόπου ορμόνης (TSH). Η υπομονάδα βήτα είναι διαφορετική από αυτή των άλλων γλυκοπρωτεϊνικών πρωτεΐνων και της προσδίδει τη βιοχημικής της ειδικότητα. Η LH εκκρίνεται από τον πρόσθιο λοβό της υπόφυσης ως απάντηση της έκκρισης της εκλυτικής ορμόνης της γοναδοτροπίνης (GnRH) από τον υποθάλαμο. Στους άντρες, η LH καλείται επίσης και ορμόνη διέγερσης των διάμεσων κυττάρων (ICSH). Τόσο σε άντρες όσο και σε γυναίκες, η έκκριση της LH ρυθμίζεται από μια ισορροπία θετικών και αρνητικών μηχανισμών ανάδρασης στους οποίους συμπεριλαμβάνονται ο άξονας υποθαλάμου- υπόφυσης, τα αναπαραγωγικά όργανα, οι υποφυσιακές ορμόνες και οι στεροειδείς ορμόνες του φύλου. Η LH και η άλλη υποφυσιακή γοναδοτροπίνη, η FSH, διαδραματίζουν έναν καθοριστικό ρόλο στη διατήρηση της φυσιολογικής λειτουργίας του αντρικού και του γυναικείου αναπαραγωγικού συστήματος. Παθολογικά επίπεδα της LH με αντίστοιχα αυξημένα ή μειωμένα επίπεδα FSH, οιστρογόνων, προγεστερόνης και τεστοστερόνης σχετίζονται με ορισμένες παθολογικές καταστάσεις. Τα αυξημένα επίπεδα της LH σχετίζονται με την εμμηνόπαυση, την πρωτοπαθή υπολειτουργία των ωοθηκών και με τη νόσο των πολυκυστικών ωοθηκών σε γυναίκες και με πρωτοπαθή υπογοναδισμό σε άντρες. Τα μειωμένα επίπεδα της LH σχετίζονται με πρωτοπαθή υπερλειτουργία των ωοθηκών σε γυναίκες και πρωτοπαθή υπεργοναδισμό σε άντρες. |
V | VDRL | Αυθημερόν | 0.5 ml ορός. Αιμολυμένα ή λιπαιμικά δείγματα ακατάλληλα. Στους 2-8º C έως 7 ημέρες. | Συγκολλητινοαντίδραση | Αρνητικό (-) | |
Α | AΜΕΣΗ ΕΞΕΤΑΣΗ ΓΙΑ β-KOCH | Εντός 2 ημερών | Πρωινά δείγματα (πτύελα ή ούρα) ή βιολογικό δείγμα** | Μικροσκοπική (ειδική χρώση) | Αρνητική (-) | |
Α | ΑΜΕΣΗ ΕΞΕΤΑΣΗ ΕΚΚΡΙΜΑΤΟΣ (ΝΩΠΟ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣΜΑ) | Αυθημερόν | Έκκριμα σε βαμβακοφόρο στυλεό σε φυσιολογικό όρο | Μικροσκοπική | ||
Α | ΑΜΕΣΗ ΕΞΕΤΑΣΗ ΕΚΚΡΙΜΑΤΟΣ (ΕΠΙ NEISSERIA) | Εντός 2 ημερών | Έκκριμα (επίστρωση & χρώση Neisser) | Μικροσκοπική | Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΜΕΣΗ ΕΞΕΤΑΣΗ ΕΚΚΡΙΜΑΤΟΣ (ΚΕΧΡΩΣΜΕΝΟ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣΜΑ) | Αυθημερόν | Έκκριμα (επίστρωση & Gram) | Μικροσκοπική | ||
Α | ΑΝΑΕΡΟΒΙΑ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ | 48 ώρες | Έκκριμα σε Stuart | Καλλιέργεια | Ουδέν παθογόνο / καμμία ανάπτυξη | |
Α | ΑΝΑΕΡΟΒΙΑ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΓΙΑ CARDNERELLA | 48 ώρες | Έκκριμα σε Stuart | Καλλιέργεια | Αρνητικό (-) | |
Α | ΑΝΑΕΡΟΒΙΑ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΚΟΛΠΙΚΟΥ ΕΚΚΡΙΜΑΤΟΣ | 48 ώρες | Κολπικό σε Stuart | Καλλιέργεια | Ουδέν παθογόνο / καμμία ανάπτυξη | |
Α | ΑΝΤΙΒΙΟΓΡΑΜΜΑ ΜΥΚΟΠΛΑΣΜΑΤΟΣ & ΟΥΡΕΟΠΛΑΣΜΑΤΟΣ | 48 ώρες | Αποικίες από καλλιέργεια (θετικός ζωμός) | Στρώση σε ειδικό τρυβλίο | ||
Α | ΑΝΤΙΒΙΟΓΡΑΜΜΑ/ΤΕΣΤ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑΣ | 24 ώρες | Αποικίες από καλλιέργεια | Στρώση σε ειδικό τρυβλίο | ||
Β | ΒΙΟΨΙΑ ΥΛΙΚΟΥ | Προσυνεννόηση | Ειδικό έντυπο | |||
Γ | ΓΕΝΙΚΗ ΟΥΡΩΝ | Αυθημερόν | 10 ml Ούρα 1ης πρωϊνής ούρησης | Μικροσκοπική | ||
Γ | ΓΕΝΙΚΗ ΥΓΡΟΥ (ΠΛΕΥΡΙΤΙΚΟ - ΑΡΘΡΙΚΟ - ΑΣΚΙΤΙΚΟ) | Αυθημερόν | 2.5 ml σε EDTA & 2.5 ml σε αποστειρωμένο δοχείο | |||
Ε | ΕΞΕΤΑΣΗ ΚΟΠΡΑΝΩΝ | Αυθημερόν | Κόπρανα σε δοχείο | Μικροσκοπική (ειδική χρώση) | ||
Ε | ΕΞΕΤΑΣΗ ΚΟΠΡΑΝΩΝ ΓΙΑ ΑΔΕΝΟΪΟ | Αυθημερόν | Κόπρανα σε δοχείο | Ανοσοχρωματογραφία | Αρνητικό (-) | |
Ε | ΕΞΕΤΑΣΗ ΚΟΠΡΑΝΩΝ ΡΟΤΑΪΟ | Αυθημερόν | Κόπρανα σε δοχείο | Ανοσοχρωματογραφία | Αρνητικό (-) | |
Ε | ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΤΥΕΛΩΝ | Αυθημερόν | Πτυέλα σε αποστειρωμένο δοχείο (νωπό παρασκεύασμα ή χρώση Gram) | Μικροσκοπική (ειδική χρώση) | ||
Ι | ΙΣΤΟΛΟΓΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ ΒΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΥΓΡΩΝ | Προσυνεννόηση | Ιστοτεμάχιο βιολογικού δείγματος** | Κυτταρολογική | Ειδικό έντυπο | |
Κ | ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΓΙΑ β-KOCH | Εντός 40 ημερών | 3 πρωϊνά δείγματα (πτύελα ή ούρα) ή βιολογικό δείγμα** σε αποστειρωμένο δοχείο | Καλλιέργεια | Αρνητική (-) | |
Κ | ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΚΟΛΠΙΚΟΥ/ΤΡΑΧΗΛΙΚΟΥ ΕΚΚΡΙΜΑΤΟΣ (ΑΕΡΟΒΙΑ) | 24 ώρες | Κολπικό / Τραχηλικό σε Stuart | Καλλιέργεια | Φυσιολογική χλωρίς | |
Κ | ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΚΟΠΡΑΝΩΝ 1ο & 2ο 24ωρο | Εντός 2 ημερών | Κόπρανα σε αποστειρωμένο δοχείο | Καλλιέργεια | Φυσιολογική χλωρίς | |
Κ | ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΚΟΠΡΑΝΩΝ ΓΙΑ CAMPYLOBACTER | Εντός 2 ημερών | Κόπρανα σε Stuart | Καλλιέργεια | Αρνητική (-) | |
Κ | ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΜΥΚΗΤΩΝ | Εντός 10 ημερών | Ξέσμα δέρματος ή ονύχων μετά από τοπικό καθαρισμό. | Καλλιέργεια | Αρνητική (-) | |
Κ | ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΟΥΡΗΘΡΙΚΟΥ ΕΚΚΡΙΜΑΤΟΣ (ΑΕΡΟΒΙΑ) | 24 ώρες | Ουρηθρικό σε Stuart | Καλλιέργεια | Ουδέν παθογόνο / Καμία ανάπτυξη | |
Κ | ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΟΥΡΩΝ | 24 ώρες | Ούρα (πρώτα πρωινά) | Καλλιέργεια | Αρνητική / Στείρα | |
Κ | ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΟΦΘΑΛΜΙΚΟΥ ΕΚΚΡΙΜΑΤΟΣ (ΑΕΡΟΒΙΑ) | 24 ώρες | Οφθαλμικό σε Stuart | Καλλιέργεια | Καμία ανάπτυξη | |
Κ | ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΠΤΥΕΛΩΝ (απλή για κοινά μικρόβια) | 24 ώρες | Πτύελα σε αποστειρωμένο δοχείο | Καλλιέργεια | Φυσιολογική χλωρίς | |
Κ | ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΡΙΝΙΚΟΥ ΕΚΚΡΙΜΑΤΟΣ (ΑΕΡΟΒΙΑ) | 24 ώρες | Ρινικό σε Stuart | Καλλιέργεια | Ουδέν παθογόνο / Φυσιολογική χλωρίς | |
Κ | ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΣΠΕΡΜΑΤΟΣ (ΑΕΡΟΒΙΑ) | 24 ώρες | Σπέρμα σε αποστειρωμένο δοχείο | Καλλιέργεια | Ουδέν παθογόνο / Καμία ανάπτυξη | |
Κ | ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΦΑΡΥΓΓΙΚΟΥ ΕΚΚΡΙΜΑΤΟΣ (ΑΕΡΟΒΙΑ) | 24 ώρες | Φαρυγγικό σε Stuart | Καλλιέργεια | Ουδέν παθογόνο / Καμία ανάπτυξη | |
Κ | ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΩΤΙΚΟΥ ΕΚΚΡΙΜΑΤΟΣ (ΑΕΡΟΒΙΑ) | 24 ώρες | Ωτικό σε Stuart | Καλλιέργεια | Ουδέν παθογόνο / Καμία ανάπτυξη | |
Κ | ΚΥΤΤΑΡΟΛΟΓΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΛΕΥΡΙΤΙΚΟΥ ΥΓΡΟΥ | Εντός μιας εβδομάδας | Πλευριτικό υγρό σε αποστειρωμένο δοχείο | Αρνητική (-) | ||
Κ | ΚΥΤΤΑΡΟΛΟΓΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ ΚΑΤΑ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ (ΤEST PAP) | Εντός μιας εβδομάδας | Κολπικό / Τραχηλικό | Αρνητική (-) | ||
Κ | ΚΥΤΤΑΡΟΛΟΓΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ ΟΥΡΩΝ ΤΡΙΑ ΔΕΙΓΜΑΤΑ | Εντός μιας εβδομάδας | Ενα δείγμα καθημερινά για 3 συνεχόμ.μέρες | Αρνητική (-) | ||
Κ | ΚΥΤΤΑΡΟΛΟΓΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΤΥΕΛΩΝ | Εντός μιας εβδομάδας | Τρία διαδοχικά δείγματα σε αποστειρωμένο δοχείο | Αρνητική (-) | ||
Μ | ΜΥΚΗΤΟΓΡΑΜΜΑ | 24 ώρες | Αποικίες από καλλιέργεια | |||
Μ | ΜΥΚΟΠΛΑΣΜΑ HOMINIS | 48 ώρες | Κολπικό / Τραχηλικό Βιολογικό δείγμα ** σε Stuart | Καλλιέργεια (Screening test). | Αρνητικό (-) | |
Ο | ΟΥΡΕΟΠΛΑΣΜΑ UREALITICUM | 24 ώρες | Κολπικό / Τραχηλικό Βιολογικό δείγμα ** σε Stuart | Καλλιέργεια (Screening test). | Αρνητικό (-) | |
Π | ΠΑΡΑΣΙΤΟΛΟΓΙΚΗ ΚΟΠΡΑΝΩΝ | Αυθημερόν | 1 ή 3 δείγματα κόπρανα σε αποστειρωμένο δοχείο | Αρνητική (-) | ||
Τ | ΤΑΥΤΟΠΟΙΗΣΗ ΜΙΚΡΟΒΙΟΥ | Την επομένη ημέρα | Τρυβλίο καλλιέργειας | |||
Τ | ΤΟΞΙΝΕΣ CLOSTRIDIUM DIFFICILE ΚΟΠΡΑΝΩΝ | Αυθημερόν | Κόπρανα σε δοχείο | Ανοσοχρωματογραφία | Αρνητικό (-) | |
Τ | ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗ E.COLI | Αυθημερόν | Τριβλίο καλλιέργειας | Αρνητικό (-) | ||
Χ | ΧΛΑΜΥΔΙΑ TRACHOMATIS | Αυθημερόν | Τραχηλικό ή σπέρμα ή ούρα ή ουρηθρικό σε βαμβακ. στυλεό | Ανοσοχρωματογραφία | Αρνητικό (-) | |
M | MAYER ΚΟΠΡΑΝΩΝ | Αυθημερόν | Κόπρανα σε δοχείο Αποχή επι 3 ημέρες από κρέας,σίδηρο χυμούς φρούτων παρασκευάσματα βιταμινών. | Ανοσοχρωματογραφία | Αρνητική (-) | |
S | STREPT-TEST | Αυθημερόν | Φαρυγγικό σε βαμβακοφόρο στυλεό (όχι Stuart) | Ανοσοχρωματογραφία | Αρνητικό (-) | |
βιολογικό δείγμα** : πλευριτικό / αρθρικό ή άλλο δείγμα |